Μιλώ για ενστάσεις περί του βραβείου σεναρίου, επειδή, με πρώτη και γυμνή ματιά, αισθανόμαστε κάποιες ελλείψεις. Θα τολμούσα να πω κάποιες ελλείψεις ανάλογες με εκείνες του «Ταξιτζή». Μόνο που εκεί οι «τρύπες» υπάρχουν ως προς την προϊστορία του ήρωα. Εδώ δεν έχουμε ελλείψεις ακριβώς στην προϊστορία του ήρωα όσο έχουμε ελλιπείς πληροφορίες ή μάλλον αξεκαθάριστες θέσεις για αυτή την προϊστορία
Και επειδή είναι τέτοια η γραφή, οι ελλείψεις μας ακολουθούν σε όλη τη διαδρομή της ταινίας.
Παράλληλα, όμως, απολαμβάνουμε (ναι, απολαμβάνουμε!) ένα σινεμά απόλυτης έντασης, εσωτερικής αλλά κι εξωστρεφούς όταν έρχεται η ώρα, κατάστασης, ώστε στο τέλος, έστω και μαζοχιστικά να γοητευόμαστε. Άλλοι περισσότερο, επειδή αφεθήκαμε στην ένταση, κι άλλοι λιγότεροι διότι αισθάνονταν, και δεν έχουν άδικο, ότι αυτό που είδαν, ήταν τελικώς κάτι «λίγο».
Ηταν όμως πράγματι λίγο;
Παραμένω με τις επιφυλάξεις καθώς το στριφογυρίζω στο μυαλό μου. Διότι αυτό που είδαμε κι η εξ αυτού ένταση είναι μία ΠΑΡΑΝΟΙΑ. Εδώ κρύβεται το μυστικό της ταινίας. Στο ότι καταγράφει (δεν λέω τη λέξη «εξετάζει») μια παράνοια. Κι η παράνοια αυτή , που είναι παράνοια του ήρωα, ο οποίος έρχεται από ένα ταραγμένο κόσμο τον οποίο τα flash back τον υπαινίσσονται και δεν το ξεκαθαρίζουν, απλώνεται σιγά - σιγά σε όλο το φιλμ. Κι έτσι ενώ έχουμε έλλειμμα ως προς αυτό που λέμε «υπόθεση», κάπου συναισθανόμαστε ότι δεν μας ήταν στη συγκεκριμένη ταινία τόσο κεφαλαιώδους σημασίας διότι υπερνίκησε η παράνοια.
Κι όταν αυτό γίνει αντιληπτό, τότε πολλά πράγματα αρχίζουν και μπαίνουν στα κουτάκια τους. Σύμφωνα με τα flash-back, ο ήρωας έρχεται από κάπου που γινόταν πόλεμος, δείχνει στο παρόν εξαιρετικά διαταραγμένος, παίζει με τον εαυτό του συνεχώς παιχνίδια κινδύνoυ, ένα άλλο flash-back επαναλαμβανόμενο μας τον δείχνει από μικρό να βάζει το κεφάλι του σε μιά νάυλον σακούλα ,κάτι που συνεχίζει και στο σήμερα. Μαζί με μερικά ακόμα παρανοϊκά κι επικίνδυνα. Ο τύπος δείχνει διαταραγμένος, δείχνει να κουβαλά το βάρος και την αηδία ενός κόσμου , που μόνο η βία μπορεί και τον φέρνει στα συγκαλά του, μόνο που η βία του δεν στρέφεται ποτέ προς τον ανήμπορο. Μήπως είναι ενοχές από τη συμμετοχή σε κάποιο πόλεμο από αυτούς της Αμερικής; Μήπως όταν ήταν μικρός, με βάση αυτά που βλέπουμε, ο μπαμπάς του τον έβαζε σε αυτό το παιχνίδι κινδύνου με τη νάυλον σακούλα για να τον σκληραγωγήσει (κάτι ανάλογο δηλαδή με τον ήρωα της ταινίας του Κλιντ Ηστγουντ «Ελεύθερος σκοπευτής»;); Κι ένας πολιτικός, έρχεται μία μέρα και του λέει ότι απήγαγαν την 13χρονη κόρη του , να τη βρει και να του τη φέρει πίσω. Κι ο ήρωας μας μπλέκεται σε ένα λουτρό αίματος.
