Καιρό είχα να δω ένα τέτοιο έργο σε μεγάλη οθόνη, σε κινηματογραφική αίθουσα. Είχα αρχίσει να πιστεύω ότι το είδος αυτό που μπορούμε να το αποκαλέσουμε και «θρίλερ μυστικών υπηρεσιών» , που είναι ένα παρακλάδι του ευρύτερου ΚΑΤΑΣΚΟΠΙΚΟΥ είδους, είχε γίνει αποκλειστικότητα της τηλεόρασης και των μίνι σειρών.
Σε προσωπική επιτυχία της ΡΕΝΕ ΖΕΛΒΕΓΚΕΡ καταλήγει η ταινία «JUDY», κινηματογραφική βιογραφία της ΤΖΟΥΝΤΥ ΓΚΑΡΛΑΝΤ, που δεν είναι ακριβώς βιογραφία με τους όρους που την ξέρουμε.
Ένα πολύ ελκυστικό trailer μου κίνησε την περιέργεια και με ώθησε στο να ξεκινήσω από αυτό το φιλμ τη νέα εβδομάδα . Ωραία παραγωγή έδειχνε, καλοί ηθοποιοί έπαιζαν, ιστορικής αφετηρίας δήλωνε όπου κάτι τέτοιο είναι πάντα σαγηνευτικό, ενπάση περιπτώσει είχε ελκυστικές βάσεις. ΛΑΘΕΨΑ.
Πως μπορεί να γίνεται γοητευτική η ασάφεια; Προφανώς και μπορεί, ειδικά στα Φεστιβάλ. Όταν μάλιστα εκτός από τη «Χρυσή Αρκτο» του Βερολίνου παίρνει και το βραβείο της «FIPRESCI», της διεθνούς των κριτικών, που τα κριτήρια τους δεν τα έχω σε υπόληψη, αμφισβητώ πολλές φορές κι αν υπάρχουν κριτήρια, πέρα από μπαρούφες και γενικότητες, που συνοδεύουν συνήθως τις αποφάσεις τους, τότε ναι, η αντίφαση ισχύει.
Συμβαίνει κάτι περίεργο με αυτή την ταινία: Είναι ΚΑΛΥΤΕΡΗ από αυτό που έδειχνε ότι μπορεί να είναι , και ΧΕΙΡΟΤΕΡΗ από αυτό προς το οποίο έδειχνε να πηγαίνει.
Τότε, θα μεθούσαμε πραγματικά με τη διαπίστωση της δυνατότητας του κινηματογράφου και των ανθρώπων του , από μια ίδια αφετηρία να κάνουν ένα εντελώς διαφορετικό έργο, ένα άλλο πράγμα, ένα «άλλο πράγμα» και με την έννοια του θαυμασμού.
Το λέω αυτό επειδή ο ΑΝΓΚ ΛΙ είναι ένας ακομπλεξάριστος σκηνοθέτης, που δοκιμάζει τον εαυτό του σε όλα τα είδη, συνήθως με επιτυχία, που έχει γυρίσει από ρομαντικά δράματα βιβλίων της Τζέην Ωστιν μέχρι gay θεματολογίες τόσο στην Ταϊβαν (την κομεντί «Γαμήλιο δείπνο» που ήταν η πρώτη του υποψηφιότητα για ξενόγλωσσο Οσκαρ) όσο και στις ΗΠΑ τη δραματική εκδοχή του είδους («Το μυστικό του Brokeback mountain», που του χάρισε το πρώτο Οσκαρ σκηνοθεσίας), ως φιλοσοφικά παραμύθια της Ανατολής που του απέφεραν επίσης Οσκαρ είτε στην ξενόγλωσση κατηγορία κι εννοώ το «Τίγρης και Δράκος» είτε το δεύτερο Οσκαρ σκηνοθεσίας κι εννοώ τη «Ζωή του ΠΙ». Κι έχει γυρίσει και blockbuster, το “Hulk”. Τα αναφέρω όλα αυτά επειδή δείχνουν την ανοιχτή βεντάλια ειδών και ταινιών της καριέρας του και το ότι του αρέσει να δοκιμάζει και να κάνει ταινίες όμορφες που θα τις ευχαριστηθεί κι ο ίδιος ως θεατής.
Κι όταν συμβαίνει αυτό, ειδικά σε ένα έργο γύρω από την Τέχνη όπου η ιστορία προσπαθεί να συντονιστεί με το εικαστικό, έχουμε θέμα.
Επέλεξα ένα πρόγραμμα από αυτά του Φεστιβάλ Δράμας Ταινιών Μικρού Μήκους και πήγα να το δω. Από έξη ταινίες. Δυστυχώς ο Χρόνος δεν μου επέτρεψε περισσότερα. Διάλεξα αυτό για το οποίο συνολικά είχα ακούσει τα περισσότερα. Μέσα σε αυτά ήταν και το φιλμάκι του ΒΑΣΙΛΗ ΚΕΚΑΤΟΥ «Η απόσταση ανάμεσα στον ουρανό κι εμάς» που τιμήθηκε στο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΑΝΩΝ με το «ΧΡΥΣΟ ΦΟΙΝΙΚΑ ΜΙΚΡΟΥ ΜΗΚΟΥΣ ΤΑΙΝΙΑΣ». Κι έχω να πω ότι είδα πολύ ενδιαφέροντα πράγματα.
Πολύ την εκτίμησα αυτή την ταινία του Γερμανού σκηνοθέτη ΦΛΟΡΙΑΝ ΧΕΝΚΕΛ ΦΟΝ ΝΤΟΝΕΡΣΜΑΡΚ, και τον ίδιο φυσικά, διότι είδα πως από μια χρονική, ιστορική περίοδο για τη χώρα του, έβγαλε ένα εντελώς διαφορετικό φιλμ, με μια άλλου τύπου ιστορία και με εντελώς διαφορετικού τύπου προσέγγιση. Εξού κι ο τίτλος που έδωσα στην κριτική, που δεν προέρχεται από παιχνδιάρικη διάθεση αλλά ακριβώς πως μέσα από εκείνη τη Γερμανία που διχάστηκε εξαιτίας ενός βεβαρυμένου παρελθόντος, θέλησε να δείξει κι άλλα πράγματα.