Το «ΒΙΩΜΑ» είναι η λέξη που οδηγεί στην Τέχνη. Μην το συγχέουμε με την «αυτοβιογραφία», την «αυτοψυχανάλυση» και διάφορα τέτοια διότι τον άνθρωπο δεν τον ξέρουμε. Δεν μπορούμε να μιλάμε με τόση ευκολία για πράγματα που δεν γνωρίζουμε. Βίωμα σημαίνει πως εμπειρίες που έχω ζήσει, χαρές που έχω γευτεί, λύπες που έχω δοκιμάσει και με δοκιμάσανε, μπορώ και τα επεξεργάζομαι και τα μεταπλάθω σε Τέχνη, σε καλλιτεχνική δημιουργία. Κουβαλώ συναίσθημα ποικίλων λογιών κι αυτό το συναίσθημα το έχω ως καθοδηγητή στους ανθρώπους που θέλω να φτιάξω ως χαρακτήρες, στην ιστορία που θέλω να τους εντάξω ώστε να πω αυτό που θέλω να πω.
Διότι όταν υπάρχει βίωμα, υπάρχει και συναίσθημα. Το συναίσθημα πηγάζει από τις εσωτερικές αλήθειες. ΟΧΙ ΑΠΟ ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ.
Το βίωμα βγαίνει και μέσα από τις ατάκες. Οι οποίες δείχνουν πόσο βαθιά χωμένος είναι ο καλλιτέχνης στην εμπειρία του, πόσο βασανιστικά τις έχει δουλέψει.
Η ατάκα που συγκλονίζει στην ταινία είναι «ΤΟ ΣΙΝΕΜΑ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΚΩΝ ΜΟΥ ΧΡΟΝΩΝ ΜΥΡΙΖΕ ΚΑΤΟΥΡΟ, ΓΙΑΣΕΜΙ ΚΑΙ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΗ ΔΡΟΣΙΑ». Τι ατάκα είναι! Ποιος έχει βιωματική σχέση με το σινεμά και δεν τον καρφώνει απευθείας στην καρδιά η σύλληψη μιας τέτοιας ατάκας.
Είναι οι διάλογοι μεταξύ των καλλιτεχνών. Είναι η κουβέντα με τον ηθοποιό πως «ξεχωρίζει όχι όταν κλαίει αλλά όταν δίνει αγώνα συγκρατήσει τα δάκρυα». Είναι αυτά που υποδηλώνουν καλλιτεχνική δημιουργία.
Κι επειδή έχει για ήρωα ένα σκηνοθέτη- συγγραφέα σε κρίση μέσης ηλικίας, όλοι θέλουν να πιστεύουν ότι ο Αλμοδόβαρ κάνει την ..αυτοβιογραφία του.
Αντί να λέμε τέτοια που δεν γνωρίζουμε, ας ακολουθήσουμε τον ΕΡΓΟΚΕΝΤΡΙΣΜΟ, το ΕΡΓΟ, την αριστοτελική διδασκαλία κι ας αφήσουμε τον ποιητή, ας μείνουμε στο δημιούργημα του.
Το έργο έχει για ήρωα ,λοιπόν, ένα σκηνοθέτη-συγγραφέα στη κρίση της μέσης ηλικίας, ο οποίος δείχνει να έχει χάσει τον μπούσουλα.
Μια σειρά από συγκυρίες, τον φέρνουν, άλλες άθελα του κι άλλες ηθελημένα, σε ένα ταξίδι προς το παρελθόν, καθώς βιώνει ένα αβέβαιο παρόν κι ένα αόριστο μέλλον, αφού από το ξεκίνημα, μας έχει υποδηλώσει και μια υφέρπουσα ασθένεια, ξεκινώντας με γραφικά περί ανατομίας!!! Είναι απίστευτος στο πως και πόσο ελέγχει το υλικό του, τα θέμα του, το είδος του..
