Το τιμητικό και συγκινητικό ξάφνιασμα, όμως, γύρω από την Αρλέτα δεν είναι ένα πυροτέχνημα.
Είναι ένα εύρημα , όπως αποδεικνύεται παρακάτω, του κορυφαίου σκηνοθέτη ΤΖΑΝΙ ΑΜΕΛΙΟ, που τελευταία τον είχαμε χάσει (ποιος ξεχνά το «LAMERICA», το «IL LADRO DI BAMBINI» ή το υποψήφιο για Ξενόγλωσσο Οσκαρ «PORTE APERTE» την τελευταία μεγάλη πολιτική ταινία του Τζαν Μαρία Βολοντέ) ο οποίος έψαχνε τραγούδια που να σηματοδοτήσουν το έργο του. Σκεφθείτε τι ψάξιμο έκανε, κατέληξε στο ελληνικό, το χρησιμοποίησε στους τίτλους αλλά ΧΩΡΙΣ ΙΤΑΛΙΚΟΥΣ ΥΠΟΤΙΤΛΟΥΣ, το ακούμε μόνο στα ελληνικά και ίσως κάποιος να αναρωτιέται γιατί όλο αυτό…
Όταν μάλιστα η υπόθεση δεν είναι ακριβώς οι στίχοι του τραγουδιού.
Η υπόθεση μπορεί να μην είναι, το απόσταγμα όμως είναι, το απόσταγμα όπως το ήθελε ο σκηνοθέτης στη συναισθηματική σηματοδότηση της ταινίας, στο τραγούδι που ήθελε να ακούγεται, χωρις ο θεατής να καταλαβαίνει τους στίχους Ισως να το έκανε επειδή το σενάριο στο φιλμ μιλά για την αποξένωση. Αρα ένα ξένο τραγούδι, χωρίς υποτιτλισμένους στίχους βάζει θεμέλιο λίθο στο εύρημα. Κι ο Αμέλιο ως ψαγμένος σκηνοθέτης και καταρτισμένος κινηματογραφιστής, δεν ήθελε την ταυτολογία εικόνας κι αφήγησης αλλά το απόσταγμα ως υπογράμμιση.
Είναι ένα μάθημα κινηματογραφικό, κι ένα παράδειγμα των όσων γράφω κατά καιρούς περι κινηματογραφικής μουσικής και κινηματογραφικού τραγουδιού και παρεξηγημένης αντίληψης γύρω από αυτήν.
Και τα γράφω αυτά, διότι ο Αμέλιο, με το τραγούδι ης Αρλέτας δεν σταματά εδώ. Το ξαναχρησιμοποιεί σε σκηνή συναισθήματος στη μέση του έργου για λιγο και το χρησιμοποιεί αυστηρώς ορχηστρικά στη λήξη. Το έχει δηλαδή με στίχους πλήρες στους τίτλους έναρξης και το έχει κι ως θέμα αλλά μόνο όρχησης στους τίτλους φινάλε. Προσέξτε τώρα τη σημασία όλου αυτού του πράγματος: Το φιλμ προτάθηκε στα DAVID DI DONATELLO(2018), για ΟΚΤΩ βραβεία, σε Οκτώ κατηγορίες δηλαδή. Μία από αυτές ήταν κι η ΜΟΥΣΙΚΗ. Την οποία υπογράφει ο συνεργάτης του Αμέλιο από τα παλιά , o ΦΡΑΝΚΟ ΠΙΕΡΣΑΝΤΙ που είχε πάρει «Donatello» και για το «ladro di bambini» και για το «Lamerica» αλλά και για τον «Αλιγάτορα» του Νάνι Μορέτι.
Εδώ λοιπόν τι έκανε; Τράβηξε θέματα ορχηστρικής προέκτασης κι επεξεργασίας από το τραγούδι της Αρλέτας, το είδος της δουλειάς που έχομε δει και σε άλλους να συμβαίνει , που από ένα τραγούδι αντλούν μελωδία και παρεμβάλουν νότες με ενορχηστρώσεις που αλλάζουν , με πιο τρανά παραδείγματα τη δουλειά του Μωρίς Ζαρ στο «Ghost» ή του Τόμας Νιούμαν και του Μάρβιν Χάμλιστς στα έργα του Τζέημς Μπόντ . Ο Φράνκο Πιερσάντι δουλεύει ακριβώς τη σκηνοθεσία του Αμέλιο πάνω στο τραγούδι της Αρλέτας που είναι αυτό το οποίο επισημαίνεται από τη σκηνοθεσία ως κλίμα ώστε να μη «χαθεί» ο μουσικός. Πως ήταν το φτερό στον «Φόρεστ Γκαμπ», που το είχε εφεύρει ο Ρομπερτ Ζεμέκις και το έριχνε κάθε τόσο στην οθόνη , σαν μπούσουλα για το είδος της σκηνοθεσίας που κάνει; Κάπως έτσι.
