Και φυσικά, αγαπιούνται κι από τους μεγάλους, όπως κάθε τι γνήσιο. Το γνήσιο δεν έχει ηλικία στην οποία να απευθύνεται υποχρεωτικώς.
Λοιπόν, αφεθείτε και παρακολουθείστε. Στην εποχή των Αμαζόνων, εκεί που οι γυναίκες ελέγχουν μια ολόκληρη περιοχή, με εποπτεύουσα την «βασίλισσα» Ιππολύτη, ξαφνικά καταφθάνει από θαλάσσης νεαρός, ντυμένος με παράξενα, για αυτές ρούχα, τα οποία είναι στρατιωτικά . Τον περιθάλπει, κατά κάποιο τρόπο, η πριγκίπισσα των Αμαζόνων Νταιάνα , με τις λοιπές Αμαζόνες ενάντιες που καταπατήθηκε το άβατο από άντρα και πριν θυμώσουν, βλέπουν να καταφθάνει ολόκληρος στόλος. Είναι Γερμανοί. Εκείνες , σωστές ετοιμοπόλεμες, ετοιμάζουν βέλη και σπαθιά για να τους αντιμετωπίσουν αλλά οι Γερμανοί έχουν όπλα. Και ξεπαστρεύουν πολλές.
Τώρα τα πράγματα περιπλέκονται. Ο νεαρός αποκαλύπτει, ότι είναι κατάσκοπος των Βρετανών που παρακολουθεί τους Γερμανούς κι ενπάση περιπτώσει η πριγκίπισσα Αμαζόνα Νταιάνα θα τον ακολουθήσει για να δώσει η ίδια το τέλος στο Κακό, δηλαδή στον Πόλεμο βοηθώντας τον να καταστραφεί φονικό χημικό όπλο που ετοιμάζουν οι Γερμανοί και να πρωτοστατήσει στο Τέλος του Κακού. Η Νταιάνα εγκαταλείπει το γυναίκειο βασίλειο κι ακολουθεί το νεαρό στο Λονδίνο όπου τίθεται στην υπηρεσία της Αντάντ, δηλαδή των Βρετανών, με τελικό σκοπό την παρείσφρηση στα γερμανικά άδυτα.
Κι έτσι, το παραμύθι γίνεται και κατασκοπική περιπέτεια για παιδιά, διασκεδάζουμε πάρα πολύ με τις ιδέες και τα ευρήματα και κάπου συνειδητοποιούμε, τουλάχιστον ο υπογράφων , ότι τούτο είναι πιό «σοβαρό» από τους «Συμμάχους» για παράδειγμα του Ζεμέκις με τον Μπραντ Πιτ και την Μαριόν Κοτιγιάρ. Πιο διασκεδαστικό, πιο χαριτωμένο, πιο απροκάλυπτα παραμυθένιο.
Βέβαια, δεν έχει , ως σενάριο πολύ άπλωμα στη δράση. Εννοώ πως δεν απλώνεται σε πολλούς χώρους, δεν μας μεταφέρει από εδώ κι από εκεί, δεν γίνεται ένας «Ιντιάνα Τζόουνς» διότι το επιτελείο Ζακ Σνάιντερ δεν είναι επιτελείο Σπίλμπεργκ, ο Σνάιντερ δεν είναι Σπίλμπεργκ.
