Και σε αυτό το άρθρο, όπως έκανα και για την παράσταση του έργου της Μιμής Ντενίση "Σμύρνη μου αγαπημένη", θα ξεκινήσω λίγο "προσωπικά", για κάτι που έγινε πριν διαβάσω το βιβλίο το οποίο κυκλοφόρησε μόλις πρόσφατα. Πριν από χρόνια λοιπόν, με μία από τις ανηψιές της Ρένας Βελισσαρίου, την Μυρτώ Απαλοπούλου, με την οποία συνδέομαι με στενή, πολυετή φιλία, είχαμε κάνει ένα ταξίδι στις χαμένες πατρίδες. Ενας σταθμός ήταν κι η Μάκρη - Φετιγιέ τη λένε οι Τούρκοι. Στα νότια των μικρασιατικών παραλίων, κάπου απέναντι από τη Ρόδο. Κι όταν πήγαμε στο Λιβίσι, άλλοτε παραθεριστικό κέντρο των Μακρηνών, επισκεφθήκαμε ένα πολιτιστικό κέντρο στο οποίο μας υποδέχτηκαν με τρόπο συγκινητικό οι Τούρκοι του πνεύματος που το διευθύνουν. Το Κέντρο αυτό στεγάζεται σε κάποιο παλιό αρχοντικό- ελληνικό φυσικά. Μας ξενάγησαν στη συνέχεια στον επάνω όροφο για να δούμε φωτογραφίες από τη ζωή της παλιάς Μάκρης των Ελλήνων. Και τότε η Μυρτώ, κι εγώ στη συνέχεια μιά κι αναγνώρισα τη φωτογραφία, μένει αποσβολωμένη: Στο κέντρο του τοίχου δέσποζε η φωτογραφία της γιαγιάς της, της Δέσποινας και του παππού της, του Δημητρίου ("Δημήτριος" αναφερόταν από το σόι και τις θυγατέρες), που είχε τραβηχτεί τη μέρα των αρραβώνων τους. Κι αυτή τη φωτογραφία την είχε η Μυρτώ στο δικό της σαλόνι. Τι παιχνίδια παίζουν αλήθεια η ΜΟΙΡΑ και η ΙΣΤΟΡΙΑ! Πως βρέθηκε εκεί αυτή η φωτογραφία, πως ξέμεινε μετά από τον ΔΙΩΓΜΟ, ποιός κατείχε το αρνητικό και την ανατύπωσε και πότε; Πόσα έργα δεν έχουμε δει; Πόσοι ψευτοδιανοούμενοι δεν κατηγόρησαν αυτά τα έργα για "υπερβολές"...!!! Αραγε, είχαν ζήσει ποτέ τους τίποτε; Το μόνο που βρήκα να ψελλίσω στην πνιγμένη από τη συγκίνηση Μυρτώ ήταν να γράψει κάτω από τη φωτογραφία "Γιαγιά γύρισα!". Με ελληνικά ψηφία!
Η Ρένα Βελισσαρίου είναι θεία της Μυρτώς, αδελφή της μητέρας της. Η μεγάλη κόρη της οικογένειας του παππού Δημήτριου και της γιαγιάς Δέσποινας. Η Ρένα Βελισσαρίου, εμβληματικό πρόσωπο της ελληνικής κινηματογραφίας και του τομέα της διανομής, στρατηγικός νους και γραφείο Τύπου της αυτοκρατορίας "Δαμασκηνός Μιχαηλίδης" στα ατέλειωτα πολλά χρόνια της πραγματικά Μεγάλης Ακμής, είχε καθίσει και καταγράψει την ιστορία της οικογένειας και κατεπέκταση και του τόπου της, της Μάκρης και του Λιβισιού, από το 1914 ως το 1922 . Το 1914 είναι η χρονιά που γεννιέται η Ρένα και συγχρόνως έχουμε την πρώτη ομαδική μεταγωγή των Ελλήνων της Μάκρης και της Μικράς Ασίας γενικότερα στην ενδοχώρα των καταναγκαστικών έργων όπου πάρα πολλοί άφησαν την τελευταία τους πνοή εκεί. Οι μαζικοί εκτοπισμοί, οι πορείες θανάτου, τα τάγματα εργασίας κι όλα αυτά με προορισμό το ΠΟΥΘΕΝΑ μιά και κανείς δεν υπολογιζε ότι μπορούσαν αυτοί οι άνθρωποι να επιζήσουν κι όμως επέζησαν, ξεκινούν τη χρονιά εκείνη. Για να κλιμακωθούν παρακάτω...
