Η κωμωδία είναι ΙΤΑΛΙΚΗ κι αυτό θα έπρεπε πολλούς να βάλει σε σκέψη αλλά υπάρχει τέτοια παρερμηνεία που ξεκινά από παρεξήγηση όρων, ειδών και καταστάσεων οπότε, είναι θέμα τύχης για τον θεατή ,κάτι σαν λοταρία, να αποφασίσει να μπει στην αίθουσα με τις κακές συστάσεις που συνοδεύουν τις ιταλικές ταινίες όπου τα αποθαρρυντικά-αποτρεπτικά κλισέ πέφτουν βροχή και φυσικά συνήθως δεν έχουν σχέση με αυτό που προβάλλεται στο πανί. Είναι προκάτ καννιβαλιστικοί ή αποτρεπτικοί όροι.
Ετσι, λοιπόν κι αυτή η κωμωδία περνά τους δαιδάλους της. Δεν την χαρακτηρίζω «ΙΤΑΛΙΚΗ» μόνο ως χώρα προέλευσης αλλά κι ως ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ. Ως αυτό που μόνο οι Ιταλοί το κάνουν ακόμα και στα πιό αγοραία τους.
Το «ΟΧΙ ΑΛΛΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ» ξεκινά ως φάρσα μπερδεμάτων. Τρεις οικογένειες , που δεν γνωρίζονται μεταξύ τους, ξεκινούν για τις αυγουστιάτικες διακοπές του 2019 (διότι από το 20 και μετά περιμένω να δω τα καινούργια που θα θίξουν οι Ιταλοί στις ταινίες τους και στις κωμωδίες του μια κι ο κορονοϊός άλλαξε τα πάντα, και μέσα σε όλα τα άλλα και τις διακοπές τους)
Στο 2019 λοιπόν, τρεις οικογένειες , βρίσκονται να έχουν κλείσει στο ίδιο “brb”, στην ίδια εταιρία ενοικιάσεων, το ίδιο σπίτι για το μήνα Αύγουστο.
Η κωμωδία ξεκινά με στέρεη σεναριακή δομή. Πρώτα να μας συστήσει την κάθε οικογένεια ξεχωριστά με την απαραίτητη διόγκωση καταστάσεων στη σχέση των μελών μεταξύ τους ώστε να καταλαβαίνουμε οι θεατές πως θα δούμε κωμωδία (σε αυτό συμβάλλουν κι η ηλιόλουστη ατμόσφαιρα κι ο κωμικός τόνων των ηθοποιών στο παίξιμο οπότε δεν νομίζαμε ότι πάμε για κανένα δράμα) και μετά περνάμε στο κυρίως μέρος της υπόθεσης, στην παρεξήγηση.
Η παρεξήγηση έχει να κάνει με το ότι οι τρεις οικογένειες διεκδικούν το ίδιο εξοχικό αλλά.. Ιταλία είναι αυτή, κάπως τα μπέρδεψαν οι υπάλληλοι, σιγά που θα κάτσουμε να σκάσουμε, γραφειοκρατία στη μέση, η φάρσα αμέσως γαντζώνεται κι από τη σάτιρα με την κοινωνική αναφορά. Τι ιταλικό θα ήταν αν δεν το έκανε;
Η γραφειοκρατία κι ο ιταλικός ωχαδερφισμός εκπροσωπούνται με το ρόλο του αξιωματικού της τοπικής Αστυνομίας που δίνει την ευκαιρία σε μας να δούμε τον ΜΙΚΕΛΕ ΠΛΑΤΣΙΝΤΟ που τον αφήσαμε γόη αλλά στο μεταξύ, στα χρόνια που έχουν μεσολαβήσει, έχει εξελιχθεί σε μορφή του σύγχρονου ιταλικού σινεμά , ως σκηνοθέτης κυρίως αστυνομικών έργων με πολιτικό πλαίσιο, κάτι σαν διάδοχος ή έστω μαθητής του Φραντσέσκο Ρόζι της τελευταίας του περιόδου, αλλά που και πού θυμάται και τον ηθοποιό εαυτό του και κάνει κάποια εμφάνιση.. Κι εδώ βγαίνει με κωμικό ρόλο, που δεν ήταν η κωμωδία το είδος του αλλά η μεγάλη του πιά πείρα τον μεταβάλει και σε εξαίρετο και διακριτικότατο κωμικό στο ρόλο του Αξιωματικού της Αστυνομίας με τις θαυμάσιες κωμικές ατάκες. Αυτός λοιπόν διαιτητεύει και τους πείθει με το ακλόνητο επιχείρημα ότι αν πάνε δικαστικώς μπορεί η απόφαση να βγει και σε πέντε χρόνια…ΚΙ ο Αύγουστος του 2019 έχει συγκεκριμένες μέρες…Κι αποφασίζουν να μοιραστούν το έτσι κι αλλιώς τεράστιο σπίτι..
