Επίσης, θα ήθελα να πω ότι κι ο σκηνοθέτης ΣΕΜΠΑΣΤΙΑΝ ΛΕΛΙΟ, Αργεντίνος που έκανε το φιλμ για λογαριασμό της Χιλής, δεν υπολείπεται υψηλών ικανοτήτων. Είναι καλός και στην αφήγηση και στη διεύθυνση ηθοποιών και στην ατμόσφαιρα και ξέρει να κρατήσει τον θεατή. Βέβαια, τον βοηθάει και το σενάριο.
Το σημαντικότερο, όμως, που μας προσφέρει αυτό το έργο, και που σε αυτό το επίπεδο αξίζει τον θαυμασμό , είναι πως παίρνει ένα θέμα της κοινωνικής ζωής και το μεταπλάθει, το μεταβολίζει , σε καλλιτεχνική δημιουργία. Αντί να μιλήσει με καταγγελίες και τσιτάτα για το θέμα των τρανσέξουαλς και την αναγνώριση τους ως αυτόνομων οντοτήτων στην κοινωνία με βάση την ταυτότητα της επιλογής του φύλου που κυριαρχεί εντός τους, το κάνει σενάριο, το κάνει υπόθεση, του δίνει ενδιαφέρον ακόμα κι αστυνομικό. Με άλλα λόγια το κάνει κινηματογράφο και πλέον ο θεατής έχει πάρει μαζί του το κοινωνικό ζήτημα, χωρίς να έχει πέσει πάνω σε ενοχλητικά κηρύγματα αλλά το παίρνει με τον τρόπο που ξέρει να το πράττει αυτό η Τέχνη.
Κι ο κινηματογράφος του Σεμπαστιάν Λέλιο είναι ένας πολύ όμορφος κινηματογράφος, που θυμίζει επιρροές ή καλύτερα αν το θέλετε, ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ, από τον κινηματογράφο του Πέδρο Αλμοδόβαρ, χωρίς να μιμείται αλλά πλέον αυτό το σινεμά είναι ένα ΕΙΔΟΣ που το έφερε στην οθόνη ο μεγάλος Ισπανός.
Επειδή έχω μιλήσει με τρανσέξουαλς και γνωρίζω το πρόβλημα και τους διεκδικητικούς αγώνες για την αναγνώριση φερειπείν του θηλυκού γένους όταν αναφέρονται σε αυτές, εφόσον αναφερόμαστε στη γυναικεία επιλογή, διεκδικώντας έτσι ταυτότητα φύλλου σε μια κοινωνία που τους αντιμετωπίζει ως τη χείριστη εκδοχή της ομοφυλοφιλίας, εκτίμησα πολύ τον τρόπο με τον οποίο μας το έδωσε η ταινία.
Και το εκτίμησα επειδή η ταινία κατάφερε να μας απορροφήσει μέσα από την υπόθεση της και χάρη σε αυτήν να μας δείξει το ζήτημα. Και φυσικά να το στηλιτεύσει αλλά μέσω της ιστορίας που διηγείτο κι όχι της μπροσούρας.
Η ηρωίδα του έργου είναι τρανσέξουαλ. Με καταπληκτική φωνή, όπως κι η ηθοποιός που την παίζει η οποία τραγουδά κι άριες, και με την όπερα θα ασχοληθεί κι η ηρωίδα η οποία για την ώρα αντιμετωπίζει ένα άλλο ζήτημα: Εχει δεσμό με ένα γοητευτικό 57άρη, χωρισμένο, ζουν μαζί, στο ίδιο διαμέρισμα, κι ένα βράδυ εκείνος, στη διάρκεια του ύπνου, αισθάνεται μια παράξενη αδιαθεσία. Μέχρι να τον ετοιμάσει η ηρωίδα, η Μαρίνα, για να τον μεταφέρει στο νοσοκομείο, εκείνος προλαβαίνει από αδυναμία να κουτρουβαλήσει τις σκάλες και να υποστεί και μώλωπες που θα χρησιμεύσουν παρακάτω στο σενάριο. Η Μαρίνα τον οδηγεί εσπευσμένα στο νοσοκομείο, όμως οι γιατροί δεν καταφέρνουν να τον σώσουν- ανεύρυσμα η αιτία.
