Ξέρω από τα χρόνια στο Λος Αντζελες, από ατζέντηδες κυρίως σεναρίων, που για ένα καιρό, αρκετά μεγάλο, κατέφθαναν σενάρια στα χέρια τους που πήγαιναν άφθονοι να μιμηθούν τον Γούντυ Άλεν. Τα σενάρια του Γούντυ Άλεν. Για τα οποία μου εξηγούσαν αυτοί οι ατζέντηδες, ότι « όλα αυτά τα παιδιά δεν καταλαβαίνουν ότι ο Γούντυ Αλεν είναι προσωπικό είδος κι ότι δεν μπορείς να κάνεις ταινία τύπου Γούντυ Άλεν αν δεν είσαι ο Γούντυ Άλεν».
Ο Γούντυ Άλεν, ναι, είναι auteur. H διαφορά του από τους άλλους «auteur» είναι πως κατείχε τον Εργοκεντρισμό, το αντίθετο δηλαδή του ποιητο-κεντρισμού που εκπροσωπούν οι «auteur” και τον οποίο απορρίπτει η αριστοτελική παιδεία, και τα έργα του ήταν έργα Εργοκεντρικά. Ηταν φτιαγμένα με κανόνες. Σενάριο και Σκηνοθεσία σε μια δική τους συνύπαρξη όπου το ένα βοήθαγε και στήριζε το άλλο.
Στον Εργοκεντρισμό εξετάζουμε τα πράγματα από έξω προς τα μέσα. Δηλαδή από το έξω, από το ΕΡΓΟ και προχωρούμε, μέχρι εκεί που μας επιτρέπεται, στον ίδιο το δημιουργό. Στον Ποιητοκεντρισμό τα πράγματα λειτουργούν ανάποδα. Ξεκινάνε από μέσα προς τα έξω, δηλαδή αναλύουν τον δημιουργό και σπανίως φτάνουν στο ίδιο το έργο, διότι αντικείμενο για αυτούς είναι ο δημιουργός.
Ο Γούντυ Αλεν, σε όλα του τα έργα, στα καλύτερα, στα μεγαλοφυέστερα, αλλά και στα προφανή, και στα λιγότερο εμπνευσμένα, πάντα έφτιανε ΕΡΓΟ. Δικό του μεν αλλά ΕΡΓΟ.
Στο «ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΤΟΥ ΡΙΦΚΙΝ» τη χάνει λίγο αυτή την μπάλα. Λειτουργεί ως auteur, χωρίς όλο αυτό να το έχει «παιδέψει» , ώστε αυτό που θέλει να πει, να λειτουργεί με τους κανόνες του έργου.
Ποιο είναι το θέμα; Ποιος είναι ο ήρωας; Ο Γούντυ Άλεν εδώ δείχνει , ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΕΡΓΟ ΠΟΥ ΒΛΕΠΟΥΜΕ, να λέει περισσότερο θέσεις δικές του παρά του ήρωα που μέσα από το σενάριο δεν πολυβγαίνουν. Δηλαδή αυτή η διαρκής «σινεφίλ» (και καλά…) αναφορά σε τρεις και μόνο μεγάλους auteur του ευρωπαϊκου κινηματογράφου (Φελίνι, Μπέργκμαν, Μπουνιουέλ) δεν δείχνει τι σχέση μπορεί να έχει αυτή η εμμονή με τις διαδικασίες του ήρωα. Ναι, είναι ένας διανοούμενος, σε κρίση, χαρακτηριστικό των ηρώων του Γούντυ Άλεν και μπράβο του που έχει δημιουργήσει στιβαρά πρότυπα δικά του στη διαδρομή του έργου του, αλλά ο ήρωας , σε αυτά που ζεί και σε εκείνα που τραβάει, δεν δείχνει τοσο πολύ σε σχέση με το σινεμά παρά σε σχέση αγχιστείας μαζί του. Ο ήρωας δεν είναι ένας δημιουργός που δεν μπορεί να κάνει το έργο που θέλει, είναι ένας καθηγητής. Εστω του σινεμά. Αυτή η εμμονή στους τρεις auteur, σε όλη τη διάρκεια της ταινίας δείχνει ότι περισσότερο μιλά ο Γούντυ Άλεν παρά ο ήρωας του. Εδώ έχουμε παράβαση κανόνα. Διότι, γεννά απορίες: Δηλαδή, άλλο σινεμά εκτός από αυτούς τους τρεις ανθρώπους δεν υπάρχει; Καλά, το αμερικάνικο απουσιάζει παντελώς πλην Ορσον Ουέλες. Το ευρωπαϊκό επίσης απουσιάζει παντελώς ως είδη ως ψυχαγωγία, ως όλα αυτά που είναι το σινεμά. Εξηγώ γιατί δίνεται ξεκάθαρα η εντύπωση πως ο Γούντυ Άλεν μιλά εδώ για τον εαυτό του κι έχει ξεφύγει από το έργο κι από τον ήρωα. Επίσης, η γυναίκα του που τον απατά με ένα Γάλλο σκηνοθέτη, είναι αυτή που τον έχει πάρει μαζί της στο Φεστιβάλ του Σαν Σεμπάστιαν, η οποία, όμως, έχει το μυαλό της στο Γάλλο της. Ο ήρωας δηλαδή δεν έχει πάει εκεί από μόνος του.
