Το ενδιαφέρον της υπόθεσης είναι ότι πρόκειται για «μια ακόμα» σινε-βιογραφία της ΣΙΣΣΥ, της Ελισάβετ της Αυστρίας, που ήταν κι Ελισάβετ της Βαυαρίας εξού κι η συγγένεια κι η παραξενη σχέση με τον Λουδοβίκο της Βαυαρίας.
Μόνο που το «μια ακόμα» έρχεται και λέει πολλά πράγματα και για αυτά θέλω να μιλήσω κι εγώ. Διότι ακουμπά καταρχάς σε μία διαρκή διδασκαλία του υπογράφοντος είτε στις Σχολές που δίδασκε είτε μέσω κριτικων πως όταν παίζουμε ένα ιστορικό πρόσωπο καλούμαστε να ερμηνεύσουμε το ιστορικό πρόσωπο του σεναρίου κι όχι το πρόσωπο της Ιστορίας.
Στις κατά καιρούς «Σίσσυ» που έχουμε δει , εξαιρούμε τον κοινό παρονομαστή ότι ήταν μια γυναίκα θλιμμένη κι αρχίζουμε και βλέπουμε το πως τη διαχειρίζεται το κάθε σενάριο ώστε αναλογα να την παίξιε κι η κάθε ηθοποιός που θα την αναλάβει. Η ΡΟΜΥ ΣΝΑΪΝΤΕΡ που έχει ταυτιστεί με την «Σίσσυ» ήταν άλλη στις ταινίες εκείνες τις νεανικές της με τις ωραίες παραγωγές κι εντελώς διαφορετική όταν σχεδόν 20 χρόνια αργότερα, ερμηνευσε το ίδιο πρόσωπο υπό την μπαγκέτα του Λουκίνο Βισκόντι στο «ΛΥΚΟΦΩΣ ΤΩΝ ΘΕΩΝ» όπου εκεί ήταν μια άλλη σεναριακή ηρωίδα.
Το ίδιο κι η ΑΒΑ ΓΚΑΡΝΤΝΕΡ όταν την έπαιξε ως μητέρα του Ροδόλφου της Αυστρίας στο δράμα του «ΜΑΓΥΕΡΛΙΝΓΚ» κι ήταν μια εντελώς άλλη Σίσσυ. Εντελώς διαφορετική είναι και τούτη εδώ , η ΒΙΚΥ ΚΡΙΠΣ. Μια έξοχη ηθοποιός, η οποία παίζει την Ελισάβετ της Αυστρίας του συγκεκριμένου έργου. Και την παίζει ως μία μελαγχολική γυναίκα, φεμινιστικών διαθέσεων, με την ηλικία να της χτυπά την πόρτα..
Ω Ναι! Το ΜΑΘΗΜΑ συνεχίζεται. Διότι στο τωρινό έργο, οι ΑΥΣΤΡΙΑΚΟΙ για τη Σίσσυ «τους» μιλούν με σύγχρονη ματιά, ως ένα εργο με ηρωίδα γυναίκα καταπιεσμένη από τις συνθήκες του καιρου της αλλά και του περιβάλλοντος της, ως ένα δραμα περι φεμινισμού, χωρίς συνθήματα και ιαχές. Μέσα μόνο από το δράμα. Κι αυτό έρχεται κι ακουμπάει σε κατι άλλο που επαναλαμβανω όταν δίνεται η εκαιρία σε κριτικες ή σε διδασκαλίες κι είναι βασικός κανόνας αλλλα οι πολλοί δεν τον ξέρουν και κοροϊδεύουν, κοροϊδεύουν δηλαδή αυτό που δεν ξέρουν, ότι οι συγγραφείς και γενικότερα η Τέχνη , κοιτούν τις εποχές μέσα από τη δική τους εποχή. Αυτή η Σίσσυ είαι γραμμέη τωρινά και τωρινά την ερμηνεύει κι η ηθοποιός. Ως ένα δραμα ψυχολογικού ενδιαφέρονος, που μας βάζει στο κλίμα με το ξεκίνημα, με το ότι η Σίσσυ μαραίνεται διότι μπήκε στα 40. Εγινε 40 χρονών.Πληροφορία για την αντίληψη περί εποχής είναι η ηλικία των 40, πληροφορία για το πως γίνονται τα έργα είναι στο που εστιάζει και με τι τρόπο τη γυναικεία ψυχολογία το έργο. Οι Αυστριακοί υπακούουν ακόμα και στην «κορεκτίλα» των ημερών κι έχουν κι ένα μαυράκι στην αυλή του Σέμπρουν να παίζει με την κόρη της αυτοκράτειρας.. Άλλο ένα μάθημα δηλαδή περί εποχής και το πως κοιτάει το παρελθόν της