Επειδή, όμως, είναι ΙΤΑΛΟΙ, και το ξαναλέω, το έργο δεν εξαντλείται ούτε στο πρώτο ούτε και στο δεύτερο εύρημα που ανέφερα, δηλαδή στην παρεξήγηση και στη γραφειοκρατία.
Και το πάει παραπέρα. Κι αυτές οι τρεις οικογένειες που υποχρεώθηκαν να συνυπάρξουν και να ζήσουν κωμικές καταστάσεις, θα έλθουν πολύ κοντά, μέσα από τα μπερδέματα, τόσο κοντά, ώστε θα δημιουργηθεί το πιο αναπάντεχο του καλοκαιριού, Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΜΙΑΣ ΦΙΛΙΑΣ. Αντρων τε και γυναικών.. Πρώτα θα λευτερωθουν, μετά θα συνωμοτήσουν, ύστερα θα δεθούν.. Η σκηνή των τριών γυναικών όταν πιά έρχονται κοντά κι αποφασίζουν να το ρίξουν έξω με ένα νυχτερινό μπάνιο, αν και σύντομη είναι τόσο περιεκτική αλλά και τόσο ευρηματική και πάνω από όλα τόσο ανθρώπινη.
Το ανθρώπινο , που δεν ξεφεύγει ποτέ από το κωμικό, κορυφώνεται στο φινάλε , όπου εκεί πιάνονται κι ευαίσθητοι δέκτες ενώ εντάσσεται στο σενάριο κι ο ΜΑΣΙΜΟ ΡΑΝΙΕΡΙ με μια συναυλία του, που γίνεται στοιχείο της υπόθεσης και της κορύφωσης. Οσο για τον Μάσιμο Ρανιέρι, πολλοί καινούργιοι μπορεί να μην τον ξέρουν αλλά υπήρξε από τους στυλοβάτες του ιταλικού τραγουδιού των μεγάλων δεκαετιών κι είναι ενδεικτική κι η σχέση του με τους χαρακτήρες της ιστορίας.. Δεν θα πω άλλα…
Με άλλα λόγια, έχουμε στην οθόνη μας μια ΚΩΜΩΔΙΑ ΣΕΝΑΡΙΟΥ, κι επειδή ο κόσμος είναι ξεκομμένος από τα ιταλικά, να πω ότι οι τρεις πρωταγωνιστές είναι ένα σταθερό κωμικό τρίο οι ΑΛΝΤΟ, ΤΖΟΒΑΝΙ και ΤΖΑΚΟΜΟ ή επί το ολοκληρωμένο ΑΛΝΤΟ ΜΠΑΛΙΟ, ΤΖΟΒΑΝΙ ΣΤΟΡΤΙ, ΤΖΑΚΟΜΟ ΠΟΡΕΤΙ , οι οποίοι κρατούν τα ονόματα τους και στους χαρακτήρες που παίζουν κι οι οποίοι συμμετέχουν στο σενάριο, όπως κάνουν σε όλες τις συνεργασίες τους ως τρίο. Φυσικά, κατά τα ιταλικά ειωθότα, στο σενάριο συμμετέχουν κι άλλοι, έχει γίνει δουλειά. Οσο για τον σκηνοθέτη ΜΑΣΙΜΟ ΒΕΝΙΕΡ τους γνωρίζει πολύ καλά και φαίνεται στο πως ακολουθεί τους ρυθμούς τους.
Εν κατακλείδι: Μια κωμωδία καλοκαιρινής ψυχαγωγίας (αν τη δει ο θεατής και σε σινεμά κάποιου θέρετρου, ευρισκόμενος ο ίδιος σε διακοπές, θα την απολαύσει περισσότερο) που όμως φεύγοντας αισθάνεσαι κι «Ανθρωπος»