Είχε πάρει την δύναμη με την ανάδειξη στον «ΚΑΤΗΦΟΡΟ», κατόπιν ο Φίνος τον έβαλε να παίξει δίπλα στις δυο σταρ του, Βουγιουκλάκη και Καρέζη ώστε να αναδειχθεί περαιτέρω (έτσι δουλεύει αυτό το σύστημα κι ο Φίνος το ήξερε), ενδιαμέσως έκανε και δυο φιλμ με την Αννα Φόνσου σε άλλη εταιρία, τον δούλεψαν κι ο ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ κι ο ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ κι ο ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΚΑΨΑΣΚΗΣ και μετά το «ΧΩΜΑ ΒΑΦΤΗΚΕ ΚΟΚΚΙΝΟ» όπου μέσα από το έπος βγαίνει μπροστά, έρχεται τούτο το φιλμ. Και τον αποθεώνει. Τον ανεβάζει στο Αλφα του Κενταύρου. Το τι γινόταν τότε και το τι λεγόταν για πάρτη του, με αυτή την ταινία, δεν το συζητάμε. Μόνο όσοι το ζήσαμε. Είτε βλέποντας το είτε φαντασιώνοντας επειδή το εργο ήταν «Ακατάλληλο»-κι αυτό! Είναι το φιλμ στο οποίο λατρεύεται ταυτοχρόνως από άνδρες και γυναίκες. Οι γυναίκες τον θέλουν απεγνωσμένα κι οι άντρες γουστάρουν να είναι σαν κι αυτόν.
Κι αυτή η σχέση του Νίκου Κουρκουλου και με τα δυο φύλλα, θα κρατήσει ίσαμε το τέλος, ακόμα κι όταν τελειώσει το σινεμά και παίζει αποκλειστικά στο θέατρο. Μια σχέση πόθου με τις μεν και ταύτισης με τους δε.
Στο σινεμά, όσοι πήγαιναν σε αυτό εργο , ακόμα κι εκείνοι που «σνόμπαραν» τα ελληνικά, ακόμα και ου Φίνου, εδώ αναφωνούσαν με θαυμασμό .Για τον ίδιο αλλά και για την ταινία. Διότι ο Κούρκουλος εδώ βρίσκει ένα χρυσό ρόλο, πάνω στον οποίο μαζί με το εξαιρετικό παίξιμο, διότι ΗΤΑΝ ηθοποιός και μην τον αμφισβητούν επειδή ήταν σταρ, βρίσκει πάτημα ΚΑΙ για ΕΡΜΗΝΕΙΑ αλλά και για ΠΡΟΤΥΠΟ. Ενας ρόλος κι ένα πρότυπο αδέκαστου αλα Γκάρυ Κουπερ, που όμως ‘όπως εκείνος στο «Τραινο θα σφυρίξει τρεις φορές» ξερριζώνει στο τέλος το αστερι από το πουκάμισο σαν να ξεκολάει την καρδιά οτυ και το πετάει στο χώμα , έτσι κι εδώ, ο δικος μας τρώει την ανάλογη «λέζα» προς τα εκεί που τον οδηγεί η αστυνομική πλοκή.
Διότι ο Νίκος Φωσκολος είναι αυτος που του έχει γραψει το ρόλο, ενός αδεκαστου Εισαγγελέα, ψυχρού υπηρέτη του καθήκοντος, άτεγκτου αλλά κι ασυγκίνητου σε ανθρώπους και συναισθήματα στον οποίο η Μοίρα θα παίξει παιχνίδι,θα τον γκρεμίσει στα ταρταρα, θα τον φερει ενώπιον διλήμματος και στο να συνθλιβεί ανάμεσα στις Συμπληγάδες του συναισθήματος και της ιδεολογίας.
Μόνο που ένας ρόλος από μόνος του δεν λέει τίποτε αν δεν του έχεις γράψει ιστορία αναλογη ώστε μέσα από αυτήν να περνά τα εμπόδια και να σφυρηλατείται ως χαρακτήρας ώστε να καταλήξει πρότυπο για τον ηθοποιό που θα τον παίξει.
