Μόλις το συνειδητοποίησα ότι η ώρα είχε περάσει, έκανα ένα ζάπινγκ στο παιχνίδι να δω που βρισκόταν το σκορ, εκείνη τη στιγμή η Ρόμα έχανε 1-0 στο γήπεδο της, και πολύ συνειδητά ξαναγύρισα στην ταινία διότι το μυαλό μου κι η επιθυμία μου είχαν κολλήσει σε αυτήν. Εμεινα μέχρι το τέλος , ήταν αδύνατον πιά να φύγω από το φιλμ και μόνο προς το τέλος του παιχνιδιού , όπως υπολόγιζα, έκανα ένα ακόμα ζάπινγκ για να δω που βρισκόταν το σκορ κι είδα τη Ρόμα να χάνει 2-0. Το ήθελε κι ο Θεός να (ξανα)δω το φιλμ.
Μου είχε ξανασυμβεί, μια φορά που παίζαμε χαρτιά με την παρέα κι είχαμε την τηλεόραση απέναντι μας, χωρίς να της δίνουμε σημασία. Και ξαφνικά άρχισε το «UMBERTOD» του Βιττόριο Ντε Σίκα. Μια κλεφτή ματιά ο πρώτος, τον βρίζει ο δεύτερος «τι κοιτάς εκεί ρε;», κοιτάει και κολλάει κι αυτός, ακολουθεί κι ο τρίτος, μετά κι ο τέταρτος και αστραπιαία το παιχνίδι της τράπουλας έμεινε στο ξεκίνημα διότι μας είχε παρασύρει όλους το φιλμ.
Θέλω να πω πως η δύναμη των πραγματικά καλών ταινιών είναι τέτοια που μπορούν να σε βγάλουν ανετότατα από το πρόγραμμα σου είτε παρακολουθείς ματς είτε παίζεις χαρτιά. Δύο περιπτώσεις υποτίθεται για πολύ «φανατικές» διαθέσεις.
Και χτες, με όλη την ψυχολογική προετοιμασία να δω τη Ρόμα, στο γήπεδο της, για το COPPAITALIA, όπου την Κυριακή άκουγα στη DOMENICASPORTIVA, στη RAI, για το τι συμβαίνει στην ομάδα κι έχει τέσσερις συνεχόμενες ισοπαλίες κι όλοι περιμένουμε αυτό το παιχνίδι του «Κυπέλλου» κι είμαστε οπαδοί της και ξαφνικά η περιέργεια και μια εσωτερική παρόρμηση με σπρώχνει στο ζάπινγκ και ιδού ο «Βαρυποινίτης του Αλκατράζ»… ε, έχει σημασία. ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ. Πως ξεχάστηκα
Μα κόλλησα. Διότι έβλεπα την ιστορία, την έκφραση του Μπαρτ Λάνκαστερ, το υποβλητικό ασπρόμαυρο και σκεφτόμουν πως δεν υπάρχουν τέτοια φιλμ στο σημερινό σινεμά. Όχι, δεν υπάρχουν, Και να μη λένε για το Χόλυγουντ, για το Χόλυγουντ ΕΚΕΙΝΟ οι διάφοροι άσχετοι περί του σινεμά ψευτοθεωρητικοί διότι σε εκείνο το Χόλυγουντ ένας σταρ ηθοποιός έκανε ταινία για ένα έγκλειστο, καταδικασμένο για διπλό φονικό, που αφιέρωσε τη ζωή του στα πουλιά, μέσα από κει διοχετεύτηκε η όποια απωθημένη τρυφερότητα του κι έγινε ειδικός πτηνολόγος… Και πόσο απλώνεται η ταινία στους χαρακτήρες, στο διευθυντή των φυλακών που παίζει παιχνίδι εξουσίας μαζί του και τον υποδυόταν ο Καρλ Μάλντεν, στον έγκλειστο που τον κάνει αληθινή δημιουργία ο Τέλλυ Σαβάλας με κάτι υπέροχους μονολόγους και μία δόση «χαζού» κι «επικίνδυνου» που έχει βάλει στο παίξιμο του ή εκείνη τη φοβερή κι ελεεινή μάνα πού έπαιζε η μεγάλη καρατερίστα Θέλμα Ρίττερ στην 6η της υποψηφιότητα για το Οσκαρ)- μια γυναίκα που προτιμά τον γιό της ισοβίτη στο κάτεργο παρά να βγεί από τη φυλακή και να της φύγει, να πάει να ζήσει με μια άλλη γυναίκα…
Θυμήθηκα ένα ανάλογο περιστατικό της παιδικής μου ηλικίας από μια οικογένεια που γνωρίζαμε με το γιό ισοβίτη κατάδικο για πολιτικά που είχε βγει το 1966 με τους τελευταίους της Παπανδρεικής Αμνηστίας του 1964 κι η μάνα του, η φοβερή και τρομερή Κυρά-Ρήνη (μπρρρ!!!), επειδή της είχε παρουσιαστεί νύφη στον ορίζοντα στεναχωριόταν που θα έβγαινε ο μονάκριβος της(και το «μονάκριβος» δεν το λέω ειρωνικά). Σκεφτείτε όμως….! Τι είναι ο Ανθρωπος. …
Όχι φίλοι. ΕΚΕΙΝΟ το Χόλυγουντ δεν έχει σχέση με το σημερινό. Ένα σενάριο σαν του «Βαρυποινίτη…» στις μέρες μας θα το έσπρωχναν οι executivesυπάλληλοι της κονόμας , των πολυεθνικών και των… Οίκων Αξιολόγησης, στη μικρή θυγατρική εταιρία για να το κάνει «ανεξάρτητο». Θα έγραφαν κάποιοι μερικές «παπαριές» περί «ανεξάρτητου» και θα βλέπαμε ένα έργο δύσθυμο, δυσκίνητο και μίζερο που θα είχε χάσει τους χυμούς του. Στο παλιό Χόλυγουντ αυτά τα έργα, που ήταν πάμπολλα και κρατούσαν το σινεμά ΖΩΝΤΑΝΟ γυρίζονταν με τους κανόνες του στούντιο. Διότι το στούντιο τότε τέτοια έργα έκανε.. ‘Η ΚΑΙ τέτοια.. Και με τους κανόνες του στούντιο έβγαινε ένας κινηματογράφος τόσο εξακολουθητικός και διαρκής ώστε να σε κάνει να ξεχνάς στο άλλο κανάλι τη Ρόμα και το Κύπελλο Ιταλίας, 53 χρόνια αργότερα!!!!!!!!!
Αν δεν το κατέγραφα, θα ντρεπόμουν τον εαυτό μου.