Βέβαια, για να γίνει κι εδώ «της Ισπανίας» χρειάζεται κινηματογραφική προπαίδεια, χρειάζεται η καλλιέργεια του σινεμά των ειδών, χρειάζεται στις όποιες «σχολές» (λέμε τώρα..) κινηματογραφίας να τους διδάσκουν τα είδη, αν τους μαθαίνουν την κωμωδία, του πως στήνεται, πως γράφεται, από που εμπνέεται και βέβαια τις υποδιαιρέσεις. Διότι κι η ΚΩΜΩΔΙΑ, όπως κι όλα τα είδη, έχουν τις άπειρες υποδιαιρέσεις τους.
Ο ίδιος άνθρωπος που καταπιάνεται με την κωμωδία μπορεί σε ένα έργο να πιάσει ένα θέμα καθαρά κοινωνικό και μέσα από το χιούμορ να δώσει δραματικές προεκτάσεις, μπορεί να θελήσει όμως στο επόμενο έργο να ασχοληθεί και με μία φάρσα, να δοκιμάσει τις δυνάμεις του και σε αυτήν, να καλλιεργήσει την τεχνική του, να ενισχύσει το γράψιμο του, μπορεί να γράψει μια κωμωδία που σκοπό έχει να κάνει τον κόσμο αποκλειστικά να γελάσει και τίποτε άλλο…Αν μελετούσε κανείς τα έργα του ΑΛΕΚΟΥ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ θα μπορούσε να βγάλει πολύ δυνατά συμπεράσματα, να κάνει αληθινές σπουδές πάνω στο είδος. Κανονικά, αν ήμασταν χώρα κινηματογραφικών σπουδών, θα έπρεπε τις κωμωδίες του Αλέκου Σακελλάριου να τις είχαν ως ξεχωριστή έδρα στις Σπουδές, να μάθαιναν ό,τι περιλαμβάνει ο διαβήτης καθώς ανοίγει , στο θέμα Κωμωδία.
Αντ’ αυτού, επειδή στην Ελλάδα δεν υπάρχουν σπουδές , δεν καλλιεργείται κι ο θεατής ώστε να αποκτά σωστότερη κρίση και παράλληλα να μάθει να αφήνεται ανενόχλητα κι απενοχοποιημένα στο γέλιο και στη διασκέδαση. Τις κωμωδίες τις διαγράφουν με μια μονοκοντυλιά, με έναν αφορισμό, τις χαρακτηρίζουν εκ προοιμίου βλακείες….Εχετε διαβάσει ποτέ καμιά ανάλυση πάνω σε κάποιο έργο του είδους κωμωδία; Κι όταν λέω «ανάλυση», εννοώ ανάλυση κωμικών κανόνων, όχι ιδεολογικών προτσές που τους δίνει αφορμή μια ταινία.. Για να μιλήσουν για άλλα ζητήματα που δεν είναι κινηματογραφικά αλλά τα έχουν μετατρέψει σε τέτοια , για λόγους…ασφαλείας. Χώρια ότι για να αναγνωριστούν οι κωμωδίες του παρελθόντος πρέπει να περάσουν καμιά…70αριά χρόνια..
Οι Ισπανοί δεν έχουν τέτοιο πρόβλημα. Μαθαίνουν σινεμά κι όχι τη θεωρία του auteur. Μαθαίνουν ΕΙΔΗ και τα εμφανίζουν.
Αυτή εδώ, το «ΟΤΑΝ ΕΓΙΝΑ ΠΛΟΥΣΙΟΣ», είναι καθαρόαιμη κωμωδία, η οποία διογκώνει και διασκεδάζει, ορμώμενη από μια κοινωνική αφετηρία. Η κοινωνική αφετηρία φαίνεται από το πλαίσιο αλλά κι από τον κεντρικό ήρωα.
Αν δεν φτιάξεις κεντρικό ήρωα, πως θα μπορέσεις να βάλεις τον θεατή στο "τριπάκι’" τι ιστορία θα παρακολουθήσει αν δεν έχει άνθρωπο ολοκληρωμένο που να την ζει, ώστε ο θεατής να ταυτιστεί με τον ήρωα και μέσω αυτού να παρακολουθήσει την ιστορία, να παρακολουθήσει τα δεινά του κεντρικού ήρωα και να γελάσει με αυτά, καθώς του δίνονται διογκωμένα ώστε ο πόνος να βγάζει γέλιο.
Η εν λόγω ισπανική κωμωδία, το έχει αυτό. Εχει το κοινωνικό πλαίσιο, την οικονομική κατάσταση της Ισπανίας και του λαού της στα χρόνια της Κρίσης, έχει και κεντρικό ήρωα ο οποίος είναι ένας φουκαράς, άνεργος, ένα ρημάδι της ζωής, η Κρίση τον χτύπησε και μαζί με την ανεργία του έφερε κι άλλα προβλήματα. Κι η γυναίκα του πιά δεν τον θέλει, έχει βρει και καλοβολεμένο γκόμενο, έχουν ξεκινήσει για διαζύγιο το οποίο, όμως, ακόμα δεν έχει εκδοθεί…Μόνο δύο φίλους έχει αλλά η οικονομική κρίση έχει επηρεάσει και τη σχέση του με αυτούς..