Η υπόθεση που τον βάζει είναι αστυνομική αλλά το είδος είναι δικαστικό δράμα. Καθοτι εισαγγελέας. Ο οποίος έχει να δικάσει μια υπόθεση φόνου. Μια κοπέλα, παντρεμένη, δολοφόνησε τον εραστη της. Ο οποίος δεν ήταν εραστής απλώς , ήταν προαγωγός. Το σενάριο εξετάζει το αστυνομικό μυστήριο του φόνου καθώς εκείνη αρνείται και δηλώνει συγχυσμένη, κι η δικαστική ΄έρευνα με τον Εισαγγελέα ως κεντρικό πρόσωπο, εξετάζει μάρτυρες και μέσω των μαρτύρων ο συγγραφέας στήνει την πλοκή.
Μονο που το έργο δεν περιορίζεται στην εκδίκαση της υπόθεσης εντός δικαστηρίου αποκλειστικά. Πιάνει και τα προσωπικά των ηρώων, και δη του Εισαγγελέα. Της οικογένειας του, των σχέσεων του, της φιλοδοξίας του και της ιδεολογίας του, τα όρια ανάμεσα στο ένα και στο άλλο και τα αναπόφευκτα διλήμματα…
Και καθώς ξετυλίγεται η δίκη, ξετυλίγονται κι οι χαρακτήρες, ξετυλίγεται κι η πλοκή κι η οποία του επιφυλάσσει του Εισαγγελέα, σύγκρουση και κάθαρση τέτοια ώστε πραγματικά να γίνει ρόλος που θα φτιάξει πρότυπο για ηθοποιό.
Ο ΝΤΙΝΟΣ ΔΗΜΠΟΥΛΟΣ που το αναλαμβάνει, στη δευτερη (μετά το «ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ») από τις 5 θαυμάσιες συνεργασίες του με τον Φώσκολο, επιστρατεύει όλη τη μαεστρία του, τόσο στο ντεκουπάζ, στο να σπάσει το σενάριο σε σκηνές και τις σκηνές σε γωνίες, όσο και στην ερμηνευτική καθοδήγηση όπου είναι ένας κι από τους καλύτερους. Πως επικεντρώνει στον Κούρκουλο αλλά και πως αναδεικνύει τους ρόλους που τον περιβάλλουν, αναδεικνύοντας έτσι και τους Ηθοποιούς διότι ο Δημόπουλος γνωρίζει τόσο εκ ταλέντου κι ενστίκτου όσο κι εκ θεατρικής κατάρτισης (ή..καταρτίσεως, μια και «παίξαμε» με τις προθέσεις..) πως ο ηθοποιός για να αναδειχθεί χρειάζεται καλό , αντάξιο παρτενερ. Για την κάθε σκηνή του. Οσο πιο καλός είναι ο παρτενέρ τόσο κι ανεβαίνει η σκηνή. Αν ο ηθοποιός θέλει να αναδειχθεί με το να φαίνεται μόνος του και να έχει γύρω του κομπάρσους, έχει χάσει το παιχνίδι.΄
Εδώ λοιπόν πέρα από τους βασικούς χαρακτήρες όπως είναι η ΤΖΕΝΗ ΡΟΥΣΕΑ, που παίζει την σύζυγο και της πάει πολύ το δραματικό, της επιτρέπει να εκφράσει το «άγχος» που βγαίνει από τη φωνή της, , η ΦΛΩΡΕΤΤΑ ΖΑΝΑ ως κατηγορούμενη σε ένα από τους δύο καλύτερους «φιναίικους» ρόλους της (ο άλλος είναι στο «Κοινωνία ώρα μηδέν», πάλι της δυάδας Δημόπουλος-Φώσκολος) (ο Δημόπουλος την εκθείαζε, όχι άδικα, και για τo"Αμόκ"») ή ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΟΓΛΗΣ ως φορτηγατζής σύζυγος της κατηγορούμενης, κι ο ΜΑΝΟΣ ΚΑΤΡΑΚΗΣ ως υπεράσπιση που και ποιος δεν θα τον ήθελε συνήγορο του. Πως παίζει τις σκηνές του δικαστηρίου αλλά και την προσωπική σχέση με το νεαρό Εισαγγελέα.
