Το οποίο είναι αμερικανικό με σκηνοθέτη και συγγραφέα από ΟΥΓΓΑΡΙΑ. Σκηνοθέτης ο ΚΟΡΝΕΛ ΜΟΥΝΤΡΟΥΤΖΟ, σεναριογράφος η ΚΑΤΑ ΒΕΜΠΕΡ. Και με ερμηνευτές ΚΛΑΣΕΩΣ την ΒΑΝΕΣΑ ΚΙΡΜΠΥ, τον ΣΙΑ ΛΑ ΜΠΕΟΦ και την αξιοσέβαστη ΕΛΕΝ ΜΠΕΡΣΤΥΝ.
Τι είναι απωθητικό, πριν δεις το έργο; Η υπόθεση όπως τη διαβάζεις περί απώλειας ενός παιδιού. Ας πούμε το «RABBIT HOLE»( «ΑΠΩΛΕΙΑ» ο ελληνικός τίτλος) παρέμεινε απωθητικό παρά τη θαυμάσια ερμηνεία της Νικόλ Κίντμαν. Εδώ , στο αμερικανο-ουγγαρέζικο, συμβαίνει κάτι άλλο. Απωθητικό, με την έννοια του στενόχωρου το αρχικό γεγονός. Ένα ζευγάρι που θέλουν να αποκτήσουν παιδί κι η γυναίκα συλλαμβάνει και φτάνει στην ώρα της γέννας, επιμένει να γεννήσει στο σπίτι, δεν ακούει την μαία όταν την προτρέπει να μεταβούν στο νοσοκομείο κι οι συνέπειες είναι δυσάρεστες. Και μετά, τρέχουν την μαία στα δικαστήρια.
Αυτό που διαβάζετε, δεν δίνεται καθόλου έτσι. Ο τρόπος είναι που σου δείχνει ότι δεν υπάρχουν θέματα απωθητικά, μόνο απωθητικοί χειρισμοί.
Η πρώτη σεκάνς, που είναι και μια μεγάλη σε διάρκεια σκηνή είναι ένα κινηματογραφικό υπόδειγμα που δείχνει την ικανότητα του σκηνοθέτη του Ουγγρου, ο οποίος είναι και νέος σε ηλικία. Με μια εκπληκτική φωτογραφία, που έχει να κάνει με τον τρόπο χρήσης της κάμερας, ζούμε όλη τη διαδικασία, τις προσμονές, την επιτυχία αλλά και τα απρόοπτα της γέννας με ένα τρόπο που μοιάζει η σκηνή σαν ολοκληρωμένη ταινία μικρού μήκους, η οποία είναι γραμμένη από τη σεναριογράφο με τους κανόνες του σεναρίου ολόκληρης ταινίας οι οποίοι έχουν χρησιμοποιηθεί με τον ίδιο τρόπο για μια σεκάνς. Και μόνη της η σεκάνς θα μπορούσε να ήταν διπλωματική εργασία για πτυχία με άριστα στο πως μπορεί κάποιος να εκφράσει κινηματογραφικά, μεσα σε λίγο χρόνο τα πάντα. Αρχή, μεση , τέλος (κατά την αριστοτελική κι όχι την….γκονταρική έννοια), κεντρικός ήρωας, πρώτο εμπόδιο για να περάσουμε από την δέση στη σύγκρουση, δηλαδή από την πληροφορία στην υπόθεση, και λύση με ανατρεπτικό περιστατικό που οδηγεί σε κορύφωση κι η κάμερα με τον διευθυντή φωτογραφίας υπό την μπαγκέτα του σκηνοθέτη, έχουν δώσει ρέστα. Διότι, η σκηνή προλαβαίνει, στα πλαίσια σκηνής ολοκληρωμένης, να δηλώσει και χαρακτήρες κι οι τρεις ηθοποιοί που την παίζουν, η ΒΑΝΕΣΑ ΚΙΡΜΠΥ, ο ΣΙΑ ΛΑ ΜΠΟΕΦ κι η ΜΟΛΥ ΠΑΡΚΕΡ δίνουν τα πάντα ως σύσταση χαρακτήρων των αναγκών αυτής της πρώτης σκηνής.