Από την άλλη, ο Γούντυ Άλεν είναι ευφυής, μεγαλοφυής, και βεβαιότατα βαθύτατος γνώστης. Εχει το θείο χάρισμα, το ταλέντο, αυτό που δεν ορίζεται ούτε προσδιορίζεται. Αυτό τον «παλμό» που συζητούσαν κάποιοι φίλοι συγγραφείς πρόσφατα, σε σχέση με το γράψιμο.
Χάρη στα παραπάνω χαρίσματα μπορεί και τα αναμασήματα, που θα φαίνονταν ευκολίες , τη σχέση με τη γυναίκα, με το θάνατο, με την απιστία, με τα ψυχολογικά του, με τη νέα γνωριμία με τη γιατρό της περιοχής, να τα κάνει υλικό, όπου ένα άγγιγμα θείο, τα μεταβάλει σε ταινία ΠΟΛΥ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗ τη στγμή που μπορείς ταυτοχρόνως να βλέπεις τις αδυναμίες. Σε τέτοιο βαθμό που δεν θα με παραξένευε, αν έβλεπα να αντιμετωπίζεται «Το Φεστιβάλ του Ρίφκιν» στο τέλος, σαν ένα ακόμα ιδιότυπο σενάριο τύπου Γούντυ Αλεν, όπου οι καταστρατηγήσεις να μεταβάλλονταν σε προσόν. Δεν θα με παραξένευε καθόλου, είχε συμβεί κάτι ανάλογο και στο «Διαλύοντας τον Χάρι» με μόνη τη διαφορά ότι εκεί ο ήρωας ήταν σε απόλυτη συνάρτησή με το περιεχόμενο. Όμως το να μπορείς να βλέπεις την αδυναμία και συγχρόνως να απολαμβάνεις την ταινία, ω ναι, αυτό δεν μπορώ να μην του το πιστώσω. Με βάση, την κουβέντα εκείνη των ατζέντηδων πως «τα έργα του Γούντυ Αλεν είναι έργα του Γούντυ Αλεν», άρα κρίνονται με…γουντυ -αλενικούς κανόνες…
Υπάρχουν κι άλλα «θεματάκια». Ένα βασικό είναι η σχέση ΣΚΗΝΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ και ΣΕΝΑΡΙΟΥ. Απουσιάζει το Σαν Σεμπάστιαν ως πόλη. Υπάρχει μόνο στους χώρους του Φεστιβάλ όπου κι αυτοί είναι πολύ συγκεκριμμένοι και πολύ περιορισμένοι. Ως Εργοκεντρικός στέκομαι εδώ. Διότι αν ήμουν της «αλλης σχολής» θα έκανα εικασίες με το μυαλό μου πως η ταινία γυρίστηκε βιαστικά, πως έγινε σχεδόν στο πόδι, πως δεν είχε δυνατότητες οικονομικές η παραγωγή, πως ήθελε να διαφημίσει το Φεστιβάλ του Σαν Σεμπάστιαν και διάφορα τέτοια που διαβάζουμε, τα οποία δεν έχουν σχέση καλλιτεχνική με το έργο που βλέπουμε….. Και τελικά τις εικασίες θα τις μετέτρεπα σε … «κριτική». Όχι, ως Εργοκεντρικός αυτό δεν μου το επιτρέπω. Μένω στη σχέση σκηνογραφίας και σεναρίου οπότε επιστρέφω στον κεντρικό ήρωα και στο ότι δεν είναι η πόλη, σύμφωνα με αυτό που βλέπω, η οποία θα επιδράσει στην ψυχολογία του.