Δεν μένω όμως μόνο σε αυτούς. Κοιτάτε τους μάρτυρες, την ΓΙΩΤΑ ΣΟΪΜΙΡΗ με τη συστολή του επιβαρυμένου παρελθόντος, τον ΛΑΥΡΕΝΤΗ ΔΙΑΝΕΛΟ που είδε την κατηγορούμενη το βράδυ του φόνου, τον ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΣΔΑΓΛΗ ως γείτονα τεχνίτη με το όπλο, φυσικά τον ΑΓΓΕΛΟ ΑΝΤΩΝΌΠΟΥΛΟ ως θύμα της δολοφονίας και τις πτυχές του χαρακτήρα καθώς βρωμίζεται κι ως αποθέωση οι δύο σκηνές του ΣΠΥΡΟΥ ΚΑΛΟΓΉΡΟΥ ως μαρτυρα-εκβιαστή-αλητόμαγκα, οι οποιες σκηνές ακριβως επειδή είναι καίριες, στήνονται με περισσή φροντίδα από τον Δημόπουλο, ειδικά τα εξωτερικά γυρίσματα, όπου κάνει θεούς ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΟΥΚΙΔΗΣ στη μαυρόασπρη φωτογραφία, και υπογράφει και το μοντάζ. Πως έχει μοντάρει τη δίκη και τις καταθέσεις, πως έχει φωτίσει το νυχτερινό του Καλογήρου αλλά και του φλας μπακ της συζυγικής γνωριμίας του Εισαγγελέα,, στο νυχτερινό εκείνο στις Τρεις Γέφυρες … Τι σπουδαίος ο ΚΑΒΟΥΚΙΔΗΣ και σε Εγχρωμο και σε Μαυρόασπρο. Θα προσθέσω και την ΕΛΕΑΝΑ ΑΠΕΡΓΗ στο σύντομο της ως οικονόμο στο σπίτι του Εισαγγελέα, δεν αναμειγνύεται στη δίκη αλλά δίνει το δικό της τόνο στην επιβαρυμένη κατάσταση του σπιτιού.
Ολοκληρώνω μαζί με τον Ντίνο Δημόπουλο και τον Φίνο στην επιλογή ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ, κυρίως στο τραγούδι που μπαίνει ως καλό ενδιάμεσο κι υποδηλώνει τη σχέση του ζευγαριού, το «Πέρα από τη θάλασσα», οι στίχοι είναι κινηματογραφικού σκηνοθέτη ο οποίος δεν εμπλέκεται σε κάτι άλλο στην ταινία, είναι του ΕΡΡΙΚΟΥ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΥ, αλλά τόσο πολύ μέσα στο πνεύμα. Το τραγουδά η ΒΙΚΥ ΜΟΣΧΟΛΙΟΥ.
ΥΓ. Υπάρχει ένα θεατρικό ουγγαρέζικο που το είχε παίξει στο τέλος της Κατοχής (καλοκαίρι του 1944) ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΡΝ με την ΜΑΙΡΗ ΑΡΩΝΗ και το ξαναπαιξε το 1963 με την ΜΑΡΩ ΚΟΝΤΟΥ, το «ΕΝΑ ΦΙΛΙ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΚΑΘΡΕΦΤΗ» του ΛΑΝΤΙΣΛΑΟΥΣ ΦΟΝΤΟΡ, που συγγενεύει με τη σχέση του εδώ παντρεμένου ζευγαριού αλλά δεν πιάνει χαρτωσιά μπροστά στο δικό μας. Ούτε από πλοκή ούτε από χαρακτήρες