Διότι κι η σκηνοθεσία τι να κάνει; Αυτό που έχει για σενάριο, αυτό και δείχνει. Και το δείχνει με τον αφηγηματικό τρόπο που είναι γραμμένο το σενάριο.
Ποιο είναι όμως το σενάριο; Και κυρίως ποιο είναι το θέμα; Όταν δεν τα έχεις ξεκαθαρίσει μέσα σου, χάνεις και την πλεύση. Δεν συγχρονίζονται και δεν συγχρωτίζονται η πυξίδα με το ραντάρ.
Σε εκπαιδευτικό περιβάλλον, όπως και στο «Ανάμεσα στους τοίχους» τοποθετεί ο Λοράν Καντέ με το συνεργάτη στο σενάριο ΡΟΜΠΕΝ ΚΑΜΠΙΓΙΟ, με τον οποίο είχε γράψει και το σενάριο του ανωτέρω έργου, την ιστορία. Μόνο που το τωρινό εκπαιδευτικό περιβάλλον δεν είναι ένα σχολείο, ένα κτίριο, όπως στο άλλο φιλμ, αλλά ένα γκρουπ σπουδαστών συγγραφέων που με την καθηγήτρια τους έχουν πάει σε μια άλλοτε ακμάζουσα βιομηχανική περιοχή της Μασσαλίας για να γράψουν οι σπουδαστές ένα έργο …… Μυθιστόρημα; Διήγημα; Σενάριο; Δεν ξεκαθαρίζεται αλλά δεν έχει και τόση σημασία αυτό αν και θα έπρεπε διότι διαφορετικά θέματα βάζεις για το καθένα από αυτά, ωστόσο οι ενδείξεις τείνουν όλες προς τη λογοτεχνία οπότε το συγκεκριμένο δεν καθίσταται σημείο τριβής ούτε ένστασης, απλώς το αναφέρω.
Η ταινία ξεκινά με το γκρουπ και την καθηγήτρια , με τα ζητήματα που τους βάζει και τα ζητούμενα, που μοιάζει και σαν ομαδική ψυχοθεραπεία (και με τον ίδιο τρόπο επανέρχεται αρκετές φορές, στην εξέλιξη του μύθου) κι έχει να κάνει με το αίτημα της καθηγήτριας περί συγγραφής ενός «νουάρ», μιάς αστυνομικής ιστορίας, που να εμπνέεται από το περιβάλλον της παρακμιακής βιομηχανικής ζώνης.
Τα θέματα που δείχνουν να ενσκήπτουν κατά την ομαδική συζήτηση περισσότερο αφορούν αντιδράσεις φυλετικές των διαφόρων μελών του γκρουπ και πλην ενός, τους άλλους δεν τους γνωρίζουμε ποτέ ως μονάδες, ως αυριανούς επίδοξους συγγραφείς, ως καταβολές πέραν του φυλετικού, δεν μας γίνονται και τόσο οικείοι.
Το κομφούζιο γίνεται φανερό σχετικά νωρίς κι επιβεβαιώνεται «πανηγυρικά» παρακάτω στο ότι ουδέποτε είδαμε μια μύηση στα μυστικά του είδους που θα γράψουν, ουδέποτε-κι αυτό είναι το σημαντικότερο!- τους είδαμε να έρχονται σε επαφής ή σε γνωριμίες με ανθρώπους της περιοχής για κάποια έστω έρευνα ώστε από εκεί να πάρουν έμπνευση ή γνώση των προβλημάτων αφού το ζητούμενο της καθηγήτριας είναι δεδομένο και σαφές. Ουδέποτε επίσης μάθαμε τίποτε περισσότερο για το περιβάλλον , αυτό της βιομηχανικής περιοχής και το πόσο μπορεί να επενεργήσει στην ιστορία , να εμπνεύσει και να καθορίσει ένα συγγραφέα. Βεβαίως και κάποια πράγματα μας υπαινίχθηκαν αλλά πολύ ωχρά, που περισσότερο μας μπέρδεψαν παρά μας ξεκαθάρισαν το ζητούμενο. Οι αντιδράσεις είχαν να κάνουν μόνο με το αν ο δολοφόνος θα είναι άσπρος ή μαύρος και κάπου εκεί πάντα σταματούσαμε. Περισσότερο δηλαδή μας κρατούσε η περιέργεια της αναμονής του ξεκαθαρίσματος του στόχου κι ο τρόπος με τον οποίο σεναριογραφία και σκηνοθεσία αφηγούντο την ιστορία, έδειχνε πως κατέχουν τον τρόπο του να σου εξάψουν την περιέργεια, αλλά….
Κεντρικός ήρωας του σεναρίου δεν θα έλεγα ότι είναι η δασκάλα, το έργο δεν λέει την ιστορία της, ούτε ο νεαρός που από τη μέση της ταινίας παίρνει σεναριακούς πόντους και μεγαλώνει η μερίδα του ώστε στο δεύτερο μέρος να γίνει η μερίδα αυτή συμπρωταγωνιστική της δασκάλς. Κεντρικός ήρωας είναι το ίδιο το γκρουπ. Στα ομαδικά σενάρια πρέπει να ξέρουμε την ομάδα ως κεντρικό ήρωα και στην ομάδα να βάζουμε τα εμπόδια που θα την οδηγήσουν σε φινάλε. Και για να πάρει μορφή η ομάδα, πρέπει να γραφτούν χαρακτήρες που κινούν την ομάδα και κατεπέκταση την ιστορία, που βάζουν εμπόδια στην ομάδα να προχωρήσει και να φτάσει στο φινάλε που της έχει προκαθορίσει ο συγγραφέας της.
Εδώ, παρόλο ότι υπάρχουν άνθρωποι πεπειραμένοι, επικρατεί σύγχυση. Η δασκάλα είναι η επικεφαλής του cast, η επικεφαλής της ομάδας, και το ότι εξ αρχής αλλά και κατά την εξέλιξη είναι ή γίνεται ο κινητήριος μοχλός της ιστορίας, κάνει το ρόλο της ενδιαφέροντα κι όντως τον έχουν γράψει καλά. Το ότι το έργο τελειώνει πάνω στο νεαρό επισφραγίζει την επικρατούσα σύγχυση διότι δεν καταλάβαμε ούτε την ιστορία τίνος παρακολουθούσαμε ούτε ποιο ήταν το θέμα του έργου που παρακολουθούσαμε.
Βεβαίως κι είχε ρυθμό από πλευράς γραψίματος κι ο ρυθμός αυτός βγήκε στην ταινία, και σε αυτό έχει παίξει ρόλο η συμμετοχή στο σενάριο του σκηνοθέτη κι αυτός ο ρυθμός ήταν που κράτησε ό,τι κράτησε.
Αυτό που ξεχωρίζει τελικώς από την ταινία είναι η ερμηνεία της πρωταγωνίστριας ΜΑΡΙΝΑ ΦΟΥΑ, που παίζει τη δασκάλα, κι ήταν υποψήφια και για το ΣΕΖΑΡ, και της οποίας ο ρόλος παρέχει δυνατότητες χτισίματος κι ερμηνευτικής απόδοσης. Δεν υπάρχει κάτι άλλο από το σύνολο της ταινίας , πέραν της Μαρίνας, που να αξίζει τον κόπο και να μένει..