Το γεγονός αυτό είναι η ομαδική τοξική δηλητηρίαση των κατοίκων μιας ολόκληρης περιοχής στην Ιαπωνία, εξ αιτίας του χημικού εργοστασίου «Μιναμάτα», τα απόβλητα του οποίου περιείχαν υδράργυρο και προσβλήθηκαν οι κάτοικοι. Και το «Μιναμάτα» έδωσε το όνομα σε μία συγκεκριμένη ασθένεια που προήλθε από αυτή την τοξική μόλυνση.
Αιτία για να αποκαλυφθεί , είναι και πάλι γεγονός, το οποίο χρησιμεύει κι ως σεναριακή αφορμή και μάλιστα στο πρώτο μέρος της ταινίας αυτό γίνεται εμφανές ως ανθρωποκεντρική περίπτωση. Το αποκάλυψε Αμερικανός φωτορεπόρτερ, υπαρκτό πρόσωπο, ο Γιουτζίν Σμιθ, που ως φωτορεπόρτερ μάχιμος είχε καλύψει πολλά μέτωπα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η ιστορία συμβαίνει το 1971, όταν ο εν λόγω φωτορεπόρτερ είναι μεσόκοπος και ζει αποτραβηγμένος, παραδομένος στο ουίσκυ, χωρίς κοινωνική ζωή και με την οικογενειακή και προσωπική να έχουν γίνει μαντάρα. Είναι τότε που τον πλησιάζουν για μια άλλη υπόθεση, εντελώς ανώδυνη αλλά εκείνος βάζει όρο πως θα δεχτεί τη δουλειά αν τον αφήσουν να πάει στην Ιαπωνία όχι για το ανώδυνο που τον θέλουν αλλά για κάτι επώδυνο που έχει υποπέσει στην αντίληψη του κι οι γύρω του είτε το αγνοούν είτε κάνουν τα κορόιδα (επειδή με την Ιαπωνία έχουν ανοίξει επιχειρηματικές ιστορίες λίαν καρποφόρες)
Αυτό το πρώτο κομμάτι, μέχρι ο ήρωας να ταξιδέψει στην Ιαπωνία αλλά κι οι αρκετές πρώτες σκηνές καταστάσεων που συναντά εκεί μετά την άφιξη του, είναι και το καλύτερο της ταινίας.
Είναι οι πληροφορίες που μας δίνει για τον ήρωα, είναι προσωποκεντρικές, συστήνουν χαρακτήρα, σε μια εξαιρετικά ολοκληρωμένη απόδοση σε αυτό το ΠΡΩΤΟ μέρος (το τονίζω) με αποθέωση το ντεκόρ του προσωπικού του χώρου το οποίο είναι ένα ντεκόρ που απηχεί πλήρως τον χαρακτήρα που ζει εκεί, τον συστήνει, τον υπογραμμίζει, τον ολοκληρώνει.
Κι είναι φυσικά κι ο ΤΖΩΝΥ ΝΤΕΠ ο οποίος έρχεται να δηλώσει «ΕΔΩ ΕΙΜΑΙ!!» και «ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΠΑΙΞΩ ΩΡΙΜΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ». Πράγματι, ο Τζώνυ Ντεπ τον έχει φτιάξει, τον έχει σκιτσάρει εξαιρετικά τον χαρακτήρα που έχει αναλάβει, τον έχει φέρει στα μέτρα του και του έχει προσφέρει τη δική του κατανόηση αλλά και προσωπικότητα, έναν «κουρέλα», έναν κουρασμένο, μεσήλικα, «ροκ» ήρωα και τον έχει κάνει εξέλιξη της δικής του κινηματογραφικής προσωπικότητας. Με άλλα λόγια, τον έχει κάνει δικό του. Κι είναι σαν να λέει ,απευθυνόμενος προς όλη την κινηματογραφία «κοιτάτε τι μπορώ να κάνω, σειρά σας τώρα να μου φέρετε τα ανάλογα ή τα κατάλληλα σενάρια».
Εχει σημασία αυτό καθώς προχωρά το φιλμ, ο ήρωας μας ,έχει έρθει στην Ιαπωνία με σκοπό να πιάσει επαφή, να φωτογραφίσει, να δείξει, να καταγγείλει και να επιβεβαιώσει το δίκιο του σε εκείνους που ήταν πολύ σκεπτικοί έως κι αρνητικοί αρχικά περί της αποστολής του.
