Ο «ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΣΤΑΛΙΝ» εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία, όπου ναι μεν διασκεδάζεις αλλά κι από την άλλη, όσο αντισταλινικός κι αν είναι κανείς, δεν μπορεί να μη δει μια δόση υπερβολής στον σαρκασμό, στη στόχευση, στην ευθεία βολή.
Το σενάριο , σε γενικές γραμμές, είναι έξυπνο κι έχει και το άλλοθι, ως προς την υπερβολή του, στο γεγονός πως βασίζεται σε γαλλικό κόμικς , άρα η καρικατουροποίηση είναι πρώτη ύλη για τη συγκεκριμένη ταινία κι οφείλει να το λάβει υπόψη του κανείς στην κριτική του.
Ξεκινά πολύ όμορφα με μια χαριτωμένη κι έξυπνη σκηνή στο ραδιοφωνικό σταθμό, που δείχνει την ζωντανή μετάδοση της εκτέλεσης ενός κοντσέρτου , που, από κάποια «αβλεψία» δεν ηχογραφήθηκε κι αίφνης ο σύντροφος Στάλιν ζήτησε να την ξανακούσει Και τότε σήμανε γενικός συναγερμός. Μόνο που βρισκόμαστε στο 1953 στις αρχές του και μια μουσικός της ορχήστρας , μαζί με την ηχογράφηση στέλνει κι ένα ραβασάκι στον Σύντροφο, στο οποίο τον κατηγορεί για τα μύρια, κι όταν ο Στάλιν το διαβάζει του έρχεται … νταμπλάς και σωριάζεται. Κι ύστερα από λίγο πεθαίνει.
Πράγματι, με έξυπνο τρόπο το σενάριο (από κόμικς) βρίσκει τρόπους να πάρει πρόσωπα μέσα από την ορχήστρα και το ραδιόφωνο, να τα διαμορφώσει σε κωμικούς χαρακτήρες, να τα συνδέσει με το…. Ανώτατο Σοβιέτ, από τον Κομισάριο Μπέρια ως τον Νικήτα Χρουτσώφ που θα αναλάβει τη διαδοχή κι όλους τους διάσημους του σοβιετικού «polit bureau» των ημερών εκείνων , και να φτιάξει τη σάτιρα του. Από κει και μετά, πολλά ελέγχονται ως προς τη σάτιρα αυτή και το μεγαλύτερο κέρδος στην παρακολούθηση είναι οι συνωμοσίες και το παρασκήνιο, όπου υπόθεση κι ατμόσφαιρα ακολουθούν γραμμή κατασκοπικής, ψυχροπολεμικής ταινίας κι αυτό που μεταβάλει την ταινία σε σάτιρα είναι η κωμική κατεύθυνση των ηθοποιών στις ερμηνείες τους. Σαν να παίζουν ένα ψυχροπολεμικό κατασκοπικό, με κωμικό τρόπο. Αυτό είναι και το πιο ευφυές που συμβαίνει στην ταινία και κάπως έτσι αντλεί τον όρο «σάτιρα» και τον κάνει «χαρακτηρισμό είδους». Συν το γεγονός πως παίζεται με τριμερή αυτοσυγκράτηση.
Οι ηθοποιοί έχουν απόλυτη συναίσθηση του τι παίζουν κι όχι μόνο οι Βρετανοί, όπως ο ΣΑΪΜΟΝ ΡΑΣΕΛ ΜΠΗΛ που «σκίζει» ως Μπέρια,ή ο ΜΆΙΚΛ ΠΑΛΙΝ κι ο ΤΖΕΪΣΟΝ ΑΙΖΑΑΚΣ που κάνει «σταρ» τον Στρατάρχη Ζουκοφ όσο κι οι μη Εγγλέζοι, ο θαυμάσιος ΣΤΗΒ ΜΠΟΥΣΕΜΙ ως ΚΡΟΥΤΣΌΦ για παράδειγμα μα κι η ΟΛΓΑ ΚΟΥΡΙΛΕΝΚΟ που δεν το έχει το κωμικό μέσα της αλλά της εναρμονίζουν το δραματικό και καλά ρόλο της με το πνεύμα των υπολοίπων, ενώ σε πολλούς , στον τρόπο ερμηνείας και γραφής ρόλου, όπως τα παιδιά του Στάλιν , ο ΡΟΥΠΕΡΤ ΦΡΕΝΤ που παίζει τον Βασίλι κι η ΑΝΤΡΕΑ ΡΑΪΖΜΠΟΡΟ που υποδύεται την Σβετλάνα, καθιστούν αμφίβολο το αν εδώ επιδιώχτηκε σάτιρα….
Σε μιά σάτιρα, όμως, και μάλιστα τέτοιου τύπου που έχει να κάνει με ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα, δεν εξετάζουμε τόσο το «περιεχόμενο» όσο το πώς την επεξεργάζονται. Από καλλιτεχνικής απόψεως , το σημαντικότερο που βρίσκω σε αυτή την ταινία είναι η κινηματογραφική μεταφορά ενός κόμικς που επιτίθεται σε πολιτικά πρόσωπα μιάς χώρας και μιάς εποχής και στο πως η ταινία επιχειρεί να μεταβάλει σε χαρακτήρες σατιρικούς τις καρικατούρες του κόμικς. Από αυτή την άποψη, τιμώ το σενάριο , το οποίο δείχνει να έχει περάσει από πολλά στάδια μια και στους τίτλους αναφέρεται όχι μόνο το κόμικς του ΦΑΜΠΙΕΝ ΝΟΥΡΙ αλλά και πρωτότυπο σενάριο που γράφτηκε από τον ίδιο. Τη σκηνοθεσία υπογράφει ο ΑΡΜΑΝΤΟ ΙΑΝΟΥΤΣΙ, ο οποίος έχει ανακατευτεί και στο σενάριο κι είναι γνωστός για τηλεοπτικές σάτιρες του αλλά και για την ταινία «IN THE LOOP», που αν κι υποψήφια για Οσκαρ Διασκευασμένου Σεναρίου το 2010, με είχε αφήσει αμήχανο στην παρακολούθηση και στην κατανόηση των όσων συνέβαιναν.