Από τη μια , εκφράζω επιφυλάξεις για το σενάριο, από την άλλη βλέπω κάποιες σεναριακές λεπτομέρειες που δείχνουν το αντίθετο. Φερειπείν η περιγραφή του σπιτιού και κυρίως του ψυγείου εκεί που ζει η ανήμπορη μάνα του ήρωα. Εχω παρακολουθήσει μαθήματα για συγγραφείς σεναρίων στο UCLΑ όπου αποκλειστικότητα του μαθήματος μιάς μέρας ήταν «η περιγραφή των ψυγείων των ηρώων». Πως δηλαδή μέσα από το τι περιέχει ένα ψυγείο μπορούμε να βγάζουμε ή να ολοκληρώνουμε χαρακτήρες. Όπως επίσης έχει λεπτομερείς κλιμακώσεις της εσωτερικής βίας του ήρωα.
Επειδή μας εντυπωσιάζει το γεγονός ότι μας παρασύρει στην παράνοια , μένουμε με την αίσθηση ότι η σκηνοθεσία ήταν πιο δυνατή από το σενάριο, ότι αυτή προώθησε την ένταση. Ποιος μας είπε όμως ότι η Λυν Ράμσευ δεν έγραψε ένα σενάριο για την παράνοια η οποία δεν εκφράζεται μέσα από φροϋδικές αναλύσεις και όρους ούτε μέσα από τον τρόπο που θα το έκανε ένα αφηγηματικό δράμα είτε βαθύ είτε ρηχό. Μα, γράφει σενάριο ΠΑΡΑΝΟΪΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ, κι από αυτή την άποψη σηκώνει πολλή συζήτηση. Προσωπικά η ταινία με παρέσυρε σε αυτό που ήθελε, κι είναι αυτό που μου άρεσε το περισσότερο, ότι μπήκα στην παράνοια του ήρωα και των καταστάσεων.
Διότι κι η ερμηνεία του ΓΙOΑΚΙΝ ΦΙΝΙΞ στον οποίο η ταινία οφείλει πολλά, είναι μια τέτοια ερμηνεία. Ο Φίνιξ περισσότερο από τον ίδιο τον χαρακτήρα, παίζει την παράνοια αυτού του χαρακτήρα. Προσωπικά, τον εκτιμώ απεριόριστα ως ηθοποιό κι ως γοητευτική κινηματογραφική παρουσία. Τον θεωρώ μεγάλο ταλέντο και ηθοποιό ενστίκτου που του έλειπε ο δάσκαλος και το παίξιμο του ενίοτε διακρινόταν από μια τραχύτητα, από κάτι ακατέργαστο. Το παιδί είναι ταλεντάρα κι όλα αυτά τα στοιχεία ενυπάρχουν και συνυπάρχουν εντός του και τα θέτει με την ενστικτώδη προσέγγιση των ρόλων. Χώρια ότι η πείρα πλέον τον έχει οδηγήσει στο να εξουσιάζει πλήρως τον εαυτό του και την τέχνη του ενώπιον του φακού. Θα περιμένω εναγωνίως το πόρισμα της Ακαδημίας για το αν υπερτερεί το αρνητικό γεγονός πως ο χαρακτήρας που ερμηνεύει είναι θεωρητικά μονοσήμαντος και με ελλείψεις από το υλικό που παραδόθηκε στον ηθοποιό ή αν η συγκλονιστική του παρουσία στο να δώσει στους θεατές την παράνοια του χαρακτήρα είναι αυτή που πρέπει να πάρει τα εύσημα. Προσωπικά κι ως κριτικός του δίνω όλη μου τη στήριξη. Δεν είμαι όμως ηθοποιός κι αυτό οι συνάδελφοι του ηθοποιοί θα το κρίνουν οπότε κι εγώ θα περιμένω να μάθω τι πρυτάνευσε. Ανεξαρτήτως πάντως του τι θα πουν οι συνάδελφοι του, είναι μια αληθινή απόλαυση να τον βλέπεις στο πανί να παίζει αυτό που παίζει. Αξιοσημείωτη κι η πιτσιρίκα, ΕΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΑΜΣΟΝΟΦ, υποδειγματικό casting η περίπτωση της. Και σημειώνω και τη μάνα , την ΤΖΟΥΝΤΙΘ ΡΟΜΠΕΡΤΣ που είναι καμωμένη από ένα σύνθετο υλικό το οποίο συναποτελείται από το «ωραία γυναίκα θα ήταν στα νιάτα της» και «χρησιμότατη καρατερίστα» στη σήμερα της.