Προχωρώντας, όμως, το φιλμ, προχωρά κι ο ήρωας στο θέμα του. Και σιγά σιγά αποκαλύπτεται το θέμα και το θέμα γίνεται κυρίαρχο. Η αυθεντικότητα των Ιαπώνων ηθοποιών που το υπηρετούν, προσθέτουν στο κομμάτι «θέμα», στο κομμάτι «ντοκουμέντο». Το θέμα ως θέμα έρχεται και καταλαμβάνει τα εδάφη της ταινία, το σενάριο παραχωρεί τη θέση του στο θέμα, το θέμα γίνεται σενάριο. Κι έτσι, υποχωρεί αρκετά ως δραματικότητα ο ρόλος του Τζώνυ Ντεπ, στο βαθμό που ο χαρακτήρας ο οποίος μας συστήθηκε τόσο καλά , κυρίως από τον ηθοποιό, στο πρώτο μέρος, δεν παρουσιάζει εξέλιξη, δεν έχει μεταβολή, δεν υφίσταται καμία μετάπτωση, είναι όπως ακριβώς μας είχε συστηθεί, και τώρα μας ξεναγεί στο θέμα. Και δεν δίνει στον Τζώνυ Ντεπ ο ρόλος την ικανοποίηση που του όφειλε για τη δουλειά που ο ηθοποιός του ετοίμασε.
Τωρα..Θα μπορούσα σε όλο αυτό να σταθώ κι επικριτικά. Ότι από ένα σημείο κι ύστερα δηλαδή, έχουμε αφήσει το σενάριο και παρακολουθούμε το θέμα. Δεν θα το κάνω, όμως, διότι τα σενάρια δεν είναι της μιας συνταγής, της μίας γραφής, σαφώς κι υπάρχουν κανόνες και μάλιστα αυστηρότατοι, δεν υπάρχουν, όμως, και πατέντες. Κι εδώ έχουμε ένα ΣΕΝΑΡΙΟ ΘΕΜΑΤΟΣ. Όπως , σε άλλες περιπτώσεις, σε άλλα είδη, έχουμε Σενάρια Εικόνων. Στο οποίο , το ζητούμενο είναι το θέμα. Κι από τη στιγμή, που στα πλαίσια του θέματος και του ντοκουμέντου ως γραμμή κι άποψη της ταινίας, επέλεξαν υπαρκτό ήρωα, τον συγκεκριμένο φωτορεπόρτερ και τον περιέβαλαν με καθαρώς σεναριογραφικά στοιχεία, στο Να γίνει το όχημα μέσω του οποίου θα οδηγηθούμε στο θέμα, δεν μπορώ να είμαι επικριτικός. Διότι και το θέμα λειτουργεί με τον αριστοτελικό κανόνα, με τον ΜΥΘΟ σε πρώτη θέση, σε θέση Κορυφής κι η όποια δραματική επεξεργασία έχει γίνει με βάση κανόνες μεν, πάνω στο θέμα δε.
Βέβαια, καταλήγει στο κλισέ που καταλήγουν όλες αυτές οι ταινίες, που πολλές παράγονται κι από την τηλεόραση και τείνουν να γίνουν κυρίαρχη άποψη και πιάνουν και το ευρωπαϊκο σινεμά πλέον, το κάνουν κι οι Γάλλοι, το κάνουν κι οι Ιταλοί, που στο τέλος μας λένε τα δοξαστικά, το τι απέγιναν τα πρόσωπα κι όλα αυτά γίνονται με ένα πανομοιότυπο τρόπο που ναι, εδώ, τολμώ να «κατηγορήσω», (όχι μόνο το «Μιναμάτα» αλλά όλη αυτή την αντίληψη, που κάποιοι την αποκαλούσαν «αμερικανιά» αλλά έχει γίνει πια παγκόσμια) πως είναι πιά ένα κλισέ, και τα κλισέ κάποια στιγμή ενοχλούν. Ακριβώς επειδή αντιγράφονται κι επαναλαμβάνονται.
Ο σκηνοθέτης ΑΝΤΡΙΟΥ ΛΕΒΙΤΑΣ έχει επενδύσει πολύ στη ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ που του έχει κάνει ο Γάλλος ΜΠΕΝΟΥΑ ΝΤΕΛΟΜ αλλά και στη χρωματική επιλογή της ΣΚΗΝΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ κι όλο το φιλμ, από το ξεκίνημα ως το τέλος, πετυχαίνει μια αίσθηση γκρίζας, μολυσμένη ατμόσφαιρας. Σε όλη του τη διάρκεια.
Και φυσικά, περιμένεις τους τίτλους φινάλε για να δεις ποιος έχει γράψει αυτή τη ΜΟΥΣΙΚΗ που δεν θα μπορούσε να βρεθεί καταλληλότερη για να συνοδεύει και να εκφράζει την εικόνα, χωρίς να την υπερκαλύπτει (εδώ παίζει ρόλο ο σκηνοθέτης) και διαβάζεις το όνομα : ΡΟΥΙΤΣΙ ΣΑΚΑΜΟΤΟ! Και λες : «Α, μάλιστα!!!!!!»