Το οποίο μας μεταφέρει στα άδυτα της Καθολικής Εκκλησίας και βασικά του Βατικανού (κλιτό ελληνοποιημένο ήταν στη γραμματική που διδάχτηκα)κι έχει να κάνει με το θάνατο ενός Πάπα και την ανάληψη καθηκόντων για τη διεξαγωγή της ψηφοφορίας και της όλης προετοιμασίας προς ψήφιση κι ανάδειξη νέου Ποντίφηκα, ενός Καρδινάλιου, του Καρδινάλιου Λώρενς, που τον είχε επιφορτίσει με αυτό το καθήκον ο μεταστάς προκαθήμενος ης Καθολικής Εκκλησίας, κι ο Καρδινάλιος αυτος γίνεται κεντρικός ήρωας του σεναρίου μια και μέσα από αυτον παρακολουθούμε όλη τη διαδικασία. Πνευματική κι εσωτερική, συνωμοσιολογική και σκοτεινή. Μεσω αυτού θα ζήσουμε το παρασκήνιο μέχρι να βγει λευκός καπνός. Κι ενώ έχουν έλθει ως «σύνεδροι» οι Καρδινάλιοι των διαφόρων χωρών που θα ψηφίσουν για την ανάδειξη. Και γίνονται όλοι αυτοί κάτι σαν ήρωες αστυνομικού έργου, μια και το σενάριο δομείται και το έργο σκηνοθετείται με τη λογική του αστυνομικού, χωρίς να πρόκειται για κάτι τέτοιο. Ενας πέπλος μυστηρίου εξυφαίνεται και καλύπτει δράση, προετοιμασία και πρόσωπα, όλοι οι χαρακτήρες των Καρδιναλίων ξετυλίγονται καθώς ετοιμαζόμαστε για την ψηφοφορία, τόσο την πρώτη όσο και τις επαναληπτικές, έχει πατήσει πολύ καλά ο συγγραφέας πάνω σε αυτό ώστε να το δομήσει στέρεα και να το ελέγξει.
Οι ανατροπές διαδέχονται η μία την άλλη, είναι γραμμένες όμως, και φυσικά σκηνοθετημένες, με ένα «εσωτερικό» θα λέγαμε τρόπο, βγάζουν χαρακτήρες και ιδεολογίες Καρδιναλίων, αγωνίες, πάθη και φιλοδοξίες.
ΚΙ όλο το έργο παίζεται μέσα στο Βατικανό. Δεν βγαίνει ούτε μια στιγμή για… «περίπατο». Μόνο ένα ή δυο το πολύ, προαύλια.
ΚΙ όμως, λόγω της εσωτερικής διαχείρισης, το έργο κρατά το θεατή σε αγωνία και δεν τον κάνει ούτε στιγμή να αισθάνεται ότι πλήττει διότι διάλογος και ρυθμός είναι κινηματογραφικά γραμμένα κι όχι θεατρικά.
Εχουμε δει κι άλλα έργα με παπικό θάνατο και προετοιμασία Εκλογής καινούργιου, αυτό έχει κάτι διαφορετικό. Εχει εσωτερική ατμόσφαιρα κι ως περιεχόμενο θέλει να πάει παραπέρα, και κάνει κι αυτό την συμπερίληψη του. Την οποία συμπερίληψη την κρατεί φυσικά για το τέλος, για αποκάλυψη ενός μυστικού ή για διευθέτηση ενός μυστηρίου κι είναι και μια προχωρημένο γραμμή περί παπικού θρόνου αλλά και Καθολικής Εκκλησίας, που με ακαδημαϊκό, συντηρητικό ύφος, υπόσχεται την κατάρριψη ενός ταμπού, εξού και μιλώ για συμπερίληψη αλλά περισσότερα δεν μπορώ να πω , δεν επιτρέπεται. Είναι το μυστικό και αξίζει. Κι η σκηνοθετική επιλογή ήταν η πιο ενδιδειγμένη για να αφήσει την τολμηρή γευση του φινάλε.
