Είτε ως αποτυχία, του πρώτου καιρού που βγήκε, παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τη διέσυραν, είτε στη δεκαετία του ’50 που μπήκαν οι Γάλλοι θεωρητικοί της εποχής ως καινούργιοι κρατούντες της κινηματογραφικής εξουσίας κι αρχισαν άλλους να τους ανεβάζουν κι άλλους να τους κατακρημνίζουν.
Στην περίπτωση της συγκεκριμένης ταινίας, προηγήθηκε το «Σταύρωσον» του «Ωσαννά»
Ο,τι και να έγινε, εμάς τους Εργοκεντρικούς, δεν μας αφορά στην τελική, διότι κοιτάμε το έργο, μένουμε στο έργο κι η όποια αξία έχει να κάνει με το έργο.
Δεν θα παρασυρθώ να κοπιάρω καμμία από τις δοξολογίες της θεωρητικής εποχής, θα σταθώ, όμως στο έργο, δεν θα επαναλάβω τα της καλύτερης ταινίας όλων των εποχών ή εκ των καλυτέρων, είναι πολύ γενικός κι αφηρημένος ο συγκεκριμένος «αίνος», θα μιλήσω ΕΡΓΟΚΕΝΤΡΙΚΑ για την αξία της.
Δεν θα πτοήσω τον θεατή του Σήμερα που μπορεί να απορεί για τα όσα διαβάζει ή να μη θέλει να παπαγαλίσει την εμπειρία, θα του επισημάνω όμως κάποια πράγματα προς χρήση.
Ο ΖΑΝ ΡΕΝΟΥΑΡ, εκ των «πατέρων» του Γαλλικού Σινεμά, έχει κάνει μια ταινία που καταρχάς θα τη συνιστούσα για λόγους μελέτης όσων αγαπούν το Σινεμά , τόσο το Γαλλικό όσο κι Εν Γένει, κι όσων ενδιαφέρονται . Θα κάνω κι επισημάνσεις σημείων της διαχρονικής αξίας της. Η ταινία έχει γίνει το 1939, ο Ζαν Ρενουαρ «δοκιμάζει»(?) την κωμωδία, διότι το έργο, βλέποντας το σήμερα, παρατηρούμε ότι την κωμωδία φέρει εντός του. Και μάλιστα την κωμωδία που περιλαμβάνει στοιχεία από το γαλλικο μπουλβάρ, θα βρούμε και ψήγματα ακόμα του Ζωρζ Φεντώ, θα βρούμε σίγουρα επιρροές από το θεατρικό (που μετεπειτα έγινε και ταινία δυο σημαντικές φορές» «Ερωτικό γαϊτανάκι» (La Ronde) του Αρτουρ Σνιτσλερ και μη σας πω ότι θα ανακαλύψετε οι σημερινοί και πρόγονο του «Εγκλημα στο Γκοσφορντ Παρκ» του Ρόμπερτ Ωλτμαν σε σεναριο ΤΖΟΥΛΙΑΝ ΦΕΛΟΟΥΣ , με τα δυο ταξικά «πατώματα», αριστοκρατών κι υπηρετών, το οποίο φυσικά δεν υπήρχε ως πρόθεση στον Ρενουάρ 63 χρόνια πριν από εκείνο.. Πως θα γινόταν, άλλωστε;
Όμως οι θεατές που θα το δούμε σήμερα, είμαστε 63 χρόνια μετά. Από τον «Κανόνα..» ώς το «Gosford», αυτή η ηλικία τα χωρίζει Κι η διαχρονικότητα, αν υπάρχει σε ένα έργο, επισημαίνεται με στοιχεία του έργου. Ετσι το επικοινωνείς σε ένα σύγχρονο θεατή. Ο οποίος έχει δει αυτά που ανέφερα, έχει δει και τα γαλλικά του Λουίς Μπουνιουέλ, κυρίως την βραβευμένη με το Oscar «ΚΡΥΦΗ ΓΟΗΤΕΙΑ Της ΜΠΟΥΡΖΟΥΑΖΙΑΣ» και θα τη «βρεί» κι αυτήν εδώ μέσα. Συνεπώς, με τη σταχυολόγηση κάποιων επισημάνσεων βλέπουμε ότι είναι ένα έργο που έχει επηρεάσει. Κι έχει επηρεαστεί και το ίδιο, βεβαια. Όταν ένα Εργο έχει επηρεάσει, το βρίσκουμε διάσπαρτα και διάσπαρτο, παντού.
Τέτοια περίπτωση είναι «Ο κανόνας του παιχνιδιού». Και που οφείλεται; Στο ότι και καλά σατιρίζει τους αστούς; Ναι, αλλά όχι περισσότερο από το «Ο κύριος πάει κυνήγι» τη φαρσα του Φεντώ, σε καμία περίπτωση περισσότερο από την ανελέητη σάτιρα αστών της μπουνουελικής «μπουρζουαζίας» που έγραψε ο Ζαν Κλωντ Καριέρ.
