Η αξία είναι πως από το αληθινό γεγονός, αυτό που κατάφερε να μας πείσει ότι πέτυχε, είναι η αυθεντικότητα. Γύρω από τη Σικελική Μαφία, την «Κόζα Νόστρα». Λέω «να μας πείσει ότι πέτυχε» διότι όλως αυθαιρέτως σε κριτικές και δημοσιεύματα μεταχειρίζονται τη λέξη «αυθεντικότητα», μόνο που κανείς μας δεν την γνωρίζει για να το πει με σιγουριά. Στην Τέχνη, σε όποια μορφή της, το ζητούμενο είναι να σε ΠΕΙΣΕΙ ότι τα πράγματα είναι έτσι ή ήταν έτσι ή ότι θα μπορούσαν και να είναι έτσι.
Μόνο που επειδή είπαμε περί «Κόζα Νόστρα», να ξεκαθαρίσουμε ότι κεντρικός ήρωας της ιστορίας και της ταινίας δεν είναι φυσικά η «Κόζα Νόστρα» αλλά ο Τομάζο Μπουσέτα, ένα πρόσωπο υπαρκτό, που προκάλεσε σάλο στην Ιταλία όταν βγήκε και κατέθεσε, εκεί στη δεκαετία 80, εναντίον της οργάνωσης του, έδωσε ονόματα, προκάλεσε σάλο, και πήρε στο λαιμό του αυτούς που κατέδωσε αλλά και τον δικαστή Φαλκόνε, επίσης υπαρκτό πρόσωπο που τον βοήθησε και τον κάλυψε στο να βγει να καταθέσει και στο τέλος ο Φαλκόνε, ο έντιμος δικαστής, το πλήρωσε με τη ζωή του. Παρεμπιπτόντως ο ΦΑΟΥΣΤΟ ΡΟΥΣΟ ΑΛΕΖΙ παίζει τον Τζοβάνι Φαλκόνε με ζεστασιά κι αυστηρότητα κι είναι ωραία γραμμένες οι σκηνές του, είναι πολύ ανάγλυφα γραμμένος ο χαρακτήρας του δικαστή ώστε ο ηθοποιός να του προβάλει αυτά τα διακριτικά.
Στην ταινία βλέπουμε την ιστορία του Τομάζο Μπουσέτα και μέσα από αυτόν ερχόμαστε σε επαφή με το φυσικό και το έμψυχο περιβάλλον.
Μας μπάζει σεναριακά με θαυμάσιο τρόπο στις αλλαγές που συντελέστηκαν στη δεκαετία 80 όταν στο χώρο του οργανωμένου εγκλήματος όπου αλλάζουν τα πράγματα, όταν μπαίνει σε πρωτοκαθεδρία η διακίνηση ναρκωτικών, όταν αρχίζουν κι αλλάζουν και οι κώδικες τιμής και συμπεριφοράς.
Ο Μπουσέτα θα μεταβεί στη Βραζιλία με τη γυναίκα του, θα εγκατασταθεί εκεί, καθώς η κατάσταση πίσω αλλάζει αλλά όταν δολοφονηθούν οι γιοί του, εκεί θα φάει τη μεγάλη ανατροπή. Και θα αφήσει, κατά κάποιο τρόπο, τις βραζιλιανικές Αρχες να τον εκδώσουν. Πίσω στην Ιταλία. Κι εκεί θα τα πει όλα. Φυσικά όλα αυτά θα περάσουν από πολλές διαδικασίες οι οποίες θα δοθούν από τον Μάρκο Μπελόκιο με τον τρόπο αφήγησης μιας αστυνομικής ταινίας, μιας ταινίας που κινείται στο χώρο της εγκληματικής δράσης, και συγχρόνως με αναπαράσταση κι αναπαραγωγή της εποχής και των καταστάσεων. Και με δραματικότητα τονισμένη σε κάθε σκηνή.
Δεν είναι ταινία καταγγελίας, είναι ταινία που μας βάζει και σε σκέψεις καθώς περνάμε κι οι θεατές από την σεναριακή επιδίωξη, κάπου να θέλουμε να δούμε τον κεντρικό ήρωα της ιστορίας να τολμά να δώσει, από την άλλη, ως κριτικός θαυμάζω την «απόσταση» που πετυχαίνει ο Μάρκο Μπελόκιο , με βάση το σενάριο αλλά και τον τρόπο σκηνοθεσίας, να μας κάνει λίγο επιφυλακτικούς απέναντι στον Μπουσέτα: Κάπως να μη μας πολυαρέσει το γεγονός πως «δίνει», με τόση άνεση, χτεσινούς συνεργάτες.
