H ταινία αυτή της ΒΑΛΕΡΙΑ ΜΠΡΟΥΝΙ ΤΕΝΤΕΣΚΙ λειτουργεί για τον υπογράφοντα ως ένα παράδειγμα που απευθύνεται στους δικούς μας σκηνοθέτες, εκείνους οι οποίοι θέλουν να μεταφέρουν ένα δικό τους βίωμα στην οθόνη.
Το σφάλμα που κάνουν οι δικοί μας είναι ότι κάθονται και μεταφέρουν το περιστατικό όπως το έζησαν κι άντε σε μερικές περιπτώσεις να του αλλάζουν τα ονόματα. Μετά βγαίνει ένα έργο ξενέρωτο που δεν ενδιαφέρει κανέναν.
Ναί διότι μεταξύ ΒΙΩΜΑΤΟΣ και ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟΥ μεσολαβεί πολλές φορες και άβυσσος. Το περιστατικό είναι αφορμή για βίωμα
Το μεγαλύτερο ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ στην πρόσφατη κινηματογραφική ιστορία είναι "Ο ΠΙΑΝΙΣΤΑΣ" του Ρομάν Πολάνσκι. Οπου ο Πολάνσκι , που έζησε στο πετσί του το γκέτο της Βαρσοβίας ,ήθελε επί χρόνια να κάνει μιά ταινία γι αυτό. Ομως, περίμενε αφενός να ωριμάσει μέσα του διότι αν κάτι δεν έχει ωριμάσει, δεν έχει καταλαγιάσει, δεν μπορεί να εκφραστεί και καλλιτεχνικά. Κι αφετέρου , ΕΨΑΧΝΕ όλα τα χρόνια της κινηματογραφικής του σταδιοδρομίας , να βρεί ένα σενάριο ή ένα υλικό που να τον εμπνέει προς την συγκεκριμμένη κατεύθυνση. Δεν κάθισε να μας πει βιαστικά τα της οικογένειας του διότι ως γνώστης κατανοούσε πως θα γινόταν οικογενειακό περιστατικό ενώ εκείνος ήθελε να μεταφέρει στην οθόνη το ΒΙΩΜΑ, να δώσει στο έργο ΚΑΘΟΛΙΚΟΤΗΤΑ, ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑ..Το βρήκε στα 63 του χρόνια στο συγκεκριμμένο βιβλίο με αποτέλεσμα- ώριμος πιά!- να βγάλει ένα από τα μεγαλύτερα αριστουργήματα των τελευταίων δεκαετιών και μία από τις καλύτερες ταινίες περι Ολοκαυτώματος.
Ανάλογη περίπτωση, χωρίς να συγκρίνονται ως έργα μεταξύ τους, είναι και το "ΕΝΑΣ ΠΥΡΓΟΣ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ". Οπου η Βαλέρια Μπρούνι Τεντέσκι (σημαντική ηθοποιός της σημερινής Ιταλίας, νικήτρια του φετινού david di Donatello, του ιταλικού "Οσκαρ"- να το πούμε έτσι, για λόγους συνεννόησης- για το ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ") , η οποία καταπιάνεται και με τη σκηνοθεσία, κυρίως στη Γαλλία, αφού μοιράζει το χρόνο της ανάμεσα στις δύο χώρες ήθελε να κάνει ένα φιλμ για την οικογενειακή τους τραγωδία, τον αδελφό που έχασε από Aids.