Βέβαια, δεν σκηνοθετεί ο Σνάιντερ αλλά η ΠΑΤΤΥ ΤΖΕΝΚΙΝΣ. Η οποία εκλήθη να αναλάβει ένα συγκεκριμένο project , στο οποίο να δώσει και κάποιες δικές της ιδέες. Ετσι γίνεται σε αυτές τις δουλειές κι ας νομίζουν εκείνοι που δεν γνωρίζουν πως λειτουργεί το Σύστημα ότι οι σκηνοθέτες αυτών των ταινιών είναι κάτι σαν υπάλληλοι, χωρίς πρωτοβουλία, που απλώς κάποιος τους διατάζει. Κανένας από αυτούς τους blockbuster- άδες δεν είναι τέτοια περίπτωση, απλώς άλλοι είναι περισσότερο κι άλλοι λιγότερο ταλαντούχοι. Στην περίπτωση της Πάττυ Τζένκινς γίνεται προφανές, αν όχι ορατό, το γιατί κάλεσαν αυτήν. Αν δεν ήταν η ίδια που μπορεί να πλησίασε τον Ζακ Σνάιντερ και να του συζήτησε μια γενική ιδέα περί ενός blockbuster με Αμαζόνες. Διότι μέσα στη συνολική αντιμετώπιση του blockbuster, στην οποία η σκηνοθέτης μένει πιστή και συνεπής ως επαγγελματίας , βλέπουμε κάποιες πινελιές ξεχωριστές σε κάποια σημεία ,κάποιες σκηνοθετικές πινελιές εννοώ, που επισημαίνουν και κάτι κι υπάρχει και μια λεπτότητα στην προσέγγιση των Αμαζόνων. Όταν εγκαταλείπει το Βασίλειο η Νταιάνα για να ακολουθήσει τον άντρα, η σκηνή με την αρχηγό είναι πολύ λεπτά επεξεργασμένη, υπάρχει ένας αδιόρατος φεμινιστικός ερωτισμός, το έχει περάσει η σκηνοθέτης μέσα από λεπτούς ερμηνευτικούς τόνους στις ηθοποιούς ώστε να «υπογράψει» τη σκηνή.
Προς Θεού, μη φανταστείτε ότι αυτή η σκηνή στην οποία αναφέρομαι είναι που καθορίζει το έργο, θα το καταλάβατε άλλωστε πως δεν μιλάμε για τα υπαρξιακά και τα φεμινιστικά της Αμαζόνας . Δεν είναι καθοριστική για το έργο, είναι όμως καθοριστική για όσα σας έλεγα πιο πάνω.
Εννοείται πως το έργο, κρατά το φεμινισμό στα πλαίσια ενός blockbuster- για να είμαστε ξηγημένοι.
Η πρωταγωνίστρια ΓΚΑΛ ΓΚΑΝΤΟΤ προβάλει δυναμισμό ταυτόχρονα με τη γοητεία της και μπορεί και κρατά το έργο πάνω της. Κι αυτό δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητο. Κι είναι κι όμορφη, έτσι; Βασικό προσόν.
Από αυτούς που την πλαισιώνουν ο ΝΤΕΗΒΙΝΤ ΘΟΥΛΊΣ παίρνει τα εύσημα καθώς κι ο ΣΑΙΝΤ ΤΑΓΜΑΟΥΙ που δίνει κωμικό χαρακτήρα στην ερμηνεία του αν κι ο ρόλος ήθελε λίγη αξιοποίηση παραπάνω από τους σεναριογράφους προκειμένου να αξιοποιηθεί κι ο ηθοποιός που τα καταφέρνει τόσο καλά. Ωστόσο, πολλές φορές θυσιάζουν κάποιους ώστε να μην ξεφύγει το έργο προς άλλη κατεύθυνση.
Η ΡΟΜΠΙΝ ΡΑΙΤ δεν κάνει εδώ τίποτε, η ΚΟΝΙ ΝΙΛΣΕΝ έχει την ωραία σκηνή με το φεμινιστικό υπο-ερωτισμό, που ανέφερα πιο πάνω, τα εφφέ κάνουν αποδοτικά τη δουλειά τους. Μια απορία έχω να διατυπώσω ως προς τη φωτογραφία, που την έχω διατυπώσει κι άλλες φορές εσχάτως: Παρατηρώ στα blockbusterτελευταίως να επικρατεί μια «σκοτεινιά» στη φωτογραφία, σαν να μη θέλουν να προβάλουν χρώματα. Προφανώς και υιοθετούν την αισθητική των κόμικς αλλά και λίγη παραπάνω φωτεινότητα νομίζω δεν θα έβλαπτε.
Ο ΚΡΙΣ ΠΑΙΝ είναι εντελώς παρτενέρ της Γκαλ Γκαντοτ και τίποτε περισσότερο.
Μια λοιπόν κι ο καιρός αυτή την περίοδο συμπεριφέρεται βασανιστικά στις θερινές αίθουσες, το «WonderWoman» είναι μια λύση για όποιον δεν θα ήθελε να καταφύγει στις χειμερινές, στα πολυσινεμά, σε άλλους καλοκαιρινούς καιρούς…