Ο τρόπος που έχει σκηνοθετήσει τις αντιδράσεις των Κατηγορούμενων Μαφιόζων στις σκηνές της δίκης, είναι πολύ ενδεικτικός. Εχει διδάξει το πλήθος των ηθοποιών που παίζουν τους κατηγορούμενους, να ερμηνεύσουν, να αποδώσουν τις αντιδράσεις με πάθος και με απέχθεια προς τον προδότη. Και με τα πλάνα να γεμίζουν ομαδικά στις σκηνές των αντιδράσεων. Αυτό είναι Σκηνοθεσία (με Σίγμα κεφαλαίο) , όπου τον πρωταγωνιστή ΠΙΕΡΦΡΑΝΤΣΕΣΚΟ ΦΑΒΙΝΟ τον έχει κατευθύνει να παίξει τις σκηνές της δίκης σχεδόν ως αμυνόμενος. Κι από την άλλη, με μια σταθερότητα, με ένα φοβερό αυτοέλεγχο που πετυχαίνει ο ηθοποιός με τις εκφράσεις του, ώστε να αποδίδει τη σταθερότητα της επιλογής του. Τον έχει αμυνόμενο, όχι αμφιταλαντευόμενο ή μετανοημένο. Σαφής διδασκαλία και σαφές το ερμηνευτικό ένστικτο του ηθοποιού.
Στη Σκηνοθεσία πιστώνεται η διανομή με ηθοποιούς , με πρόσωπα που να επικοινωνούν αυτή τη σικελική απειλή, με χώρους στη σκηνογραφία που να μοιάζουν ρεαλιστικοί, είτε πρόκειται για λαϊκές περιοχές είτε για διαμερίσματα είτε για βίλες του πλούτου, διότι η χρωματική επιλογή ήταν της σκουρόχρωμης απόχρωσης είτε του καφέ είτε του γκρίζου κι η φωτογραφία αξιοποίησε με τους φωτισμούς την αίσθηση, το έκανε να μοιάζει αυθεντικό και καθόλου ωραιοποιημένο. Είναι κι οι καταβολές του νεορεαλισμού στην Ιταλία που όσο κι αν ως κίνημα εξέλιπε, άφησε βαθύτατη κληρονομιά, καθόρισε το DNA, πέρασε στο DNA των Ιταλών Κινηματογραφιστών.
Το σενάριο έχει περιεκτικότατες σκηνές, πυκνά γραμμένες, σύντομες σε διάρκεια ώστε το μοντάζ να σφίξει και να τρέξει όπου παραστεί ανάγκη, να συμβάλει με τη σειρά του στη σκηνοθετική γραμμή που είναι ο κεντρικός ήρωας σε περιβάλλον κινδύνου.
Αν κι ως Εργοκεντρικός, θέλω να μένω στη συγκεκριμένη ταινία καθαυτή, ως έργο αυτόνομο κι όχι ως κριτική στο πρόσωπο του σκηνοθέτη και στην παράθεση των προηγούμενων ταινιών του, για τον Μπελόκιο θα κάνω μια εξαίρεση, σύντομη αλλά είναι καθοριστική της πορείας του, που καταλήγει στον “Προδότη», ο οποίος είναι Η ΠΙΟ ΩΡΙΜΗ, Η ΠΙΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΕΝΗ ΤΑΙΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΙΕΡΑΣ ΤΟΥ.
Ο Μπελόκιο , συνομίληκος του Μπερτολούτσι και με παραπαίοντα βηματισμό στα χρόνια εκείνα τα αρκετά όμως,, κατά την τελευταία περίοδο πέρασε με επιτυχία στην αφήγηση, σε έργα αφηγηματικά, κι έδειξε ότι είναι πολύ ικανός στην αφήγηση ιστορίας, όπως, ας πούμε στο «Vincere» που αφορούσε σε νεανική κατά κάποιο τρόπο περίοδο του Μουσολίνι..Κινηματογραφικά είχε επιδείξει ωριμότητα (οι κριτικοί, βέβαια, που δεν είναι και τόσο εργοκεντρικοί άρχισαν να τον ελέγχουν..πολιτικά-τρέχα γύρευε δηλαδή) και στον «Προδότη» η ωρίμανση αυτή απογειώνεται .
Θα μου επιτραπεί, όμως, και μια ένσταση, πάνω στο σενάριο. Επειδή αποδεικνύει(? )ότι το χουι δεν φεύγει εύκολα. Το ότι δεν μαθαίνουμε ποτέ για ποιο ακριβώς λόγο ο Μπουσέτα έκανε κάτι τέτοιο. Βεβαίως και θα παραδεχτώ ότι αυτή είναι κι η πραγματικότητα, ότι κανείς δεν έμαθε ποτέ για το αληθινό πρόσωπο, για ποιόν ακριβώς λόγο προχώρησε στην πράξη αυτή.
Ο Μπελόκιο θέλησε να το κρατήσει έτσι. Να το αφήσει όπως το παρέλαβε από την πραγματικότητα. Μόνο που δεν είναι ντοκυμαντέρ αλλά δραματοποίηση. Και στους κανόνες δραματουργίας ο κεντρικός ήρωας πρέπει να είναι απολύτως ολοκληρωμένος για το θεατή, να μην τον αφήνει με κενά. Είναι εκεί που η Τέχνη ΟΦΕΙΛΕΙ να κάνει ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ στην Πραγματικότητα.
Είναι ένα μείον που του στοίχισε στο να κερδίσει σε διεθνείς διακρίσεις ενώ επισημάνθηκε ως αξία.
Ωστόσο, επειδή πατούσε στέρεα στο είδος της ταινίας που ήθελε να κάνει κι επειδή την έχει φροντίσει με το παραπάνω, καλυπτόμαστε ΜΕΡΙΚΩΣ (μερικώς όμως…) από το ότι ήταν καθοριστική η δολοφονία των υιών του……