Το έργο βέβαια στέκεται πολύ στη σχέση με τον Φραγκίσκο Ιωσήφ και στα αδιέξοδα της, βάζει κέντρο βάρους τον Βρετανό αναβατη με τον οποίο θα δημιουργηθεί ιστορία αγάπης κι αφορμή κουτσομπολιών, όπως επίσης κι η πρωτοβουλία της να ενισχύσει μια παράνομη σχέση του συζύγου της….Αφήνει να περνά ως αεράκι η σχέση της με τον Ουγγρο που επηρέασε τη σχέση της και με την Ουγγαρία…
Συνεχίζουμε τις επισημάνσεις: Το φινάλε της πραγματικής Σίσσυ δεν εχει σχέση με το φινάλε της στην ταινία. Το φινάλε στην ταινία υπακούει στο ποιητικό δράμα κι όχι στην ιστορική ακρίβεια για τον απλούστατο λόγο ότι οι Αυστριακοί, όπως κι όλοι οι μορφωμένοι της δραματουργίας με την Παραδοση και τις Μεγάλες Σχολές γνωρίζουν πως η Τέχνη παρεμβαίνει στην Πραγματικότητα, ακόμα και στη Δικονομία, ακόμα και στην Ιστορία. Διότι η εκδοχή εδώ υπακούει στα ποιητικά κελεύσματα με τα οποία έχει στηθεί όλο το έργο.
Εννοείται επίσης πως το τσιγάρο δίνει και παίρνει στη βιενέζική αυλή του 1788 και κανείς δεν τόλμησε να σκεφτεί πως είναι μη ορθόν να δείχνει στον κόσμο να καπνίζουν , μέσα στα Ανάκτορα.
Όλα αυτά είναι ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ. Και το τονίζω επειδή η ίδια η σκηνοθέτης έχει γράψει το σενάριο κι η δραματουργία είναι η βάση για την αίσθηση που θέλει να δημιουργήσει και την πετυχαίνει το έργο.
Στα πλαίσια αυτής της αίσθησης είναι και το αισθητικό κομμάτι κι έχει σημασία το πως απεικονίζει το Σέμπρουν. Ναι μεν ως ένα παλάτι και τι παλάτι από τα πιο ονομαστά αλλά με καλλιτεχνική λιτότητα, χωρίς αναίδεια πλούτου διότι δεν είναι ζητούμενο αυτό το βάρος αλλά πλαίσιο για να λειτουργήσουν οι καταστάσεις της ηρωίδας. Ο πλούτος πρέπει απλώς να υποδηλώνεται, να υποδεικνύεται, όχι να βαραίνει. Εδώ, στο συγκεκριμένο έργο. Το παρατηρούμε και στα έξοχα κοστούμια. Ότι δηλαδή υπάρχει άποψη σκηνοθετική πάνω στο πως θα απεικονίσουν την εποχή.
Κι επίσης, πριν κλείσω, θέλω να επισημάνω κάτι ακόμα, πάνω στο πως τα πάντα εκπορεύονται από το σενάριο κι οφείλουν να δηλώνονται. Πριν από χρόνια είχα δει ένα έργο στο Εθνικό πάνω στην Ελισάβετ της Αυστρίας και ξαφνικά η πρωταγωνίστρια εμφανιζόταν με εξώπλατο κι είχε στον ώμο της ένα τατού. Βεβαίως και το στηλίτευσα τότε διότι τι πάει να πει πως η αληθινή Σίσσυ συνήθιζε να έχει ένα διακριτικό τατού από τη στιγμή που ούτε μία φράση στο έργο, ούτε μια λέξη, δεν μας δήλωνε κάτι τέτοιο, πράγμα που ώφειλε. Ξαφνικα τι δουλειά έχει ένα τατού ξεκάρφωτο; Κι ο θεατής γιατι να το ξέρει αν δεν του το πει ο συγγραφέας; Ε, λοιπόν,η μυστήρια η Αυστριακή σκηνοθέτης και σεναριογραφος του «Κορσέ», έχει μεριμνήσει και για αυτό: Εχει σκηνή συντομότατη που μας δείχνει την Ελισάβετ της Αυστριας να πηγαίνει να κάνει ένα τατουάζ. Πολύ σύντομα μας έχει δώσει την πληροφορία. Κι ας μην έχει σχέση με την υπόλοιπη δομή, έχει όμως σχέση με το αντισυμβατικό της ηρωίδας και ναι, μας το δίνει