Το »ΜΙΑ ΣΦΑΡΑ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ» του σκηνοθέτη ΖΑΝ ΝΤΑΝΙΕΛ ΠΟΛΕ, της παρέας των «νουβελ-βαγκιστών» αλλά όχι από τα αστέρια , όχι από τα ρετιρέ αλλά μάλλον από τα ..υπόγεια, και τριών-τεσσάρων σεναριογράφων, έβγαλε το απόλυτο αλλ’ αντ’ άλλων ως ταινία κι ως αστυνομικό.
Ο σκηνοθέτης επιχειρεί να μιμηθεί ή έστω να υιοθετήσει γκονταρικές σκηνοθετικές συμπεριφορές (κι όχι Κλωντ Σαμπρόλ, ως προς την αστυνομική αφήγηση) κι οι σεναριογράφοι παλεύουν για να το σπρώξουν προς τη μεριά που θέλει ο σκηνοθέτης, μόνο που δεν ξέρουμε ποια είναι αυτή η μεριά ακριβώς. Αναφέρομαι σε αυτό που βλέπουμε ως αποτέλεσμα.
Η υπόθεση είναι καθαρώς αστυνομική και για να πάρει μορφή και για να γίνει κινηματογράφος ήθελε ένα σκηνοθέτη της σχολής του ΑΝΡΥ ΒΕΡΝΕΪΓ ώστε να μπορέσει να κατευθύνει τους σεναριογράφους στο είδος της αστυνομικής περιπέτειας που ο Γάλλος μάστορας κατείχε με το παραπάνω. . Όταν ανακατεύονται τόσοι πολλοί σεναριογράφοι στη σεναριακή διασκευή ενός μυθιστορήματος και μέσα σε αυτούς είναι κι ο σκηνοθέτης, εκεί πολλά μπορεί να συμβούν. Η αίσθηση μου ως ΕΡΓΟΚΕΝΤΡΙΚΟΥ κριτικού είναι πως η όλη ευθύνη βαραίνει τον σκηνοθέτη. Ο οποίος δεν είχε ξεκάθαρη εικόνα στο μυαλό του για το που θέλει να πάει την ταινία. Κι αν είχε, κι η ξεκάθαρη εικόνα ήταν αυτή που είδαμε ( είναι ανοησία να επιμένει κάποιος κριτικός με ισχυρογνωμοσύνη κιόλας στις «προθέσεις» ενός σκηνοθέτη, όταν το σινεμά, μάλιστα, είναι υπόθεση πολλών παραγόντων) στο τι ήθελε να κάνει ο ποιητής. Με βάση αυτό που βλέπω, δεν αποκλείω ότι μπορεί να ήθελε να κάνει αυτό που έκανε. Η αποτυχημένη καριέρα του, μάλλον επιβεβαιώνει αυτό το τελευταίο. Ωστόσο, δεν θα μείνουμε στις προθέσεις αλλά στο αλλ’ αντ’ άλλων του αποτελέσματος.
Στον τρόπο με τον οποίο πάει να αφηγηθεί ττην αστυνομική ιστορία. Η οποία έχει για ήρωα ένα τυπά, Ιταλό, που τον παίζει ο ΣΑΜΥ ΦΡΕΪ ο οποίος έρχεται σε σύγκρουση με ένα Μαφιόζο που πήγε να του φάει την περιουσία κι επειδή ο τελευταίος απειλεί να τον σκοτώσει, την κοπανάει κι έρχεται στην Ελλάδα, εκβράζεται στην Τρούμπα κι ερωτεύεται μια τραγουδίστρια που είναι η Τζένη, η ΤΖΕΝΗ ΚΑΡΕΖΗ. Οπου τραγουδά το «Κουράστηκα να σε κρατώ» του Μίκη Θεοδωράκη…Στο καμπαρέ..
Από κει και μετά αρχίζει ένα μπάχαλο στην αφήγηση, στα κυνηγητά, στην πλοκή…και δικαιολογείται απόλυτα η παγκόσμια αποτυχία του.
Θα τολμούσα να πω το καταδικαστικό «δεν βλέπεται» αλλά θα ήμουν άδικος, αν δεν παραδεχόμουν τη Νούμερο 1 αξία της ταινίας, η οποία είναι αξία όχι συγκριτικά με τα υπόλοιπα αλλά από μόνη της, κι αυτή είναι η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ, η έγχρωμη φωτογραφία του ΑΛΑΙΝ ΛΕΒΑΝ. Ο οποίος Λεβάν είναι από τα αστέρια της συγκεκριμένης καλλιτεχνικής ειδικότητας που συνδυάστηκαν ή συνδέθηκαν με τη «νουβέλ βαγκ» και δείχνει κοινά πράγματα στους φωτισμούς και στα πλαναρίσματα του με τον σούπερ σταρ της Φωτογραφίας στο συγκεκριμένο κίνημα, τον Ραούλ Κουτάρ. Οπότε, με μια τέτοια φωτογραφία, κι από τη στιγμή που θα την αναγνωρίσεις, δεν μπορείς να πεις το «ΔΕΝ βλέπεται», θα είναι ανοησία, θα είναι σαν να λες «καλησπέρα» στις 12 το μεσημέρι.. Φωτογραφία είναι η όψη μιας ταινίας. Όταν η Φωτογραφία είναι ό,τι καλύτερο υπάρχει σε μια ταινία, το μόνο που δεν μπορείς να πείς είναι το «δεν βλέπεται». Βρες κάτι άλλο.. Πες «Δεν αντέχεται»…Το επισημαίνω επειδή στη χρήση όρων, από μεριάς κριτικής και μιμητών αυτής, γίνεται.. πανζουρλισμός.