Πρώτα, η εκ νέου επαφή με ένα παλιό του έργο που λέγεται «SABOR» («γεύση») στο οποίο, δοκιμάστηκε η σχέση του με τον πρωταγωνιστή με τον οποίο πρέπει να είχαν και κάτι πιο προσωπικό, κι επί 30 χρόνια διέκοψαν κάθε επαφή. Ελα, όμως που η Ταινιοθήκη θέλησε να το ανακαλύψει εκ νέου. Κι η μοίρα τους φέρνει σε επαφή ξανά…Κι ο τρόπος με τον οποίο μας το δίνει ο Αλμοδόβαρ είναι σαν ξεγέλασμα για μια ιστορία αυτών των δύο, έτσι όπως τους βλέπουμε, σε σκηνές εκπληκτικά γραμμένες που ξετυλίγουν το σήμερα του καθενός αλλά και τα … μετόπισθεν, για να φανεί παρακάτω κατά το ξετύλιγμα, μια άλλη σχέση που υπήρχε στη ζωή του καλλιτέχνη- κεντρικού ήρωα κι ήταν εκείνη η καθοριστική ενώ ταυτοχρόνως, το παρόν συνδέεται με το παρελθόν το απώτατο, με τον ήρωα σε παιδική ηλικία, τη σχέση με το χώρο, με τη μητέρα, με το πρώτο αισθησιακό σκίρτημα του ανδρικού σώματος, που το δίνει με ΟΣΚΑΡ διακριτικότητας!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!! Το ένα μπαίνει μέσα στο άλλο. Παρόν και παρελθόν είναι ένα κουβάρι στην ψυχή του ήρωα ,αλλά δοσμένα με ένα κινηματογραφικό τρόπο που μόνο κουβάρι δεν είναι. Είτε έγραψε το σενάριο με αυτό τον τρόπο ο Αλμοδόβαρ είτε πολλά από αυτά μπορεί να «λύθηκαν» κατά το μοντάζ και να έπλεξαν τις σκηνές του χτες με το σήμερα, το αποτέλεσμα, το ΕΡΓΟ, καθιστά την τελειότητα ως κύριο χαρακτηριστικό της ταινίας.
Είναι σε πολύ μεγάλα κέφια εδώ ο Πέδρο, σε πολύ καλή ώρα, σε μεγάλη έμπνευση. Και σε ηλικιακή ωρίμανση για να βάλει ανάλογα στοιχεία.
Το βίωμα στον Αλμοδόβαρ φαίνεται από τις επιλογές του, από το ότι η κουλτούρα του είναι σινεμά της παιδικής ηλικίας, ότι δεν είναι κομπλεξικός απέναντι σε όσα είδε στη ζωή του και θαύμασε, σε όσα τον μάγεψαν, στις σταρ, στο Χόλυγουντ, στα μελό, όλα αυτά μέσα από τα οποία μας συστήθηκε ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΑ κι έβαλε ξεχωριστή υπογραφή στα έργα του.
Το μελό το παρώδησε, το ανέδειξε, το πρόβαλε, το λάτρεψε, το επέβαλε , επιβλήθηκε ο ίδιος χάρη στην αρτιότητα των έργων. Χάρη στα παντρέματα του με το γκροτέσκο, με την διόγκωση των καταστάσεων, είναι πολύ μπροστά, πολύ ατόφιος πομπός ώστε να είναι σε θέση να του κάνουν κριτική» εκείνοι που ούτε τα υποπτεύθηκαν αυτά που δείχνει ούτε που θα τα τολμούσαν.. Ψάχνουν κάθε τόσο να του βρουν ψεγάδια.., οι λογής λογής ΑΝΙΔΕΟΙ., συντηρητικοί και άτολμοι.
Τι εύρημα, τι ωραία δοσμένο βίωμα, με το ήρωα ως πιτσιρικά, στο ξεκίνημα της ταινίας, να μας το συστήνει με περιβάλλον μια γούβα στην οποία ζει κι αυτό που τον απασχολεί να είναι αν ο Ρόμπερτ κι η Ελίζαμπεθ Τέιλορ είναι αδέλφια. Πως αυτός ο ήρωας δεν θα γινόταν παρακάτω στην εξέλιξη του χρόνου, αυτός που βλέπουμε και που ως άνθρωπος βασανίστηκε από το βίωμα , το βίωμα τώρα του ήρωα, όχι του σκηνοθέτη που από τον τελευταίο, φυσικά, ξεκινά το πλάσιμο ενός ήρωα τέτοιου.
ΣΕΝΑΡΙΟ και ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ στον ΑΛΜΟΔΟΒΑΡ είναι το απόλυτο ΕΝΑ. Δεν είναι σκέτο σενάριο, είναι και μεγάλη σκηνοθεσία. Η οποία, όμως, τι έχει να σκηνοθετήσει; Μα φυσικά, ένα ΜΕΓΑΛΟ ΣΕΝΑΡΙΟ.
