Μια απλή ιστοριούλα είναι, η οποία στο βάθος της δεν είναι καν ερωτική, δεν είναι ερωτικό αυτό που έχει προϋπάρξει. Απλά είναι κορεάτικο και πλασάρεται διαφορετικά, ως ..Τέχνης. Αν ήταν αμερικάνικο ή έπαιζαν σταρ ίσως και να το ειρωνεύονταν αλλά ποιο είναι το σενάριο;
Ένα αγόρι κι ένα κορίτσι, που ήταν φιλαράκια στην παιδική ηλικία, χωρίστηκαν. Όχι από προσφυγές ή από πολιτικούς διωγμούς ή.. εθνοκαθάρσεις. Δεν τους χώρισε δηλαδή η κοινωνική βία ή κάποια ανώτερη βία. Απλά, οι δρόμοι τους. Μετά από χρόνια, εκείνη εχει μεταναστεύσει στον Καναδά, κάποια στιγμή ανακαλύπτει ότι πριν από χρόνια εντοπίστηκε απόπειρα αναζήτησης της από εκείνο τον παιδικό φίλο. Επικοινωνούν και βρίσκονται.
Αυτό που κάπως θερμαίνει την ατμόσφαιρα και την κατάσταση, στα μισά του δευτερου μέρους είναι η παρουσία του τρίτου προσώπου όπου εκεί είναι που βγαίνει μια τρυφερότηττα κ ένας ερωτισμός,, Από το τρίτο πρόσωπο. Και βγαίνει κι ένα ουσιαστικο συναίσθημα. Κι αυτό το τελευταίο κομμάτι είναι που ανεβάζει και τη συνολική στάθμη της ταινίας.
Επίσης ως παραγωγή είναι πολύ χαμηλών προδιαγραφών, η φωτογραφία ας πούμε είναι σαν…αφιλτράριστη.
Σε ένα μόνο θα σταθώ, το οποίο θεωρώ κομβικό στοιχείο για την υπεράσπιση και σε αυτή την περίπτωση ένας καλός συνήγορος, κατατοπισμένος και βαθύς, μπορεί να στρέψει την όλη προσοχή κι η ταινια, αν ιδωθεί από αυτή τη σκοπιά , να πάρει εξαιρετικούς πόντους. Και τότε να δικαιολογηθεί και το σενάριο, το οποίο μέσα από την αφηγηματική λογική μιας ιστορία ερωτικής ς, δείχνει να μπάζει. Η υπεράσπιση όμως, μπορεί να φανερώσει τον άσσο που κρύβεται στο μανίκι. Ποιος είναι αυτός ο άσσος. Η ΚΟΡΕΑΤΙΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ.
Ολο το έργο έχει να κάνει με αυτό κι όταν λέμε κουλτούρα εννοούμε η νοοτροπία. Μια νοοτροπία που διαφέρει εντελώς από τη δική μας, τη γενικότερη δυτική.. κι αυτά είναι στοιχεία για τα οποία έχει μιλήσει το σενάριο κι από εκεί μπορεί να αντλήσει υλικό η υπεράσπιση. Ότι οι άνθρωποι, δεν αγγίζονται, δεν φιλιούνται, δε φανερώνουν τα αισθήματα τους με τον τρόπο που τα φανερώνουμε εμείς στη Δύση, του εξηγεί κάτι και περί βουδισμού, περί Βούδα, κι αυτό όλο με τις «περασμένες ζωές» του τίτλου, είναι κομμάτι μέσα από τα κατάβαθα της ιστορίας.
Με πολιτισμικά κριτήρια , μπορει να την προσεγγίσει ο δυτικός. Και τότε να βρει ενδιαφέροντα στοιχεία και στο σενάριο, να το βρει ενδιαφέρον δηλαδή ως διαφορετικό.
Ειδάλλως, με κριτήρια ρομαντικής ταινίας , οποιασδήποτε κινηματογραφίας, ε, δεν είναι ό,τι πιο ρομαντικό έδειξε η κινηματογραφική οθόνη. Και δεν θα πάω μακριά. Δεν θα πάω σε ρομαντικά αριστουργήματα…Θα πάω στη δικιά μας, την «Πολίτικη κουζίνα». Και στη σχέση μεταξύ παιδικής ηλικίας κι επανασυνεύρεσης, θα καταλάβουμε καλύτερα την πολιτισμική διαφορά περι του τι είναι παιδικός έρωτας κι αν είναι έρωτας ,που στο κορεάτικο δεν μου φαίνεται και πολύ έρωτας όλο αυτό, η ηρωίδα στο δευτερο μέρος μας το εξηγεί. Απευθυνόμενη στο τρίτο πρόσωπο, αχ αυτό το τρίτο πρόσωπο είναι τελικά το εύρημα για να λειτουργήσει ρομαντικά η ταινία.. Για να καταλάβουμε και που υπάρχει έρωτας.. Και η ηρωίδα μας το είπε.
Αυτά τα λίγα κα μη ενθουσιαστικά. Διότι ερωτική ιστορία χωρίς συγκίνηση, για μας τους από εδώ, δεν λέει. Στο κορεάτικο η συγκίνηση προέρχεται από το τρίτο πρόσωπο, που είναι Δυτικός. Είναι αυτός που πονάει αν θα χάσει.
Θα κλείσω επαναλαμβάνοντας, μιλώντας πολύ σοβαρά, ότι μόνο,( ή έστω κυρίως), με ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΑ κριτήρια η ταινία μπορεί να λειτουργήσει. Από αυτή την άποψη είναι διαφορετική. Ειδάλλως, καλείται να τα εφεύρει ο θεατής υπακούοντας στα όσα διάβασε κι ας μην τα είδε ή κι αν τα είδε να μην τα αισθάνθηκε.
Σενάριο-Σκηνοθεσία: ΣΕΛΙΝ ΣΟΝΓΚ
ΥΓ Πάντως την Νότιο Κορέα δεν την παρουσιάζει ως παραδεισο του ασιατικού καπιταλισμού. Λέει ως καταγγελία πως οι υπερωριες δεν πληρώνονται και τι εκμετάλλευση πέφτει μεσω των υπερωριών.