Ποιοι είναι αυτοί που το έκαναν;
Σε βιβλίο βασίζεται, και του φαίνεται ως ένα βαθμό, σε βιβλίο που έγραψε ο ΡΟΜΠΕΡΤ ΧΑΡΙΣ αλλά θα σταθω στον σεναριογράφο, σε αυτόν που έκανε την κινηματογραφική μεταφορά, τον ΠΗΤΕΡ ΣΤΡΟΧΑΕΝ, ο οποίος είναι ένας εξαίρετος, πεπειραμένος διασκευαστής, είχε προταθεί για Oscar, στο «κι ο κλήρος έπεσε στον Σμαϊλυ» από το βιβλίο του ΤζωνΛε Καρέ, οπότε καταλαβαίνουμε και σε τι να διακρίνεται και πως ξέρει να χειρίζεται την πλοκή, τη συνωμοσία την υφέρπουσα, να τα κάνει σεναριακή κατάσταση, να μιλά ο κινηματογράφος κι εντός του κλειστού χώρου, να μετατρέπει τις περιγραφές του βιβλίου σε σύντομο και περιεκτικό διάλογο, που δείχνει κι ακολουθεί τη διαδρομή των χαρακτήρων και μέσω αυτών την υπόθεση, την ατμόσφαιρα αινίγματος οπότε και φέτος η υποψηφιότητα τείνει να γίνει Νο 2 για αυτόν, αν όχι και νίκη.
Διότι αυτή η σεναριακή δουλειά τροφοδότησε σκηνοθέτη και ηθοποιούς. Και το όνομα του σκηνοθέτη μπορεί να ξαφνιάσει όσους , λόγω θεωρίας auteur νομίζουν ότι αυτό αφορά σε σκηνοθέτη ενός είδους ώστε να είναι από τους κριτικούς αναγνωρίσιμος. Ο σκηνοθέτης του φιλμ είναι ο ΕΝΤΒΑΡΝΤ ΜΠΕΡΓΚΕΡ, αυτός που χάρισε στη ΓΕΡΜΑΝΙΑ ένα ακόμα Διεθνές Oscar προ 2ετίας με το «ΟΥΔΕΝ ΝΕΩΤΕΡΟΝ ΑΠΟ ΤΟ ΔΥΤΙΚΟΝ ΜΕΤΩΠΟΝ». Βλέπει κανείς αυτά τα δυο έργα κι αντιλαμβάνεται την κατάρτιση. Στην υλοποίηση της οποίας παίζει ρόλο το σεναριο, το υλικό που παραδόθηκε στον σκηνοθέτη, για να καταθεσει τις γνώσεις του, τη φαντασία του . Και βεβαια στο ότι αυτό το έργο, αυτό το σεναριο που είναι γεμάτο ρόλους απαιτεί τέλεια διανομή Πρώτα να βρεις τον ηθοποιό αξίας που θα παίξει τον Καρδινάλιο Λώρενς και κατόπιν να τον πλαισιώσεις με τους αναλογους αξιόμαχους οι οποίοι να συμβάλλουν τόσο στο να ανεβαίνει η συνολική στάθμη της ταινίας όσο και στην αναδειξη του κεντρικού, διότι ένας κανόνας της διανομής, του casting, λέει πως ο μεγαλος πρωταγωνιστής χρειάζεται και ισαξιους παρτενέρ διότι όσο καλύτερος είναι ο εκάστοτε παρτενέρ τόσο περισσότερο ανεβαίνει η σκηνή άρα κι η σταθμη του πρωταγωνιστή.