Το βασικό πρόβλημα της Σκηνοθεσίας είναι εδώ η διανομή. Η χειρότερη διανομή που έχει γίνει σε ταινία του Γούντυ Αλλεν. Μα είναι δυνατόν να παίρνει για πρωταγωνιστή τον ΓΟΥΑΛΑΣ ΣΩΟΥΝ; Έναν άνθρωπο που εκτιμάται ως διανοούμενος του θεάτρου (περισσότερο ποιητοκεντρικά κι αυτός, παρα εργοκεντρικά, με βάση δηλαδή τα έργα που έχει γράψει) αλλά που ως ηθοποιός δεν το έχει καθόλου. Δεν έχει κανενός τυπου μαγνητισμό, καμιά γοητεία και δεν εννοώ ανδρική γοητεία σταρ, δεν έχει αυτό που έχει ο Γούντυ Αλλεν, ο οποίος είναι πρωταγωνιστής, όπως και να το κάνουμε. Δεν κατάλαβα γιατί δεν έπαιξε ο ίδιος τον συγκεκριμένο ρόλο ή γιατί δεν πήρε κάποιον άλλο.
Κι από την υπόλοιπη διανομή,το έλασσον πετυχαίνει σε σχέση με ό,τι μας έχει συνηθίσει ως ένας εκ των ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΩΝ ΣΚΗΝΟΘΕΤΩΝ σε κατεύθυνση και διαχείριση ηθοποιίας. Να ήταν άλλοι οι λόγοι που μπορεί να αποτάθηκε σε άλλους ηθοποιούς και λόγω των τελευταίων σκανδάλων και του me too…. Να μη δέχτηκαν να παίξουν; Πάλι, όμως, δεν αφορά διότι στον Εργοκεντρισμό το αποτέλεσμα κρίνουμε και το αποτέλεσμα είναι αυτό που λέμε. Τα υπόλοιπα δεν άπτονται της καλλιτεχνικής δημιουργίας, πόσο μάλλον που από τη στιγμή που βρήκε αυτούς τους ηθοποιούς θα μπορούσε να είχε βρει κι άλλους, έστω και πανάγνωστους τους οποίους μπορούσε να μεταμορφώσει σε αξίες. Αν τους είχε και ρόλους, φυσικά….. Δεν το έκανε. Σίγουρα στην ΤΖΙΝΑ ΓΚΕΡΣΟΝ εδωσε την καλύτερη ευκαιρία που θα μπορούσε , σίγουρα ο ΛΟΥΙ ΓΚΑΡΕΛ ήταν φυσιογνωμικά αυτός που έπρεπε να είναι αλλά στο ρόλο ο Γούντυ Αλλεν δεν έδωσε πολύ χωρο. Πιο μεγάλη, όμως, εντύπωση μου έκανε το ότι αφησε αναξιοποίητο τον καλύτερο όλων, τον Ισπανό ηθοποιό ΣΕΡΧΙ ΛΟΠΕΘ, σε κάτι σαν από παραπομπή του «Βίκυ, Κριστίνα Μπαρτσελόνα» , ο ηθοποιός τα έδωσε, ο Γούντυ Αλλεν δεν το πρόβαλε…
Το μεγαλύτερο επιμέρους επίτευγμα ανήκει στον ΒΙΤΤΟΡΙΟ ΣΤΟΡΑΡΟ που με τη φωτογραφια του έδωσε εκπληκτικά σύνθετη όψη στο Σαν Σεμπαστιάν του Γούντυ Άλεν και στο πως φωτισε σε μαυρόασπρο τις σκηνές αναπαράστασης συγκεκριμένων ταινιών των συγκεκριμένων auteur, που ο Γούντυ Αλεν θαυμάζει .
Ένα επίτευγμα είναι του Στοράρο κι ένα ανήκει στον….Γούντυ Άλεν, ναι στον Γούντυ Άλεν, ο οποίος καταφέρνει και κάνει μια τόσο ευφρόσυνη ταινία που όσο διαρκεί η προβολή της μπορείς και ξεχνάς τις αδυναμίες της, για να προβληματιστείς στο τέλος κι εσύ ο ίδιος μήπως και δεν είναι τόσο «αδυναμίες» όσο νέα δοκιμαστικά μιας ανεξάντλητης γραφής.