Αν δεν υπήρχε αυτός ο ανόητος και "φτηνός" ελληνικός τίτλος... δεν θα διαβάζατε ΚΑΜΜΙΑ γκρίνια από μένα γι αυτή την αργεντίνικη ταινία. Γι αυτό κι αποφάσισα να ξεκινήσω έτσι ώστε να τελειώνω με τις γκρίνιες και να ασχοληθώ με τις χαρές.
Φύγαμε λοιπόν...RELATOS SALVAJES. To υπέβαλε κι επίσημα η ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ για το ξενόγλωσσο Οσκαρ του 2015.
Η σκηνοθεσία είναι του Ντάμιαν Σίφρον αλλά η παραγωγή είναι των αδελφών ΑΛΜΟΔΟΒΑΡ και της εταιρίας τους "El Deseo".Οπότε, αντιλαμβάνεται κανείς πως για να αναλάβουν την παραγωγή σημαίνει πως διάβασαν το σενάριο, ενθουσιάστηκαν κι είπαν να το προχωρήσουν.
Πρόκειται για σπονδυλωτή ταινία, πατέντα της μεγάλης ιταλικής σχολής, και σε αυτό το "πρότυπο" κινείται η ταινία.
Εξη ιστορίες, έξη "σκετς", όπως έλεγαν παλιά, με κοινό παρονομαστή: ΕΚΔΙΚΗΣΗ.
Ο κοινός παρονομαστής δεν εξαντλείται στο θέμα αλλά και στην υιοθέτηση σκηνοθετικής γραμμής: Η σατιρική προσέγγιση. Και στις έξη ιστορίες με το ανάλογο δηλητήριο. Υπάρχει δηλαδή ενότητα ύφους τόσο σε φόρμα όσο και περιεχόμενο.
Ο θεατής διασκεδάζει καθώς βλέπει τόνους κακίας να ξεπηδούν σε τόσο διαφορετικές περιπτώσεις και κάπου εκτονώνει και τη δική του οργή προς τις δικές του κατευθύνσεις. Είτε την προσωπική είτε την κοινωνική, είτε το γάμο είτε τις γονεικές σχέσεις είτε τον νόμο του ισχυροτέρου. Διότι αυτό που ανεβάζει τις ιστορίες είναι πως όλες διαθέτουν σεναριακά ευρήματα, κάθε μία έχει το έξυπνο στοιχείο μέσα από το οποίο λέγεται αυτό που πρόκειται να ειπωθεί, οπότε και το στοιχείο της ευφυίας προσμετράται κι ανεβάζει την ποιότητα.
Πραγματικά πρόκειται για ταινία που χαίρεσαι να την βλέπεις, γουστάρεις αυτό στο οποίο καταλήγει, ταυτίζεσαι με την κακία κάποιου και τη συσσωρευμένη οργή του αλλά ΠΑΝΤΟΥ παραμονεύει η ΚΑΘΑΡΣΗ κι εκεί διαφαίνεται το καλλιτεχνικό δημιούργημα. Δικαιώνονται εκείνοι που είναι για να δικαιωθούν, τιμωρούνται εκείνοι που έφταιξαν. ΚΑΘΑΡΣΗ σε όλο της το μεγαλείο αλλά με φαρμακερό χιούμορ σε όλες τις περιπτώσεις.
Δεν θα σας μιλήσω για καμία επί μέρους ιστορία στο τι υπόθεση πραγματεύεται διότι προσωπικά ακριβώς αυτό απόλαυσα, ότι δεν ήξερα. Κάθε ιστορία που ξεκινούσε δεν ήξερα ούτε που θέλει να το πάει, ούτε με τι τρόπο θα μπλέξουν οι χαρακτήρες μεταξύ τους.
Τις τέσσερις ιστορίες τις βρίσκω εξαιρετικές (του "αεροπλάνου", της "ερημιάς",, του "πάρκινγκ" και του "γάμου") (αν θέλετε, σημειώστε τις) και τις άλλες δύο συμπαθείς.
Το παίξιμο είναι πρώτης ποιότητος σε ΟΛΕΣ τις ιστορίες και φυσικά ο Ρικάρντο Νταρίν, στην αν δεν κάνω λάθος Νο 5 ιστορία, έχει τον καλύτερο ρόλο, τον πιό "ηρωικό"
Την ταινία τη συνιστώ ΑΝΕΠΙΦΥΛΑΚΤΑ σε κάθε θεατή, που αποζητά ποιοτική ψυχαγωγία