Πως το σκηνοθετεί;
Καταρχάς από τη ΔΙΑΝΟΜΗ από το casting, από αυτό που έλεγε ο Δαλιανίδης ότι «η διανομή είναι μισή σκηνοθεσία»
Με ήρωα τέτοιον, ευφυώς επιστρέφει στα κινηματογραφικά ξεκινήματα κι επαναφέρει τον πρωταγωνιστή που ανέδειξε στα νιάτα του, τον ΑΝΤΟΝΙΟ ΜΠΑΝΤΕΡΑΣ, ως ιδεώδη για το ρόλο, να εκφράσει αυτή τη διαδρομή, τώρα που κι αυτός κοντεύει τα 60, που κι ο Μπαντέρας ως ηθοποιός, δοξάστηκε, πόνεσε, πέττυχε, απέτυχε, η διαδρομή έχει καταγραφεί στη φυσιογνωμία κι ήταν ο ιδανικός να πετύχει αυτή την ταύτιση. Ο Μπαντέρας, με αυτό το ρόλο, πετυχαίνει την ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ. Της ως τώρα ζωής του. Για να κάνεις τη μεγάλη ερμηνεία χρειάζεται να σου έρθει κι ο ρόλος, και τέτοιοι ρόλοι δεν γράφοναι καθημερινά, και να είσαι κι ο ηθοποιός με το ανάλογο βίωμα ώστε να ζωντανέψει τη σύμβαση, την κινηματογραφική σύμβαση, τη σχέση σκηνοθέτη Αλμοδόβαρ και ηθοποιού Μπαντέρας.
Ποια άλλη θα έβαζε για μάνα παιδικής ηλικίας από την ΠΕΝΕΛΟΠΕ ΚΡΟΥΖ; Αυτός της ανάδειξε τα στοιχεία που την έκαναν παγκόσμια, αυτός της δίνει ξανά ρόλο Ισπανίδας Σοφίας Λόρεν, όχι του γκλαμ αλλά της «ισπανικής Νάπολης». Αφήνω το ευφυές εύρημα του τελευταίου -τελευταίου- τελευταίου πλάνου με το fade out και την όποια «μπρεχτική αποστασιοποίηση». Που κατάγεται όμως κι από τον Σαίξπηρ….
Τι εξαιρετικός ηθοποιός ο ΑΣΙΕΡ ΕΞΤΕΑΝΔΙΑ, γοητεία και πονηρή μούρη, ευαίσθητη ψυχή όταν ξαναγυρνά στο θέατρο για να πει το μεγάλο μονόλογο, γοητεία ανθρώπου που δεν νοιάζεται πιά για αυτήν αλλά την φέρει.
Τι ωραία επιλογή ο ΛΕΟΝΑΡΝΤΟ ΣΜΠΑΡΑΛΙΑ για τον ενσαρκωτή του μεγάλου έρωτα, έτσι όπως τον θέλει ο σκηνοθέτης.
Διότι, όλο αυτό το cast (έχει κι άλλους, είναι και το παιδάκι, είναι κι οι πιο μικροί ρόλοι, η ηλικιωμένη μητέρα, ο ΡΑΟΥΛ ΑΡΕ΄ΒΑΛΟ που τρόμαξα να τον γνωρίσω ως πατέρα του πιτσιρικά, είναι η ΣΕΣΙΛΙΑ ΡΟΘ παλιά του γνώριμη, είναι η τελειότητα της διανομής που βγάζει σκηνοθεσία) έχει σημασία πως το έχει σκηνοθετήσει- για να φτάσουμε και στο τι σημαίνει σκηνοθεσία.
Σε τι τόνους τους βάζει να μιλάνε. Τον Εξτεάνδια, τον έχει περάσει σκηνοθετικά από 40 κύματα στον τρόπο χρήσης της φωνής το, ώστε να βγουν τα δεδομένα συναισθήματα της κάθε δεδομένης στιγμής- σκηνής.
Το κοινό συγκινείται πολύ στη σκηνή της συνάντησης των δύο εραστών ύστερα από κάτι δεκαετίες.
Πως την έχει σκηνοθετήσει αυτή τη συνάντηση!! Σε τι χαμηλούς, γλυκούς τόνους τους έχει βάλει και μιλάνε.. Πως φτιάχνε ατμόσφαιρα μέσα απ΄την καθοδήγηση των ηθοποιών. Πως τους έχει προετοιμάσει κι εμφανισιακά, να δώσουν το μεγάλο ερωτικό φιλί, ασπρογένηδες πιά και οι δύο και καθώς φιλιούνται να ενώνονται τα γένια τους, η μεσόκοπη κατάσταση, ο χρόνος που πέρασε, αυτό που έμεινε αλλά δεν θα ξαναείναι το ίδιο. Τυχαία το κοινό, ξεσπά σε αυτή τη σκηνή; Εδώ μπορεί να βγει κανένας γελοίος και να πει ότι «εκβιάζει τη συγκίνηση». Εμ η συγκίνηση είναι ζητούμενο. Αυτός είναι ο αγώνας του κάθε καλλιτέχνη Να συμπαρασύρει τα κοινό στις καταστάσεις και στα συναισθήματα των ηρώων του. Αν το πετύχει είναι επίτευγμα. Οι «εκβιασμοί» είναι για εκείνους που δεν ξέρουν από σινεμά , από θέατρο, από δράμα.