Τα επόμενα ρέστα έρχονται στην αμέσως επόμενη, όταν η ηρωίδα πηγαίνει για πρώτη μέρα στο γραφείο. Εκεί έχουμε άλλα ρέστα σκηνοθετικής εξήγησης με βοήθεια του μοντάζ ώστε να σιγουρέψουμε αυτό που μας άφησε να υποπτευθούμε η πρώτη σεκανς.
Αρα, με το μπάσιμο, κάθε φόβος απώθησης έχει πάει περίπατο.
Και μπαίνουμε έτσι στην ιστορία, στη «Σύγκρουση» όπως λέμε στο σινεμά, στο τι θα πρέπει να κάνουν με την μαία αλλά και με μια πιθανότητα επόμενης εγκυμοσύνης, κυρίως όμως με τις επιπτώσεις στη σχέση του ζευγαριού, με παράλληλα πρόσωπα να εμφανίζονται που το καθένα εκπροσωπεί κάτι στη δομή της ιστορίας είτε υπό μορφή σεναριακού «εμποδίου» είτε συμπληρώματος, με κύριο πρόσωπο την παρεμβατική μητέρα της ηρωίδας, όπου η ΕΛΕΝ ΜΠΕΡΣΤΥΝ δείχνει, ή μάλλον υπενθυμίζει, την κλάση της και το μέγεθος της αξίας της. Ο ρόλος μπορεί να μην είναι και τόσο μεγάλος, όμως είναι ένας ρόλος που κτίζεται με «θραύσματα», με μικρότατες σκηνές που όλες δίνουν την ευκαιρία στο κοινό για γνωριμία με αυτόν τον χαρακτήρα και στην ηθοποιό τη δυνατότητα να κτίσει, να δημιουργήσει και να φτάσει στη μεγάλη της σκηνή, που μπορεί να φαίνεται σαν δώρο προς την Ελεν Μπέρστυν αλλά μάλλον είναι δώρο της Μπέρστυν προς την ταινία. Η, για να είμαι ακριβέστερος, σαν δώρο της ταινίας στον εαυτό της, που επέλεξε μια τέτοια ηθοποιό ξέροντας τι επιλογή έκανε. Σε αυτή την ηλικία, η Μπέρστυν καταφέρνει και παίζει με ξεχωριστή διαύγεια το σύνθετο ρόλο, αφήνοντας και μερικά ηλικιακά «τρέμολα» να παρεισφρέουν, όχι σαν αδυναμίες αλλά σαν χρήσεις από την ηθοποιό, που ήταν, άλλωστε, κι η αγαπημένη μαθήτρια του ΛΗ ΣΤΡΑΣΜΠΕΡΓΚ, μαζί με τον ΑΛ ΠΑΤΣΙΝΟ- ήταν τα δύο πιο αγαπημένα παιδιά του. Ηθοποιός Μεθόδου η Μπέρστυν, κορυφαία.
Η τρίτη πράξη, όπως θα λέγαμε στο θέατρο ή η Λύση, ‘όπως λέμε στο κινηματογραφικό σενάριο, αφορά στη δίκη της μαίας όπου εκεί θα ολοκληρωθούν και θα ανυψωθούν τα πάντα.