Και ξαφνικά, κερδίζει το λότο. Εδώ σταματά η πρώτη ενότητα των κανόνων συγγραφής και δραματουργίας, η λεγόμενη «Δέση» και πρέπει να πάμε στο επόμενο στάδιο, στην ονομαζόμενη «Σύγκρουση». Εδώ λοιπόν χρειάζεται ένα στοιχείο που την περίπτωση να την μεταβάλει σε υπόθεση.
Το στοιχείο βρίσκεται από τους τρεις σεναριογράφους, όπου μέσα σε αυτούς είναι κι ο σκηνοθέτης του φιλμ Α’ΛΒΑΡΟ ΦΕΡΝΑΝΤΕΘ ΑΡΜΕΡΟ, κι έχει να κάνει με κάτι νομικό που έψαξαν και βρήκαν οι σεναριογράφοι ως στοιχείο που θα μπορούσε να δομήσει υπόθεση κωμωδίας. Το ότι αν δεν έχει εκδοθεί διαζύγιο, τα μισά χρήματα ενός κερδισμένου λαχνού πηγαίνουν στη σύζυγο. Το πρόσωπο που βρίσκουν ώστε να δομήσουν την υπόθεση και να περάσει ως στοιχείο εξέλιξης και δράσης το νομικό ζήτημα, είναι ένας επενδυτικός ψυχάκιας , από αυτούς που τη στήνουν και στα πρακτορεία στοιχημάτων προκειμένου να αρπάξουν από το γιακά τον νικητή ως μελλοντικό επενδυτή. Αυτός κατάφερε και πήρε χαμπάρι το νικητή της κλήρωσης και σπεύδει καταπάνω του , αποσπά τακα τακα τις πληροφορίες που θα του ήταν χρήσιμες και του επιστρέφει την πληροφορία που καίει: Περί συζύγου πως παίρνει τα μισά… Και για να μην του τα φάει η σύζυγος με τον γκόμενο τα 12,5 εκατομμύρια, τον αναλαμβάνει επενδυτικά και τον συμβουλεύει να μην πεί σε ΚΑΝΕΝΑ για την τυχερή κλήρωση διότι…κάηκε.
Τώρα το σενάριο αρχίζει και φτιάχνει χαρακτήρες που θα πλαισιώσουν τον ήρωα στην υπόθεση που έχει μπει, θα του βάλουν εμπόδια, τα εμπόδια βεβαίως και θα είναι κωμικά αλλά ανάλογοι είναι κι οι χαρακτήρες μια κι όλοι θα μπουν στην κωμική υπόθεση. Πρώτος ο επενδυτικός συμβουλάτορας, για τον οποίο φιλοτεχνείται εξαιρετικός supporting κωμικός ρόλος και μάλιστα με εξέλιξη χαρακτήρα και με τροπή (όχι με «ανατροπή») όταν θα περάσουμε λίγο πριν από το τέλος στην Τρίτη και τελική θεμελιώδη ενότητα συγγραφής σεναρίου, τη «Λύση». Φιλοτεχνείται ο ρόλος της συζύγου και η σχέση τους, μια σχέση με διαρκείς κόντρες κι επεισόδια έξυπνα, σύντομα και καθαρά που δείχνουν τη μεταξύ τους ασυννενοησία.. Αλλά και με ψήγματα αδιόρατα πως από κάτω μπορεί ακόμα να τρέχει συναίσθημα..Αλλωστε πως θα φτάσουμε στην κάθαρση όπου για την κωμωδία μοναδική επιλογή είναι το χαρούμενο τέλος, αυτό που ειρωνικά οι ημιμαθείς επικαλούνται με «αμερικάνικο» χαρακτηρισμό «χάυπ εντ», αγνοώντας προφανώς ότι ο Ευριπίδης το έκανε και σε τραγωδίες κι είχε ταυτιστεί και με τον Από Μηχανής Θεό προκειμένου το δράμα στην κορύφωση του να περάσει σε χαρούμενη λύση (το «χάπυ εντ» των Ημιμαθών δεν είναι παρά η μία πλευρά του νομίσματος της Κάθαρσης, όπου αυτή επέρχεται είτε με τη δικαίωση (χαρούμενο) είτε με την τιμωρία του ήρωα (λυπητερό). Στην κωμωδία η κάθαρση έρχεται με τη δικαίωση, Νόμος.! Ειδάλλως , έχουμε δραματική κωμωδία κι όχι καθαρόαιμη, η οποία έχει δομηθεί με τους κανόνες του δράματος (βλ. «Δεσποινίς ετών 39» κι «Ενας ήρως με παντούφλες» του κυρ-Αλέκου- εκεί, όμως, δομείται πάνω στο δράμα).
