Ναι, είναι ξανά μανά μια ιστορία με τον υπερ- εκτελεστή Τζων Γουίκ, που κι αυτή τη φορά κάποιοι τον έχουν βάλει στο στόχαστρο να τον φάνε και τον υποχρεώνουν να επανακάμψει και να συνεχίσει αυτός τις εκτελέσεις σε βάρος εκείνων που του την έχουν στήσει.
Τα ίδια ακριβώς δηλαδή που συνέβαιναν και στην πρώτη και στη δεύτερη ταινία , όπου στην πρώτη είπαμε πως είδαμε μια καλοφτιαγμένη περιπέτεια δράσης που επανέφερε στα πράγματα τον ΚΗΑΝΟΥ ΡΗΒΣ, πολύ ώριμο, σε μια φάση ανάκαμψης που είχε ξεκινήσει με το «Constantine». Μετά, είδαμε και τη δεύτερη ταινία και ξαφνικά τη βρήκαμε εξίσου καλή ή και καλύτερη απ΄την πρώτη ενώ πάνω – κάτω συνέβαιναν και συνέτρεχαν τα ίδια πράγματα.
Τώρα, στην Νο 3 ταινία, αυτό που θα καταδικάζαμε σε άλλα blockbuster πως επαναλαμβάνουν μια έτοιμη συνταγή ώστε να τα κονομήσουν οι στουντιο-υπάλληλοι και το οποίο ισχύει, βρισκόμαστε πάλι ενώπιον μιας εκ νέου συναρπαστικής περιπέτειας, που δεν έχει τίποτε άλλο παρά δράση, που η ιστορία δεν διαθέτει κάτι το οποίο θα δικαιολογούσε «συνέχεια», κι όμως, το βλέπουμε σαν κάτι πρωτοφανέρωτο ενώ δεν είναι.
Αυτό οφείλεται στην καθαρώς κινηματογραφική αξία του κι η αξία του έχει να κάνει με το είδος της περιπέτειας δράσης και με τους κανόνες του, όπου πλέον στην τρίτη ταινία, πιστοποιούμε όχι απλώς την καλοπέραση του θεατή αλλά κι ένα κινηματογραφικό στυλ που είναι όλο δικό του, είναι το στυλ John Wick και στυλ δεν φτιάχνεις αν δεν έχεις δουλέψει πολύ προκαταβολικά ώστε να έχεις άποψη στο μυαλό σου πάνω στο είδος και στην ταινία του είδους που αποφάσισες.
Κι αυτό με τι έχει να κάνει; Οσο κι αν φανεί ή ακουστεί σαν αστείο, έχει να κάνει με το …. Σενάριο! Τι σενάριο όμως; Όχι σενάριο υπόθεσης έστω ταινίας δράσης. Μα με σενάριο σκηνών δράσης, όπου η αλληλουχία αυτών των σκηνών με ξεκάθαρο ζητούμενο από τους συντελεστές, καταλήγει να σχηματίζει υπόθεση.
Διότι αυτά που βλέπουμε, έχουν προηγουμένως αποτυπωθεί σε «χαρτί» πριν πάνε στο γύρισμα. Εχουν γραφτεί και περιγραφτεί λεπτομερώς από το σενάριο οι σκηνές, οι οποίες περιλαμβάνουν κόλπα, ευρήματα, λύσεις και ιδέες δράσης, κι η κάθε σκηνή όπως τελειώνει μας ετοιμάζει για την επόμενη και για τον τρόπο δράσης που θα είναι διαφορετικός ώστε να κρατεί τον θεατή στη θέση του και να τον συναρπάζει κι όχι να τον κάνει να αισθάνεται μονάχα βουητό στα αφτιά από την πολλή φασαρία. Κι η εξέλιξη της δράσης γίνεται εξέλιξη ιστορίας, έστω κι υποτυπώδους αλλά βάλτε με το νου σας πως ήταν γραμμένες αυτές οι σκηνές και πως πηγαίναμε παρακάτω και πως μέσα από τη δράση εξελίσσονταν, μαζί με την υπόθεση κι οι άνθρωποι, κι έβγαιναν χαρακτήρες πάνω στο είδος, χαρακτήρες που να δίνουν μια βάση στους ηθοποιούς ώστε να εξυπηρετήσουν κι αυτοί τη δράση και να εξυπηρετηθούν από αυτήν ως action heroes, που λέμε.
Φυσικά, αυτά όλα έχουν να κάνουν με την εξέλιξη του σινεμά και της τεχνολογίας, με την αλλαγή που έχει συντελεστεί κατά την εξέλιξη της εποχής και στη διάρκεια των πλάνων. Τις προάλλες, ένας φίλος καθηγητής από το Μόναχο, ο Σπύρος Ταραβήρας, μας είχε δώσει σε μια διαδικτυακή ανάρτηση του, τους χρόνους των πλάνων κατά την πορεία των δεκαετιών.
