Η «ΜARVEL» είναι ταυτόσημη έννοια με τα κόμικς και τα εικονογραφημένα βιβλία της έφτιαξαν μια νέα κατάσταση στο είδος που συλλήβδην αποκαλείται «blockbuster». Στις τελευταίες της ταινίες με τους υπερήρωες παρατηρώ ότι δεν δείχνουν να επαναπαύονται στις δάφνες των πετυχημένων προιόντων τους αλλά δειλά - δειλά επιχειρούν κι ανανέωση.
Αυτό που μου έκανε εντύπωση στο τωρινό «Captain America» είναι πως σαν να ήθελαν λίγο να εμβολιάσουν την τωρινή ταινία με στοιχεία της περιπέτειας κι όχι των οπτικών εφφέ. Βεβαίως και τα οπτικά εφφέ είναι αυτά που στο τέλος βγαίνουν νικητές, όμως, στην ανάδειξη τους συνέβαλε πιστεύω το γεγονός ότι περισσότερο από προηγούμενες φορές τα ενέταξαν στη δράση και λιγότερο τα είχαν ως αυτοσκοπό.
Όπως ξεκινά η υπόθεση κι όπως εξελίσσεται το μεγαλύτερο κομμάτι του πρώτου μέρους που ξεκινήσαμε από τη Νιγηρία , τις τρομοκρατικές επιχειρήσεις, την ενεργοποίηση των υπερ-ηρώων κι όλα τα σχετικά, το μυαλό μου έτρεξε στο «ΤΕΛΕΣΙΓΡΑΦΟ ΤΟΥ ΜΠΟΡΝ» και σε όλη την τετραλογία εκείνη. Μπορούσε δηλαδή αυτή την ταινία να την απολαύσει , με μεγαλύτερη άνεση από όσο τις προηγούμενες, κι ο φίλος των περιπετειών δράσης κι όχι αποκλειστικά ο fanτων ταινιών κόμικς. Χωρίς από την άλλη να λείπουν τα στοιχεία εκείνα που θα έκαναν τον fanτων κόμικς να απογοητευθεί ή να αισθάνεται ότι του το παραβάρυναν. Κάθε άλλο. Αφού η δράση υπάρχει και καλείται να ξεσηκώνει με τους ταχείς ρυθμούς της αλλά όπως αυτή θα έτρεχε σε μια περιπέτεια συνωμοσιών χωρίς υπερήρωες (άσχετο αν κι ο Μπορν κάποιες φορές δρά ως εν δυνάμει υπερήρωας, απλώς γήινος) γιατί να απογοητευθεί ο fan τη στιγμή που καραδοκούν, κάθε τόσο να επέμβουν οι υπερ-ήρωες και να δώσουν χαρα στους θεατές κι όχι μόνο στους… στενούς φίλους.
Η ομάδα των υπερ-ηρώων μου φάνηκε πολύ καλά συντονισμένη, σαν να είχαν δουλευτεί πολύ καλά μεταξύ τους ο ΚΡΙΣ ΕΒΑΝΣ, ο ΡΟΜΠΕΡΤ ΝΤΑΟΥΝΙ τζ (και με το ωραίο εφφεδάκι που τον δείχνει στην αρχή σχεδόν έφηβο), η ΣΚΑΡΛΕΤ ΓΙΟΧΑΝΣΟΝ, ο ΤΖΕΡΕΜΥ ΡΕΝΕΡ (που δεν είχε εδώ μεγάλο ρόλο), ωστόσο, δεν το κρύβω πως μου έλειψε ο starguest, ίσως επειδή στην προηγούμενη ταινία ήταν ο εκθαμβωτικός ΡΟΜΠΕΡΤ ΡΕNΤΦΟΡΝΤ που δεν είχε και πολλά να ρισκάρει, δηλαδή να αναγκαστεί να παίξει και να προδώσει δυσκαμψία, όπως του συμβαίνει συχνά τελευταίως (ίσως και παλιότερα αλλά τον έσωζε το χαμόγελο) ωστόσο λόγω εκτοπίσματος, ανέβαζε την ταινία. Εδώ δεν είχαμε ούτε τον ίδιο ούτε κάποιον ανάλογο κι αυτό το στοιχείο το βρήκα μείον, αν κι έχει μια λογική ότι προφανώς ήθελαν να προβάλλουν την ομάδα κι όχι τον ένα συγκεκριμένο «κακό» αφού εδώ ο «κακός» είναι ο ίδιος ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ του συμπληρωματικού τίτλου.
Από τους ηθοποιούς θα ήθελα να σημειώσω ξεχωριστά τον ΤΟΜ ΧΟΛΑΝΤ στη νεανική φάση του Spiderman ο οποίος ήταν αυτός που έδωσε κάτι παραπάνω στο ρόλο του. Αν και με εκνεύρισε η ευκολία να παίξει με τα χέρια, σαν να μη ήξερε τι να τα κάνει και μονίμως τα έπλεκε και τα ξέπλεκε, από την άλλη, με αυτό τον τρόπο ακόμα κι αν δεν ήταν αρχική πρόθεση, έδωσε στον «spiderman» και άγχος της ηλικίας κι αμηχανία και συντόνισε τα χέρια με το τρόπο ομιλίας , ένα αδιόρατο «τραύλισμα» που συχνά το συναντάμε σε ηθοποιούς της «μεθόδου» όταν «μαρλονμπραντίζουν» ή «πατσινίζουν» ή «ντενιρίζουν»-αυτός μου έδωσε άλλη εντύπωση, σαν να είχε σκηνοθετηθεί μόνος του κι οι αδελφοί ΡΟΥΣΟ τον παρατηρούσαν και τον κατέγραφαν.
Διότι οι ΑΔΕΛΦΟΙ ΡΟΥΣΟ, ο ΑΝΤΟΝΥ κι ο ΤΖΟ, που υπογράφουν την σκηνοθεσία, οι οποίοι δραστηριοποιούνται στο χώρο της παραγωγής πρωτίστως κι οι σκηνοθεσίες έχουν να κάνουν με την κινηματογραφικά αποτελεσματική διεύθυνση της παραγωγής, δεν μου φαίνονται για δάσκαλοι ηθοποιών , όμως, ως παραγωγοί, που γράφουν και σενάρια πάνω στο συγκεκριμένο είδος , αντιλαμβάνονται τι κάνει ο κάθε ηθοποιός, πόσο πιασάρικη μπορεί να είναι μια επινόηση πάνω στην ηθοποιία και μπορούν να την κρατάνε και να την καταγράφουν. Είναι δηλαδή πάνω από όλα καλοί παραγωγοί. Κάπως έτσι περιποιήθηκαν και τον ΝΤΑΝΙΕΛ ΜΠΡΥΛ στα πλαίσια όμως της «ομάδας» και του έκαναν πλάνα που να «μείνουν» με τη δραματική έμφαση στην έκφραση.
Η «MARVEL» φτιάχνει….LIBRARY, μια δική της «Ταινιοθήκη» η οποία ίσως κάποτε γίνει αντικείμενο μελέτης πάνω στο ΕΙΔΟΣ.
Όπως και το γεγονός πως ενώ στο είδος αυτό τα οπτικά εφφέ παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο, Οσκαρ δεν παίρνουν (με εξαίρεση το «Spiderman 2») κι αυτό σε μεγάλο βαθμό έχει να κάνει με το ότι το εφφέ πρέπει, στο μέτρο του εφικτού, να εξυπηρετεί τη δράση, το σενάριο, κι όχι να είναι αυτοσκοπός.