Όμως με τη σωστή διανομή , με τις ψαγμένες ατάκες, με τις λεπτότητες των συναισθημάτων όπως η σκηνή που ανέφερα, δεν έχεις ακόμα ολοκληρώσει.
Ο ΜΕΓΑΣ ΠΕΔΡΟ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ φτιάχνει και πλαίσιο ώστε όλα αυτά να υπογραμμιστούν, να τονιστούν για να αναδειχτούν. Μέχρι και στον ΔΗΜΗΤΡΗ ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ κάνει αναφορά, όπως στο «Μίλα της» έκανε για την Πίνα Μπάους.. Την ΤΡΙΤΗ φορά που θα το δείτε και θα έχετε όρεξη για μελέτη, δείτε πιο προσεκτικά και θα καταλάβετε ποια ήταν τα στοιχεία που σας μέθυσαν την πρώτη φορά. Δείτε τις ΧΡΩΜΑΤΙΚΕΣ εναρμονίσεις σε σκηνικά και κοστούμια , χώρων και χαρακτήρων, και δείτε τι πλαίσιο έχει φτιάξει με τους πολύτιμους συνεργάτες της ΣΚΗΝΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ, των ΚΟΣΤΟΥΜΙΩΝ και της ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ώστε να εντάξει τους πάντες στο περιβάλλον του ήρωα, σε ένα περιιβάλλον ψυχής, αφού όλο το έργο είναι σαν ένα πόνος βουβός, σαν την ατάκα περί μεγάλου ηθοποιού ότι δεν κλαίει αλλά κάνει αγώνα να συγκρατήσει τα δάκρυα.. Αυτό είναι και σεναριακός μπούσουλας για τη γραμμή που πρέπει να ακολουθήσει η σκηνοθεσία. Εχω παρακολουθήσει μαθήματα που τους έβαζαν να ψάχνουν την ατάκα στην οποία να θεωρούν ότι πάτησε ο σκηνοθέτης για να κάνει την ταινία όπως την έκανε.
Και βέβαια στη μουσική, με αυτό τον ΠΟΛΥΤΙΜΟ συνεργάτη, τον ΑΛΜΠΕΡΤΟ ΙΓΚΛΕΣΙΑΣ (κοίτα που πάει φέτος και πέφτει πάνω στον «Joker»- να πάρει η ευχή), που ξεκινά άπό ένα θέμα για τους τίτλους, κάτι ανάμεσα σε «Μπέρναρντ Χέρμαν» και «Χένρυ Μαντσίνι», σαν ένα θέμα κωμικού μυστηρίου, που ανάλογα τη σκηνή την οποία θα συνοδεύσει παρακάτω ,το παραλλάσσει με διαφορετική χρήση οργάνων. Τη δεύτερη φορά πρόσεξα, το πως δουλεύει τη μουσική υπόκρουση στη σκηνή της μαγνητικής τομογραφίας. Ερως+Θάνατος+Μυστήριο +Τσαχπινιά. Διότι στο μεταξύ ξέρουμε…
Μα το ίδιο ισχύει και για τις ανέκαθεν ακομπλεξάριστες τραγουδιστικές επιλογές του Πέδρο, τη βοηθεία ίσως και του Ιγκλέισας. Το «COME SINFONIA» της ΜΙΝΑΣ προσέξτε σε τι σκηνές το βάζει. Δύο φορές προς το τέλος. Δεν θα πω ποιες, για να έχει ο θεατής να δει κάτι, να αισθανθεί από μόνος του. Μα κι αυτές τις έχει σκηνοθετήσει.
Εδώ κι αν έχουμε ΤΑΙΝΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΤΗΝ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΘΕΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ, αλλά και ΤΑΙΝΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΣΥΝΑΙΣΘΑΝΘΕΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ. Κι αν συναισθανθεί, ΕΡΩΤΕΥΕΤΑΙ.. Καταρχάς την ταινία.. Και μετά ,βλέπουμε…