Όλα αυτά λοιπόν για τη σημαντικότητα της δουλειάς αλλά και του τραγουδιού της Αρλέτας. Διότι το έργο είναι ένα σύγχρονο δράμα, από αυτά που κάνουν μοναδικά οι Ιταλοί-πόσο μάλλον ο Τζάνι Αμέλιο!!!-το οποίο έχει να κάνει με την αποξένωση, με την οικογένεια και τελικά με το ποιοι είναι και τι εννοούμε όταν λέμε «οι δικοί μας άνθρωποι».. Ενας συνταξιούχος δικηγόρος, αποξενωμένος από τα παιδιά του, που ζει μόνος του κι εχει αποτραβηχτεί στη Νάπολι (κι η σκηνογραφική διεύθυνση επισημάνθηκε στα Donatello για τη Νάπολι των εσωτερικών ντεκόρ και των συγκεκριμένων ανθρώπων με ελάχιστη χρήση στα αξιοθέατα) παθαίνει έμφραγμα. Γνωρίζεται με το ζεύγος των νεαρών γειτόνων που έχουν πρόσφατα μετακομίσει, κι είναι στην ηλικία των παιδιών του και με αυτούς θα αναπτύξει οικογενειακή σχέση, και θα δείξει τρυφερότητα, αυτή που δεν έχει δείξει στα παιδιά του. Διότι κι εκείνα έχουν τους λόγους τους που δεν του μιλάνε.. Και το έργο μας τα δείχνει όλα.. Το θέμα, όμως, είναι ότι κι αυτό το ζευγάρι δίπλα του δεν είναι ευτυχισμένο, οι εξελίξεις θα πάρουν δραματική τροπή για εκείνους, ο ήρωας μας θα σταθεί πατέρας στους ξένους, κι εν πάση περιπτώσει έχει ενδιαφέρον η ιστορία και δεν θέλω να πω περισσότερα όχι μόνο για να αποφύγω να προδώσω μυστικά αλλά και για την ευχαρίστηση της ανακάλυψης από τη μεριά του θεατή.
Εχει ενδιαφέρον και το πως σκηνοθετεί τη διανομή ο Αμέλιο. Και το πως είναι δομημένο. Δομείται πάνω στον συνταξιούχο κι ο ΡΕΝΑΤΟ ΚΑΡΠΕΝΤΙΈΡΙ, ο θαυμάσιος καρατερίστας κερδίζει βραβείο πρωταγωνιστικού ρόλου ενώ τον πλαισιώνει ο Αμέλιο με τρία από τα σημαντικότερα νεότερων ηλικιών ονόματα της σύγχρονης κινηματογραφικής Ιταλίας, που πάνε υποψήφιοι για supporting (ή…attori non protagonisti, όπως το λένε οι Ιταλοί), τον ΕΛΙΟ ΤΖΕΡΜΑΝΟ και την ΜΙΚΑΕΛΑ ΡΑΜΑΤΖΟΤΙ, στους ρόλους των γειτόνων ενώ ως αντίπαλο δέος για το ρόλο της κόρης που είναι και δικηγόρος, επιλέγει την ΤΖΟΒΑΝΑ ΜΕΤΣΟΤΖΟΡΝΟ. Ολοι δηλαδή οι δυνατοί καινούργιοι να πλαισιώνουν υποστηρικτικά τον καρατερίστα. Πολύ ενδιαφέρουσα σκηνοθεσία, που ξεκινά, φυσικά, από τη σεναριακή δομή.
Συναντούμε και μια παλιά γνώριμη, κάποτε σέξυ, που έχει αλλάξει πλέον εμφάνιση, σουλούπι αλλά και είδος ρόλων κι όσοι παρακολουθείτε τις «περιπέτειες τοτ Ηρακλή Πουαρό» με τον Ντεηβιντ Σασετ, θα την έχετε δει σε κάποια επεισόδια έτσι όπως είναι αλλαγμένη. Ετσι αλλαγμένη, στη σημερινή της εμφάνιση και ηλικία, βγαίνει και στο φιλμ , με ένα πολύ ενδιαφέροντα δραματικό ρόλο, ως μητέρα του Ελιο Τζερμάνο. Είναι η ΓΚΡΕΤΑ ΣΚΑΚΙ.!!
Εν κατακλείδι, πρόκειται για ταινία που τη συνιστώ ανεπιφύλακτα, βασίζεται και σε βιβλίο, όπου στη μεταφορά συμμετέχει επισήμως σεναριακά ο σκηνοθέτης και θα κλείσω με αυτό της Αρλέτας που με έχει απασχολήσει πάνω στο «τίποτα δεν πάει χαμένο» και κανείς δεν ξέρει πότε και αν και σε ποια γωνιά της γής κάποιο έργο θα ανακαλυφθεί, εκεί που δεν το περιμένει κανένας, που δεν το έχουν υποπτευθεί καν οι δημιουργοί του. Που να φανταζόταν η Αρλέτα πριν 50(;) περίπου χρόνια, όταν έγραφε αυτό το τραγούδι ότι θα ενέπνεε ταινία ιταλική, κορυφαίου σκηνοθέτη που θα στηριζόταν όλη πάνω σε αυτό!!!
Ποιος να ξέρει στο βλέμμα του πίσω τι κρύβει ο Θεός για μας. Χωρίς ειρωνείες παρακαλώ!!!