Φιλοτεχνείται κι ο ρόλος του αντεραστή, με περίτεχνα υποδεικνυόμενα τα στοιχεία γελοιοποίησης του, ώστε να παραμείνουμε ταυτισμένοι με τον ήρωα, φιλοτεχνούνται κι οι χαρακτήρες των δύο φίλων αλλά και των γυναικών τους, που πάνε παρακάτω την υπόθεση, φιλοτεχνείται κι ο χαρακτήρας, σε σύντομες αλλά τόσο περιεκτικές σκηνές με ελάχιστο διάλογο αλλά με βασανιστικά ψαγμένες τις ατάκες ώστε να βγάζουν χαρακτήρα, ο χαρακτήρας της τροχονόμου που κόβει τις κλήσεις και κατά το σενάριο είναι επίσης μία που πληροφορείται το τυχερό του ήρωα, εξ ενστίκτου και υπηρεσιακής παρατηρητικότητας.
Ολοι αυτοί έχουν συνθέσει την κωμωδία, την προσπάθεια του ήρωα να το κρατήσει κρυφό, α επενδύσει τα λεφτά του, να αρχίζει να ζει παραμυθένια αλλά και τι θα γίνει με τη σύζυγο που όλο και περισσότερο καταλαβαίνουμε ότι εξακολουθεί να τη θέλει..
Κι αφού στη «Σύγκρουση» έχουμε περάσει στο κωμικό στοιχείο και σε όλα αυτά που συνθέτουν κωμωδία, στη Λύση, στην Τρίτη ενότητα δηλαδή, επανερχόμαστε στην κοινωνική αφετηρία της αρχής και της Δέσης , η κωμική-πάντα κωμική- λύση δίνεται και μέσα από την κοινωνική ενσυναίσθηση κι από μια σύνθεση σταδιακών «καθάρσεων» και δεν είναι να απορούμε γιατί οι Ισπανοί θεατές βγήκαν τόσο ΑΝΑΚΟΥΦΙΣΜΕΝΟΙ από την ταινία κι έστελναν ο ένας τον άλλο κι έφτασε να σπάσει τα ταμεία.
Διότι, αυτά που είπα πιο πάνω είναι του σεναρίου. Περνάμε και στη Σκηνοθεσία , που αναλαμβάνει. Και φυσικά, πάνω στη διανομή κάνει την επιλογή ο σκηνοθέτης, φροντίζοντας μέσω αυτής να περάσει στο θεατή, τη διάθεση που θέλει.
Για τον κεντρικό ρόλο δεν επιλέγει ένα κωμικό ανθρωπάκο ή ένα κλόουν, έναν που θα αποδίδει κι ως φάτσα φουκαρά. Όχι! Επιλέγει «ΖΕΝ ΚΟΜΙΚ» κωμικός και γόης μαζί ή μάλλον γοητευτικός ηθοποιός που παίζει ικανότατα την κωμωδία, μετρημένα αλλά χωρίς στο παίξιμο του να χάνει ποτέ την κωμική επισήμανση. Στο κάθε τι. Ο ΑΛΕΞ ΓΚΑΡΘΙΑ είναι αυτή η σκηνοθετική επιλογή κι ο τρόπος που τον βάζει στο κωμικό κλίμα ο σκηνοθέτης είναι επίσης αυτό που θα έπρεπε να διδάσκεται στις εδώ ανύπαρκτες σχολές, στο πως ΣΚΗΝΟΘΕΤΕΙΤΑΙ μια ΚΩΜΩΔΙΑ. Πέρα από το πως γράφεται.
Από τη διανομή που κάνεις , η οποία έχει να κάνει και με τις αντιθέσεις παιξίματος που μπορεί να οδηγήσουν στην ιλαρότητα, βάσει των χαρακτήρων. Ευφυής η επιλογή αλλά κι η καθοδήγηση του ΧΟΡΔΙ ΣΑΝΤΣΕΘ στο ρόλο του επενδυτή, στο πως να παίξει τις αντιθέσεις με τον Γκαρσία και πως δι αυτού του τρόπου να υφαίνει κλίμα κωμικό και για τον Γκαρσία ώστε να έχουμε αυτή την απόδοση.
Τόπος δράσης οι Αστούριες, έτσι για να φεύγουμε λίγο κι από το Μαδρίτη-Βαρκελώνη, όπου το φυσικό φως αξιοποιεί αντιθέσεις από τον διευθυντή φωτογραφίας ενώ το όλο σκηνογραφικό μέρος είναι οι ήρωες του, και βασικά ο κεντρικός, με τους χώρους από τους οποίους περνάει. Η ΑΛΕΧΑΝΔΡΑ ΧΙΜΕΝΕΘ που παίζει τη σύζυγο είναι επιλογή που να ενισχύει τη σχέση του θεατή με τον κεντρικό ήρωα.
Κι ο ΗΧΟΣ. Ηχος κωμωδίας. Πόσο βασίζεται ο σκηνοθέτης στην αλέγκρα βερσιόν του "If i were a richman" από το "Βιολιστή στη στέγη"...
Θα ευχηθώ «Και στα δικά μας». Ισως κάποτε…Ποιός ξέρει..