Δηλαδή δεν έχει σάτιρα; Δεν σατιρίζει τους αστούς; Μωρε, έχει και παραέχει. Την έχει, όμως, με το δικό του τρόπο, με τη δική του διαχείριση κι αυτή η διαχείριση κάνει τη διαφορά. Και το έργο, όταν πρωτοπαίζεται τότε ξαφνιάζει, κι όταν μετα από μια 20ετία πάνε να το επιβάλλουν οι θεωρητικοί, έρχονται και το βρίσκουν οι εκλεκτικές κι εκλεκτές συγγένειες και το κάνουν οικείο. Ο θεατής που έχει δει σινεμά, θα βρει αυτές τις συγγένειες και σε αμερικάνικες κωμωδίες της δεκαετίας του 40. Κάποιων του Τζωρτζ Στήβενς ή του Τζωρτζ Κιούκορ ή του Πρέστον Σταρτζες ή και του Χωκς
Για να πάμε λοιπόν στην αξία, θα έλεγα ότι είναι κατά βάση ΣΚΗΝΟΘΕΤΙΚΗ και δευτερευόντως Σεναριακή. Οπότε , τις συγγένειες που θα βρει αλλού, δεν θα τις δει ετσι, με τον ίδιο τρόπο. Ξεκινά από το σεναριο που γράφει ο ίδιος ο σκηνοθέτης μαζί με δυο συνεργάτες, στο οποίο ξεκινάμε με ένα άσσο της αεροπορίας που γύρισε θριαμβευτικά από αποστολή αλλά ήταν όλοι εκεί πλην της καλής του.. Διότι η καλή του κι ο καλός της κι η καλή του καλού κι η καλη του καλού της καλής….και στήνεται ένα ερωτικό γαιτανάκι που μεταφέρεται στην εξοχή, σε ένα πύργο όπου προσκαλούν τον αεροπόρο-μπουκάλα για παρηγοριά, οι φίλοι. Σε πύργο όπου μαζεύονται για κυνήγι και γι άλλα.. παιχνίδια…συναναστροφών..
Ο Ζαν Ρενουαρ έχει ρυθμίσει όλη αυτή την κυκλοφορία με ένα τρόπο εκπληκτικό. Την έχει κάνει ρυθμό, την έχει κάνει μοντάζ πο δεν φαίνεται, την έχει κάνει σκηνοθεσία του διαλόγου, την έχει κάνει ατμόσφαιρα του διαλόγου, την έχει κάνει αποχρώσεις του περιεχομένου των διαλόγων, είτε όταν είναι καθαρά κωμική είτε όταν πασπαλίζεται με μικρή δόση δραματικού στοιχείου, που πάντα φροντίζει να το επαναφέρει στην τάξη, την έχει κάνει μάθημα σκηνοθέτησης ηθοποιών, μάθημα τι σημαίνει ρυθμός στις ερμηνείες, μάθημα δύσκολο για το σινεμά αρκεί να αρχίσεις να μπαίνεις στο μυστικό της δημιουργίας, πως γράφεται ο διάλογος για να σκηνοθετηθεί ανάλογα, πως μοντάρεται ο διάλογος για να περάσει αυτά που θέλει, πως ερμηνεύουν οι ηθοποιοί τον διαλογο και φτιάχνουν το ρυθμό του σκηνοθέτη που για λογαριασμό του ολοκληρώνει η τέχνη του μοντάζ…
Αυτά είναι τα μυστικά, ΜΕΡΙΚΑ, διότι για να τα γράψουμε όλα κι αναλυμένα, θέλουμε τόμους, που σε ένα σημερινό εραστή του σινεμά, επιτρέπουν τη μελέτη και δίνουν μαζί και την απόλαυση.
Αρκεί να μην πάει με το ζόρι κανείς για να πεί ότι πήγε και να προσπαθήσει να αποστηθίσει κάποια των κριτικών, τότε θα φανεί το ψέμα, κι αυτός που θα το έχει μαρτυρήσει θα είναι το ίδιο το φιλμ.
Και βεβαια προσέχει πάντα κανείς το παίξιμο των Γάλλων. Ειδικά στις παλιές ταινίες που οι περισσότεροι προέρχονται ή κατάγονται από το θέατρο, κι αυτό που μεταφέρουν είναι το παίξιμο της γαλλικής παράδοσης, ένα παίξιμο που έχει να κάνει με τον τέλεια κουρδισμένο ρυθμό. Σαν μπαλέτο. Από τους ηθοποιούς ως την ταινία. Αυτό που μεταφέρει ο Ρενουάρ μαζί με όλα τα παρεπόμενα που ανέφερα πιο πάνω.