Η συντόμευση της διάρκειας των πλάνων, που αυξάνει τον αριθμό τους θεαματικά, επηρεάζει και τον υπόλοιπο κινηματογράφο, όπως θα αντιλαμβάνεται κάποιος. Επηρεάζει και το σενάριο, επηρεάζει και το μοντάζ. Το σενάριο υποχρεούται να ακολουθήσει τη λογική των πολλών και σύντομων πλάνων, άρα θέλει πολλές μικρές σκηνές ή πολλές σεκάνς (ενότητες, ας το πούμε έτσι), που κι αυτές θα είναι κατάτμητες σε πολλές μικρές σκηνές που συναποτελούν την σεκάνς, ώστε να εξυπηρετείται και το μοντάζ στο να μπορέσει να αναδείξει τα πολλά και σύντομης διάρκειας πλάνα. Και φυσικά, επηρεάζει και τα είδη.
Οπότε, σενάριο και μοντάζ επηρεάζονται άμεσα από αυτό. Και είναι λογικό να αναδεικνύεται αυτό το είδος, που δεν είναι τυχαίο ότι «ανακαλύφθηκε» στις τελευταίες δεκαετίες και που διαρκώς τρέχει. Αν δηλαδή ως πρώτο «blockbuster» καταγράφουν «Τα σαγόνια του καρχαρία» (που μερικώς ανταποκρίνεται στον ορισμό και περισσότερο στον τρόπο εξόδου της ταινίας), σήμερα, οι σκηνές των «σαγονιών» μπροστά στον «John Wick» φερειπείν ,μοιάζουν με αργό, φεστιβαλικό κινηματογράφο (αστειεύομαι… αλλά μεταξύ αστείου και σοβαρού…)
Στο «JOHN WICK» βλέπουμε τις δυνατότητες αξιοποίησης όλων των παραπάνω, σε ένα είδος που το σηκώνει άμεσα.
Κι αυτός ο τρόπος γραφής κι εν συνεχεία μονταρίσματος συνοδεύεται κι από ένα στυλ, οπτικό, με φωτογραφία που συμβάλλει τα μέγιστα στο να έχουμε δράση ακατάπαυστη που σχηματοποιείται σε υπόθεση , όπου γοητευόμαστε στο απόλυτο.
Η σύνθεση των φωτισμών είναι τρομακτική. Ξεκινάμε από φωτιστικές συνθέσεις σε φωτογραφία πλατό, όπου με βάση το σκοτάδι, το μαύρο χρώμα, στήνονται απίστευτες φωτιστικές εστίες , με ντεκόρ που διευκολύνουν τον διευθυντή φωτογραφίας ΝΤΑΝ ΛΟΟΥΣΤΣΕΝ, ο οποίος ξέρετε ποιος είναι; Είναι ο υποψήφιος για ΟΣΚΑΡ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ στη «Μορφή του νερού», που του το έφαγε ο ..δικός μας , ο ΡΟΤΖΕΡ ΝΤΗΚΙΝΣ στο «BLADE RUNNER 2049», κι ο Λόουστσεν ο οποίος είναι ΔΑΝΟΣ (αυτό το λέω για να καθησυχάσω τους…αμερικανοφοβικούς) (να ξέρουν όμως κι οι λογής λογείς ΗΜΙΜΑΘΕΙΣ και ΣΙΝΕ-ΑΣΤΟΙΧΕΙΩΤΟΙ ότι τα αμερικάνικα blockbuster, οι «αμερικανιές» που τις λένε, σε μεγάλο βαθμό από ΕΥΡΩΠΑΙΟΥΣ γίνονται) ,και με την προηγούμενη δουλειά του δείχνει πόσο άξιος είναι στο να φωτίζει χρώματα και να παίζει με βάση το σκοτάδι. Εδώ κάνει τρομακτική δουλειά πάνω σε αυτό. Πετυχαίνοντας απίστευτη ομοιογένεια με αυτές τις φωτιστικές συνθέσεις ακόμα κι όταν βγαίνει από το πλατώ και φωτίζει δρόμους. Μια κι οι εξωτερικές σκηνές συναποτελούνται από νυχτερινά πλάνα , οπότε φωτίζει και τους αποκλεισμένους από το συνεργείο δρόμους με τη λογική της φωτογραφίας πλατώ κι κάνει τις ίδιες απίστευτες φωτιστικές συνθέσεις και έξω όπως και μέσα. Ακόμα και το πλάνο της ερήμου το έχει φωτίσει με την ίδια λογική….