Γυρίζω τις σελίδες και ξαναπιάνω το βιβλίο από την αρχή. Διότι όπως λέω και στον πρόλογο, τα χειρόγραφα βρέθηκαν μετά το θάνατο της..Κι η εμπειρία με εκείνη τη φωτογραφία στο Λιβίσι ήταν η απαρχή για το ξετύλιγμα του κουβαριού, να μπω λίγο στα ενδότερα και των Μακρηνών, που δεν διαφέρουν από των Σμυρνιών , διότι σε τι να διαφέρει η ΛΥΚΙΑ από την ΙΩΝΙΑ; Η Βελισσαρίου ξετυλίγει λοιπόν αυτό το ρημαδο-κούβαρο της Ιστορίας που ξέρει να δέρνει αλύπητα τα παιδιά της. Και α μας διδάσκει. Μερικές φορές δεν ξέρουμε καν τι και χρειάζεται να περάσουν χρόνια ώστε να το υποπτευθούμε.
Σαν "γονεοποιημένη" Μικρασιάτισσα η συγγραφέας .σαν υποχρεωμένη από τους γονείς της θαρρείς, σαν ένα περασμένο στη συνείδηση της χρέος, έχει μαζέψει όλο το υλικό και μας σερβίρει κυριολεκτικά την "Οδύσσεια ενός ξερριζωμένου". Μας ζωντανεύει γλαφυρά τη ζωή της αστικής Μάκρης, πριν αρχίσει το κακό, μας γνωρίζει με τα πρόσωπα της οικογένειας και των γύρω και με λογοτεχνικές περιγραφές που μου έκαναν εντύπωση για όλο αυτό τον κόσμο που κουβαλούσε μέσα της τελειώνοντας τη δουλειά της με τα κινηματογραφικά κι επιστρέφοντας στο σπίτι,όπου άρχιζε και τακτοποιούσε, θαρρείς καθημερινά, τις μνήμες της. Σαν ένα ιερό χρέος, ακόμα και προς την Ιστορία. Και προς την οικογένεια της. Κι είναι μεγάλη οικογένεια. Χάνεσαι εκεί μέσα. Τα βάζει όμως σε τάξη. Κι εδώ βλέπεις την αληθινή ζωή κι όχι την επινοημένη του δραματουργού . Μου κάνει επίσης εντύπωση το γεγονός πως σαν άλλος Ινγκμαρ Μπέργκμαν στο "Οι καλύτερες προθέσεις" μπόρεσε κι έγραψε την ερωτική ιστορία των γονιών της, σαν να ήταν πρόσωπα μυθιστορήματος και μπόρεσε και στάθηκε απέναντι τους σαν συγγραφέας. Ισως αυτό μου δικαιολόγησε και το ότι εκεί τελειώνει κι η ερωτική ματιά της γυναίκας.Στους γονείς της. Σε κανέναν άντρα, από τόσους που αναφέρει μέσα στο βιβλίο της, ενώ υπάρχουν στοιχεία χαρακτήρων κι άλλες λεπτομερείς περιγραφές, δεν υπάρχει η ματιά της γυναίκας πάνω στην έννοια άντρας. Το στοιχείο αυτό το κράτησε μόνο για τους γονείς της.
Οι περιγραφές της εξορίας- ΤΩΝ ΕΞΟΡΙΩΝ καλύτερα- είναι συγκλονιστικές κι εκεί καταλαβαίνεις τη δύναμη του ανθρώπου με παράδειγμα τους Μικρασιάτες,, που ήρθαν στην Ελλάδα και την έστησαν,μαζί με τις δικές τους ζωές, εξ αρχής. Αυτό το βαθύ προοδευτικό στοιχείο , που κάνει τη ρόδα να γυρίζει ξανά και ξανά και ξανά.Και καταλαβαίνεις πως η ίδια η ζωή είναι το συγκλονιστικότερο μυθιστόρημα.
Μιά παρατήρηση: Σε ένα πράγμα μόνο οι Μακρηνοί στάθηκαν πιό τυχεροί από τους Σμυρνιούς- στο ότι έφυγαν πιό "ομαλά"- το θέμα ήταν να εγκαταλείψουν τη γη τους εντός συγκεκριμένων ωρών και να βρουν βάρκα να διαφύγουν. Ο κεμαλικός στρατός δεν είχε μπει στη Μάκρη, όπως είχε συμβεί στη Σμύρνη, και η εκκένωση δεν συνοδεύτηκε από τις σφαγές εκείνες που μας τις είπαν 'ΣΥΝΩΣΤΙΣΜΟ".
Σημείωση¨Για πληρέστερη κατατόπιση διαβάστε και το άρθρο "ΣΜΥΡΝΗ ΜΟΥ ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ" που αναφέρεται σε παρόμοιες καταστάσεις αλλά θεατροποιημένες.