Είπα για το «Θέμα», είπα και για τον «Τρόπο» ξεκίνησα για την ηθοποιία με την Ελεν Μπέρστυν αλλά δεν ολοκλήρωσα. Διότι η ΒΑΝΕΣΑ ΚΙΡΜΠΥ έρχεται ως αποκάλυψη. Βεβαίως και ξέρουν όσοι ασχολούνται ή έχουν πληροφόρηση πως έχει μια θητεία στο θέατρο, βεβαίως και την προσέξαμε ως Πριγκίπισσα Μαργαρίτα στους δυο πρώτους Κύκλους στο «ΣΤΕΜΜΑ» (όπου προτάθηκε και για το «Εμμυ») πριν την διαδεχθεί ηλικιακά στο ρόλο η Ελενα Μπόναμ Κάρτερ αλλά εδώ έχουμε τη μεγάλη κινηματογραφική εμβάπτιση καθώς το λέω, το επαναλαμβάνω, το έχω διδαχτεί και το διαπιστώνουμε σε κάθε περίσταση πως ΗΘΟΠΟΙΟΣ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΡΟΛΟΣ. Κι εδώ έρχεται στην ΒΑΝΕΣΑ ΚΙΡΜΠΥ ένας ρόλος τεράστιος για να αποδείξει όχι μόνο τις υποκριτικές της δυνατότητες αλλά και το πόσο μοντέρνα ηθοποιός είναι, πόσο σύγχρονη, πόσο συντονισμένη με τη σημερινή «ανεξαρτιοποίηση» (όχι «ανεξαρτικοποίηση») του κινηματογράφου, με τα νέα ζητούμενα. Μια κι η εποχή αλλάζει, το παραδοσιακό και κατακτημένο σινεμά μεταφέρεται στην τηλεόραση, και το καινούργιο, που θα λειτουργήσει σε επόμενα χρόνια ως αιμοδότης στις μεταβολές που ετοιμάζονται ανα τον πλανήτη, φέρνει κι αυτούς τους τρόπους ηθοποιίας ως κυρίαρχους. Την βλέπω φέτος την τάση, τη διαπιστώνω από όσα έργα έχω δει μέχρι στιγμής κι αυτό με κάνει να ανησυχώ λίγο για τη Σοφία Λόρεν, στο μήπως και το κλασικό θεωρείται «passe». Όχι με την έννοια του «άχρηστου», κάθε άλλο , αλλά με την έννοια του μη προτείνοντος. Θα δούμε…Απλώς καταθέτω στο γραπτό μου κάποιες σκέψεις βλέποντας τα φετεινά φιλμ. Και βλέποντας τη Βανέσα Κίρμπυ να παίζει την απόλυτη αλήθεια, όχι όμως με το υποπαίξιμο που συναντάμε σε διάφορα του «ανεξάρτητου» αλλά με τη δύναμη της πρωταγωνίστριας και δή της κινηματογραφικής.
Πριν κλείσω, θέλω να σταθώ και στον ΣΙΑ ΛΑ ΜΠΕΟΦ. Αυτό το παιδί ως «ζεν» δεν κατόρθωσε να βρει το βηματσμό του, παρόλο ότι τον χρησιμοποίησαν και κάποιοι σπουδαίοι σκηνοθέτης (βλ Σπήλμπεργκ). Μήπως και τελικά αυτό το «ζεν» ήταν μόνο ηλικιακό κι όχι ιδιοσυγκρασιακό; Εδώ, στο ρόλο του συζύγου πιάνει κάτι τόνους εξαιρετικής δραματικότητας συνδυασμένης με αυτό-έλεγχο. Την ερμηνεία τη βάζω στο ίδιο επίπεδο με τις άλλες, βέβαια υπολείπεται ο ρόλος των γυναικείων ρόλων του έργου. Όμως , ερμηνευτικά είναι απόλυτα συντονισμένος μαζί τους κι αυτό δείχνει κάτι , ίσως δείχνει το δρόμο και στον ΄ίδιο.. Ισως πάλι, αυτός ο νεαρός σκηνοθέτης από την Ουγγαρία, το θέμα των ηθοποιών να κατέχει καλά , διότι διάβασα στο βιογραφικό του πως είναι ηθοποιός κι ο ίδιος. Και μπόρεσε κι ενέταξε τους πάντες σε αυτό το νέο τρόπο αφήγησης-ερμηνείας.
ΥΓ. ¨Αξια ξεχωριστής μνείας η μουσική του ΧΑΟΥΑΡΝΤ ΣΟΡ που προσφέρει στην ταινία και την Ηχητική δραματικότητα που την ολοκληρώνει και την καθιστά, τελικώς, απαραίτητη