Το δε ηχητικό επιτελείο έχει ξεκινήσει, καταρχάς από τους ήχους των εκάστοτε φονικών οργάνων, οι μοντέρ του ήχου μαζί με τους συνεργάτες επί των ηχητικών εφφέ έχουν μελετήσει την ιδιαιτερότητα του καθενός από αυτά, στις μονομαχίες και τις ομαδικές συγκρούσεις οι ήχοι τους περνούν ως μάθημα ηχητικής σύνθεσης και στη συνέχεια κόβονται στα σημεία που θα προβληθεί στο κοινό ο ήχος του κυρίαρχου φονικού οργάνου της κάθε σκηνής που θα πρέπει να μείνει στα αφτιά του θεατή έστω για δευτερόλεπτα.
Όλα αυτά , τα έχει διευθύνει σκηνοθέτης, όλα αυτά είναι άποψη πάνω στο είδος, Κι ο σκηνοθέτης, που ονομάζεται ΤΣΑΝΤ ΣΤΑΧΕΛΣΚΙ , έχει γυρίσει και τα τρία «John Wick» και φτιάχνει το στυλ που είπα παραπάνω διότι έχει κι ένα πολύ μα πολύ σημαντικό προσόν το οποίο οι κριτικοί αγνοούν αλλά η κινηματογραφία ξέρει τι σημαίνει: Εχει χρηματίσει ΒΟΗΘΟΣ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ, assistant director , director second unit. Ξέρετε αυτό τι σημαίνει; Ότι αυτός είναι που αναλαμβάνει να διευθύνει τις σκηνές δράσης , συγκρούσεων κλπ για λογαριασμό του σκηνοθέτη. Όπως και σε άλλου τύπου ταινίες αναλαμβάνει να σκηνοθετήσει τους κομπάρσους βάζοντας τους σε ρόλους κανονικούς ώστε να υπάρχει αληθοφάνεια στη σκηνή- για αυτό το θέμα θα γράψω εκτενέστερα με άλλη αφορμή.
Ο second unit director λοιπόν, είναι σκηνοθέτης με γνώση πάνω στη δράση και στο πως γίνεται. Όταν αποφασίσει να γίνει director, σκηνοθέτης 100 ο/ο, τότε, για να πετύχει, καλείται τη γνώση να τη συνοδέψει και με άποψη. Σκεφτείτε ότι ως το 1938, υπήρχε στα Οσκαρ ξεχωριστή κατηγορία για best assistant directing αλλά σταμάτησε από πίεση των Σκηνοθετών , όπως καταργήθηκε και το Οσκαρ χορογραφίας για τα μιούζικαλ, πάλι από πιέσεις των σκηνοθετών, εύλογες ως ένα βαθμό…
Ο ΤΣΑΝΤ ΣΤΑΧΕΛΣΚΙ δείχνει πόσο καλά κατέχει το άθλημα της δράσης αλλά κι ότι ως σκηνοθέτης έχει πολλά δικά του να πει πάνω σε αυτό.
Ανέφερα στην αρχή και κάτι περί του σεναρίου πως μέσα από τη δράση βγαίνουν και χαρακτήρες του… όσο χρειάζεται
Εξού κι έχει τόσο καλή διανομή η ταινία. Εξαιρετικούς ηθοποιούς να πλαισιώνουν τον ΚΗΑΝΟΥ ΡΗΒΣ, από την ΧΑΛΥ ΜΠΕΡΙ ως ημιπρωταγωνίστρια μέχρι τον ΙΑΝ ΜΑΚ ΣΑΙΗΝ, τον ΛΟΡΕΝΣ ΦΙΣΜΠΕΡΝ, ο οποίος, όμως, παραέχει πάρει βάρος και την μοναδική ΑΝΤΖΕΛΙΚΑ ΧΙΟΥΣΤΟΝ, η οποία είναι απερίγραπτη μεταξύ σοβαρότητας και ειρωνείας και συνετής προσέγγισης σε μια καρικατούρα αναγκαιότητας του ίδιου του έργου.
Οσο για τον ΚΗΑΝΟΥ ΡΗΒΣ βρίσκεται στην καλύτερη του ώρα, η σειρά αυτή κι ο ρόλος του, αναδεικνύουν την ωρίμανση του ως star performer κι έχει βάλει υπογραφή προσωπικότητας σε ένα ρόλο που εξαρτάται αποκλειστικά από τον ηθοποιό που επελέγη για να του δώσει χάρτινη σάρκα κι ανάλογα οστά.
Ένα δώρο για τους φίλους των ταινιών δράσης.