Η «φαντασία» του τίτλου πηγαίνει στην υπόθεση αλλά και στη σκηνοθεσία (ή μάλλον στον σκηνοθέτη- θα μιλήσω πιο κάτω αναλυτικά) κι η «τσαχπινιά» πηγαίνει στον πρωταγωνιστή, και καταλήγει στην ταινία.
Η φαντασία έχει να κάνει με το πως μετατρέπεται σε αστυνομική κωμωδία δράσης με ολίγα αισθηματικά χαρακτηριστικά» του παραδοσιακού Χόλυγουντ, ένα δημοσιευμένο άρθρο και μάλιστα δίνεται και αναφορά του ονόματος του αρθρογράφου στους περί σεναρίου τίτλους.
Φυσικά το μυαλό δεν πάει στην πραγματικότητα, έλα, όμως, που ισχύει. Χωρίς αυτό να προσδίδει ή να αφαιρεί καλλιτεχνική αξία, δίνει όμως πιστοποιητικό καλής βαθμολογίας στους συντελεστές, επαναλαμβάνω στο σκηνοθέτη και τον πρωταγωνιστή. Στον σκηνοθέτη ΡΙΤΣΑΡΝΤ ΛΙΝΚΛΕΗΤΕΡ και στον πρωταγωνιστή ΓΚΛΕΝ ΠΑΟΥΕΛ, όπου , σύμφωνα με τους τίτλους είναι αυτοί που συνυπογράφουν το, βασισμένο στο άρθρο, σενάριο
Ηρωας λοιπόν του έργου είναι Καθηγητής της Ψυχολογίας και της Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Νέας Ορλεάνης, κάπως έτσι όπως τους θέλει το είδος τους καθηγητές αυτού του τύπου, λίγο αγχωμένους, αδιόρατα αφηρημένους κλπ, ο οποίος συνεργάζεται άτυπα με την Αστυνομία ως fake δολοφόνος. Πλησιάζει υπόπτους, δια της ψυχολογικής οδού, παρουσιάζεται ως επίδοξος συνεργάτης τους, τους αποσπά την ομολογία, τους βοηθά να εκπληρώσουν το σχέδιο τους κι επί τοπου συλλαμβάνονται. Μέχρι που κάποτε θα εμφανιστεί η γυναίκα εκείνη που θα τον μπλέξει τόσο με την ειδικότητα όσο και με τα αισθήματα.
Το έργο κυκλοφορεί για ένα δίωρο ως πανέξυπνο και τρισχαριτωμένο, ευχάριστη ταινία για ψυχαγωγική έξοδο, για όσους εξακολουθούν να την αναζητούν ΣΤΟ σινεμά , κι όχι μόνο ΑΠΟ το σινεμά και τις πλατφόρμες του αλλά και στις αίθουσες του, κι υποστηρίζεται κινηματογραφικά με πολλούς τρόπους κυρίως με το μοντάζ αλλά όχι μόνο. Στο Μοντάζ έχει την σταθερή του, την ΣΑΝΤΡΑ ΑΝΤΑΙΡ, που την είχε και σε άλλες ταινίες του, στις οποίες επαναλαμβάνω ότι δεν αναγνωρίζεται συνδετικός, χαρακτηριστικός κρίκος ώστε να μιλήσουμε για auteur, μολονότι ως έτσι τον αντιμετωπίζουν οι της κριτικής σε μεγάλο βαθμό, προφανώς επειδή τον πρωτοείδαν σε Φεστιβάλ τότε με το «Πριν το Ξημέρωμα» στο Φεστιβαλ Βερολίνου, πάντως με τη μοντέζ πρέπει να έχει καλή συνεννόηση, ήταν υποψήφια για Oscar στο Μοντάζ του «Μεγαλώνοντας» (Boyhood, που ήταν υποψήφιοςι εκείνος για τη σκηνοθεσία, ) και στο τωρινό φιλμ που δεν έχει σχέση με τα άλλα του, η μοντέζ έχει συλλάβει και μεταδώσει την ουσία της ταυτότητας του φιλμ, που επαναλαμβάνω, είναι καθαρώς ψυχαγωγική αυτή η ουσία. Με τον τρόπο της, όμως, αφήνει να δούμε σε βάθος καλής θέλησης και τα άλλα που υπάρχουν
Ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ σκηνοθετεί ικανοποιητικότατα το είδος, χωρίς κομπλεξισμούς, αλλά μελετημένα, ωστόσο του λείπει η υπογραφή, την οποία εδώ που τα λέμε δεν έχει κατακτήσει στο ακεραιο, Εργοκεντρικά, όμως, το αποτέλεσμα τον καλύπτει και με το παραπάνω
Το απόκτημα από την ταινία που την παίρνει πάνω του κι αναδεικνύει προσόντα είναι ο πρωταγωνιστής, ο ΓΚΛΕΝ ΠΑΟΥΕΛ, ο οποίος είναι και συνδημιουργός, με την έννοια, όπως έγραψα παραπάνω, ότι συμμετέχει και στο σενάριο ,παρέα με τον σκηνοθέτη. Και μέσα από το σενάριο προβάλει τα στοιχεία του, που τον έκαναν να φανεί στο «TOP GUN:MAVERICK», με το πονηρό χαμόγελο, την τάση για ειρωνεία που υποσχόταν προσόντα προς αξιοποίηση πολλαπλών κατευθύνσεων. Αν δηλαδή αυτό το υφάκι θα τον βοήθαγε και θα τον έκανε περιζήτητο στο να παίζει τσόγλανους κι αντιπαθείς χαρακτήρες ή αν θα αξιοποιούσαν την χαριτωμενιά του στον τρόπο που χαμογελάει στο φακό, στον τρόπο που εκφέρει όταν θέλει να κλείσει το μάτι σε αυτό που βλέπουμε και να του δώσει φτερά για πέταγμα. Επιλέγει το δεύτερο (το πρωτο είναι πιο παρακινδυνευμένο κι αν δεν έχεις ανάλογο σενάριο για να λανσαριστείς, καλύτερα να περιμένεις) και του βγήκε. Η παρτενέρ ΑΝΤΡΙΑ ΑΡΧΟΝΑ κινεί τύπο Λατίνας, χωρίς να τον διαφημίζει με υπογραμμίσεις , κι υπάρχει κι ωραίος ρόλος για «τυπά», για να είναι και κωμικός αλλά κι ανταγωνιστικός, όπως τα θελει το είδος, και τον έχει αναλάβει άψογα ο ΩΣΤΙΝ ΑΜΕΛΙΟ
Είναι φιλμ ψυχαγωγικής αξίας που όμως έχει πολλά πραγματάκια από πίσω, κι είναι αυτά που το στηρίζουν , το υποστυλώνουν