Ο ΡΕΪΦ ΦΑΪΝΣ παίζει ένα από τους καλύτερους ρόλους της καριέρας του, επιστρατεύει τη θεατρική του παιδεία και τη μεταβολίζει σε απόλυτο σινεμά, δηλαδή σε λιτότητα, καθως έχει να τα παιξει στην κάμερα. Και δίνει ένα μάθημα μεγαλης ηθοποιίας, που είναι ηθοποιία κι όχι ξερός λόγος δίκην αμεσότητας…
Τον πλαισιώνουν θαυμάσιοι, με τους οποίους ο σκηνοθέτης χρωματίζει ερμηνευτικά τις σκηνές, τον ΤΖΩΝ ΛΙΘΓΚΟΟΥ, τον ΣΕΡΤΖΙΟ ΚΑΣΤΕΛΙΤΟ, τον ΚΑΡΛΟΣ ΝΤΙΕΖ που έχει και το ρόλο-κλειδί του φινάλε, για να φτάσει στην κορύφωση του κοντινού επάξιου του Φάινς, του ΣΤΑΝΛΕΫ ΤΟΥΤΣΙ. Μιλάμε για ηθοποιίες μεγέθους και τα Oscar κοιτούν από απέναντι.
Ειδική μνεία στην ΙΖΑΜΠΕΛΑ ΡΟΣΕΛΙΝΙ, σε ένα ρόλο που λίγες σχετικά ατάκες λέει αλλά θες το κλίμα που της έφτιαξε ο σκηνοθέτης, θες η αντίληψη της ίδιας, θες η ωρίμανση μεσα στα χρόνια κι η φιλοδοξία μαζί, την κάνουν δημιουργό μιας καλόγριας του Βατικανού, πολύ περιεκτικής ,που μεταβάλει σε έκφραση αυτά που δεν θα πεί με ατάκες αλλά όταν έρχεται η ωρα της ατάκας φανερώνει όλα όσα δεν έλεγε με την έκφραση, ουσιαστικά επεξηγεί την έκφραση. Και πρεπει να είναι ευγνώμων τόσο στο σεναριογράφο για το ρόλο που της έγραψε και πως της τον έγραψε καθώς και για τον σκηνοθέτη στο πως της έκανε ατμόσφαιρα για να παίξει.
Ο σκηνοθέτης, με εντυπωσιάζει για μια ακόμα φορά με τη χρήση της μουσικής. Οπου έχει και πάλι για συνθέτη τον ΦΟΛΚΕΡ ΜΠΕΝΤΕΜΑΝ, που πήρε το Oscar στο «Ουδέν νεώτερον..» με την ελάχιστη χρήση οργάνου και νότας, κάτι αναλογο κάνει κι εδώ , με ένα τρόπο δικό του όπου ζητούμενο είναι το μυστήριο σε μίνιμαλ.
Κάτι ενδιαφέρον έχουμε και στη φωτογραφία ΣΤΕΦΑΝ ΦΟΝΤΑΙΝ), τη φωτογραφία-πλατώ που λατρεύει ο υποφαινόμενος , την ατμόσφαιρα που στήνει και γεννά με τους φωτισμούς στον κλειστό χώρο, αν και βέβαια τα εξωτερικά θεωρούνται πάντα πιο δύσκολα..Αραγε όλη αυτή η συνεκτικότητα είναι της σκηνοθεσίας που κατευθύνει το μοντάζ όπως εκείνη επιθυμεί; Για την αναπαράσταση του Βατικανού δεν θα το συζητήσω. Σε πλατό είναι, στην Τσιτετσιτά έχει γίνει, κι είναι η τριτη σκηνογραφική απεικόνιση της Αγίας Εδρας που με εντυπωσιάζει μετά το «Ο άνθρωπος από το Κίεβο» (The shoes of the fisherman) του Μάικλ Αντερσον με τον Αντονυ Κουήν και το «Νονός μέρος 3» όπου ο Ντην Ταβουλάρης είχε κάνει θαύματα. Εκείνες πιο περίπλοκες σκηνογραφικές απεικονίσεις, τούτη είναι φαινομενικά πιο περιορισμένη από πλευράς χώρων, έχει όμως κάποιες δικές της πρωτοτυπίες που φυσικά απ΄το σεναριο υπαγορεύονται όπως ο διάδρομος με τα dormitori των φιλοξενουμένων καρδιναλίων, μια ψύχρα στο χρώμα, σαν προθάλαμος νοσοκομείου ή και νεκροτομείου, μακριά από τα ντεκόρ και τους φωτισμούς της καθαυτής Αγίας Εδρας.
Πάντως, κάπου υπάρχει κρυμμένος και λίγο...Ροίδης