Ας δει κάποιος την ταινία και θα καταλάβει καλύτερα τι θέλω να πω. Με αφορμή την περιπέτεια αυτή, η Τεντέσκι κάνει ένα έργο που ξεκινά από αυτό το περιστατικό, για να διαπιστώσουμε στη συνέχεια ότι το κάνει απλώς ένα παράλληλο επεισόδιο της ιστορίας. Διότι εδώ, βλέπουμε ένα σενάριο κωμικοδραματικό, που δεν "κολλάει" στην οικογενειακή ιστορία ενώ στρέφεται γύρω από αυτήν αλλά στην ουσία ούτε γύρω από την οικογένεια στρέφεται αλλά γύρω από την κεντρική ηρωίδα. Το σενάριο έχει φτιάξει μιά κεντρική ηρωίδα, που την υποδύεται η Τεντέσκι κι η οποία ηρωίδα ζει τη δική της κατάσταση, μιάς διαρκούς μοναξιάς των τελευταίων χρόνων και το αναφτέρωμα που της προσφέρει ένας νεαρός Γάλλος ο οποίος εισβάλλει απότομα στη ζωή της και πάνω του δεν έχει κανένα στοιχείο από εκείνα που την έλκυαν στους άντρες. Και γύρω της κεντιέται ο υπόλοιπος κόσμος, η μάνα, ο αδελφός, η νύφη, ο πατέρας του νεαρού κλπ κλπ και βλέπουμε με τι τρόπο η γυναίκα αυτή φτιάχνει ένα έργο που λειτουργεί αυτόνομα και που ο θεατής το απολαμβάνει χωρίς να πιαστεί ποτέ η ψυχή του, αντίθετα διασκεδάζει με τους κάθε τόσο κωμικούς υπαινιγμούς.
Η Τεντέσκι αυτό που δείχνει οτι ξέρει καλα, πολύ καλά, είναι η μετάπλαση ενός περιστατικού σε καλλιτεχνική δημιουργία, σε ΕΡΓΟ.
Και με αυτό τον τρόπο μας το δίνει.
Αυτό δεν σημαίνει ότι έχουμε μπροστά μας ένα αριστούργημα διότι και το ίδιο το θέμα, μέχρι εκεί που θέλει να το επεξεργαστεί αυτή που το συνέλαβε μαζί με τους συνεργάτες της, δεν είναι για πολύ μακριά. Ομως ακριβώς δεν απλώνεται περισσότερο από εκεί που τη σκεπάζει το πάπλωμα, κι αυτό που φτιάχνει είναι ένα μικρό κομψοτέχνημα.
Μια ευεξία μαζί με μιά μελαγχολία (ποτέ μην κάνουμε το λάθος να συγχέουμε τη μελαγχολία με την κατάθλιψη), με πολύ ωραία γραμμένους ρόλους, όμορφο περιβάλλον, αντιθέσεις μικρών γαλλικών διαμερισμάτων και πύργου οικογενειακού στην Ιταλία, σοφή διανομή με Ιταλούς ηθοποιούς στους ρόλους των μελών της δικής της οικογένειας (ο Φιλίπο Τίμι που παίζει τον αδερφό με κάθε άλλο παρά αρρωστιάρικη προσέγγιση- είχε ξεχωρίσει ως Μουσολίνι στο "VINCERE" του Μάρκο Μπελόκιο)(η Μαρίζα Μπονίνι που υποδύεται αριστουργηματικά την μητέρα) ενώ στο cast των Γάλλων φίλων και λοιπών έχει Γάλλους ηθοποιούς κι έχει φροντίσει πολύ τον Λουί Γκαρέλ στο ρόλο του "τρελούλη" εραστή. Το στοιχείο εκείνο που της εκτίμησα είναι πως έβγαλε σχεδόν κομεντί από ένα δραματικό οικογενειακό περιστατικό, στο οποίο διακλαδώνονται κι άλλα δραματικά στοιχεία (χρεωκοπία της οικογένειας κλπ) και δεν έγινε κανενός τύπου χρήση ώστε να φτάσουμε στην κατάχρηση, περι του ότι αδελφή της Τεντέσκι είναι η Κάρλα Μπρούνι ενώ οι "πωλήσεις" γύρω από την ταινία δεν παύουν να μιλούν για οικογενειακό περιστατικό της Κάρλα Μπρούνι και για την πεθερά του Σαρκοζί κλπ, κλπ. Αυτά ΔΕΝ είναι της ταινίας, ΔΕΝ τα έχει η ταινία.Το έργο κατά την εξέλιξη του ανεβάζει ρυθμούς κι η αισθητική του είναι αποτελεσματική αλλά και διακριτικότατη, χωρίς επιδείξεις, δεν το έχει ανάγκη η ίδια η Βαλέρια Μπρούνι Τεντέσκι, την αισθητική την φέρει εντός της ως Ιταλίδα αλλά κι ως κάτοικος Παρισίων