Και τότε, η Μαρίνα θα έρθει αντιμέτωπη με μια κατάσταση, απέναντι στην οικογένεια του, με την οποία ο μακαρίτης δεν ζούσε πιά μαζί, η οποία οικογένεια θα της κηρύξει πόλεμο εξόντωσης. Όχι μόνο θέλουν να την πετάξουν από το διαμέρισμα και να της πάρουν και το αυτοκίνητο, για τα οποία η Μαρίνα δεν έχει την παραμικρή αντίρρηση αλλά της παίρνουν βιαίως και τον σκύλο που της είχε χαρίσει εκείνος. Και δεν σταματά εδώ το θέμα. Μα παρεμβαίνουν κι οι Αρχές και την περνούν από σαράντα κύματα ανακρίσεων διότι οι μώλωπες στο πτώμα θεωρούνται ύποπτοι. Κι ας έχουμε δει οι θεατές την πάσα αλήθεια. Και βέβαια οι ύποπτοι δεν είναι οι μώλωπες αλλά ύποπτη είναι η ίδια η Μαρίνα επειδή ως τρανσέξουαλ οι αστυνομικές αρχές και το περιβάλλον του καλού της, την βλέπουν με τη γνωστή προκατάληψη κι ως ομοφυλόφιλο στα όρια της εσχατιάς.
Η Μαρίνα όμως είναι δυναμική και θα δώσει μεγάλη μάχη η οποία μάχη εντάσσεται στο αλμοδοβαρέικου τύπου κλίμα της όλης ταινίας κι όχι στο είδος «καταγγελίας» ή στεγνού κοινωνικού δράματος. Όλα λειτουργούν στην εντέλεια.
Η μόνη ένσταση, η οποία θα παρακαλούσα να σημειωθεί ως προσωπική κι όχι ως αντικειμενική, αφορά στη «λύση». Όπως οι εκθέσεις χωρίζονται σε πρόλογο, κυρίως θέμα κι επίλογο, έτσι και τα σενάρια χωρίζονται σε τρείς ενότητες: «Δέση», «Σύγκρουση» και «Λύση». Στη «δέση» παίρνουμε τις πληροφορίες, στη σύγκρουση οδηγούμαστε μέσω ενός switch στην κύρια πλοκή. Στη «λύση» που είναι και το τρίτο μέρος, η τρίτη ενότητα, πάλι μέσω ενός switch οδηγούμαστε στο τελευταίο κομμάτι, στη λύση, στην κάθαρση. Ενώ λοιπόν στο συγκεκριμένο σενάριο έχουμε εκπληκτικές «δέση» και «σύγκρουση», στη «λύση» προσωπικά θεώρησα ότι η ταινία έκανε το ελάχιστο που θα μπορούσε να οδηγήσει εκεί, το ελάχιστο σε σχέση και σύγκριση με ό,τι είχε προηγηθεί. Όμως ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΑ αυτό που συμβαίνει είναι απολύτως συμβατό με την όλη ιστορία, ίσως να είναι και το πιο ενδεδειγμένο, ίσως να θεωρηθεί κι ωραία ως κάθαρση… Αντικειμενικά, πάντα
ΥΓ. Τελικώς η ταινία όχι μόνο υποβλήθηκε από τη Χιλή, όπως έγραφα στην εισαγωγή το φθινόπωρο από τις «Νύχτες Πρεμιέρας», όχι μόνο μπήκε στην πεντάδα αλλά είναι αυτή που κατέκτησε το ΟΣΚΑΡ ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ 2018