Προχωράμε..
Η ωραία φωτογραφία έχει την τύχη να φωτίζει και να πλανάρει ωραία τοπία, σε Ελλάδα κι εξωτερικό, καθώς κι ωραία εσωτερικά, (κι εδώ έχει γίνει καλή δουλειά και δεν καταλαβαίνω γιατί λείπει όνομα, και γνωρίζουμε οι…παροικούντες ότι στη Σκηνογραφική Διεύθυνση υπεύθυνη ήταν η ΜΑΡΙΛΕΝΑ ΑΡΑΒΑΝΤΙΝΟΥ).
Από εκεί και μετά, το Χάος
Η Τζένη Καρέζη δεν είναι καν πρώτο όνομα, το πρωταγωνιστικό σχήμα είναι ΣΑΜΥ ΦΡΕΪ-ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΑΡΝΤΥ κι έπεται το ΤΖΕΝΗ ΚΑΡΕΖΗ, ωστόσο έχει τον ωραίο ρόλο σε σχέση με την Αρντύ.
Μαζί με η Φωτογραφία, το δεύτερο ωραίο πράγμα της ταινίας είναι η ΟΜΟΡΦΙΑ ΤΗΣ ΤΖΕΝΗΣ αλλά εδώ παραβιάζουμε κι ανοιχτές πόρτες..
Ωστόσο, όλο αυτό δεν ήταν αρκετό ώστε να συνεχίσει για διεθνή καριέρα.. Αν είσαι άγνωστος και το όνομα σου στο ξεκίνημα εμπλακεί σε τέτοια αποτυχία, μετά θέλει άλλου είδους προσπάθειες …Αν με ρωτάτε, τόσο για την Τζένη όσο και για την Αλίκη, θα σας έλεγα ότι καλά έκαναν και δεν συνέχισαν να κοιτάνε προς τα έξω, θα ήταν ένα ξόδεμα με αβέβαια αποτελέσματα, όταν στην Ελλάδα μπορούσαν να έχουν το βασίλειο δικό τους..
Επιπλέον, όταν πηγαίνεις για καριέρα σταρ, πρέπει κάτι να σου βρουν ώστε να σου φτιάξουν προφίλ και προσωπικότητα. Αυτό που είχαν, και η μία και η άλλη, δεν αφορούσε τη ..διεθνή ολομέλεια. Το κορίτσι της Αλίκης ήταν πολύ Ελληνόπουλο, το κωμικό της Τζένης δεν δοκιμάστηκε ενώ στο δραματικό, αυτός ο τύπος της μοιραίας γυναίκας ήταν ήδη υπερπλήρης στην αγορά και με μεγάλες εκπροσώπους.
Την έχει ντύσει κι εδώ ο ΝΤΙΜΗΣ ΚΡΙΤΣΑΣ, και τις έχει βάλει και κάποιους σκούρους συνδυασμούς ώστε να της δίνει και λίγο μυστήριο αν και τη δουλειά αυτή την έχει αναλάβει η Διεύθυνση Φωτογραφίας.
Ως θαυμαστής της Τζένης θα τη βλέπω την ταινία όταν μου δίνεται η ευκαιρία αλλά για να βλέπω την Τζένη, όχι την ταινία. Και να νιώθω τη φιλοδοξία της που ήθελε να γίνει διεθνής, κάτι σαν Μελίνα.. Μου το βγάζει αυτό.. Με το Σάμυ Φρέι συνυπάρχουν γοητευτικά αλλά με τη ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΑΡΝΤΥ, η οποία ως ηθοποιός δεν κάνει τίποτε στην ταινία, είναι πιο εναρμονισμένος, πιο αρμονικό το ζευγάρι τους.
Ένα ωραίο χάζεμα για τον Ελληνα θεατή, αν δεν αγανακτήσει, είναι να μετρά εγχώριες παρουσίες που μπαίνουν και βγαίνουν στην οθόνη. Τι Μυράτ, τι Διαμαντόπουλος , τι Φωκάς, μέχρι κι ο Μουστάκας, κι ο Ζανίνο κι ο Φέρμας κι ο Μούτσιος κι ένα σωρό κόσμος, γνωστός κόσμος.. αλλά αυτό. Και τίποτε άλλο.
ΥΓ. Με το που τέλειωσε τα γυρίσματα του «Μια σφαίρα στην καρδιά» , η Τζένη πήγε στις Σπέτσες, κι έκανε το «ΤΖΕΝΗ, ΤΖΕΝΗ» για λογαριασμό του ΦΙΝΟΥ και με σκηνοθέτη τον ΝΤΙΝΟ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟ, που ήξερε τι του γινόταν, και της χαμογέλασε ξανά ο Θεός…