‘Η μάλλον επειδή σε αυτό το βιογραφούμενο, η συνεργασία του σκηνοθέτη με τον σεναριογράφο είναι εξαίρετη συνεννόηση που καταλήγει σε αποδοτικό συντονισμό.
Δεν θα περιοριστώ στο όνομα του σεναριογράφου ΣΤΗΒΕΝ ΝΑΪΤ, που είναι από τους καλούς της Αγγλίας , επειδή είχαν συνεργαστεί και στη «Spencer», στη Νταϊανά. Οπου κι εκεί, όπως και στη «Jackie», την οποία υπέγραφε άλλος σεναριογράφος, είχαμε αυτό που γίνεται υπογραφή βιογραφίας Λαράιν, την επιλογή μιας συγκεκριμένης και περιορισμένης χρονικής περιόδου, μέσα από την οποία θα γίνει η ανατομία του βιογραφούμενου.
Αυτό συμβαίνει και στην Καλας. Επιλέγει την τελευταία εβδομάδα της ζωής της και μέσα από εκεί απλώνει το διαβήτη. Γι αυτό και δεν λέω ότι η ταινία βγήκε καλύτερη επειδή είχε σεναριογράφο καλύτερο αλλά επειδή ο ίδιος ο σκηνοθέτης που έχει άποψη πάνω στα βιογραφούμενα πρόσωπα του , βγήκε απέναντι στην Κάλας με περισσότερο ψαγμένη διάθεση. Κι ο Στήβεν Νάιτ ανταποκρίθηκε με το να του γράψει εμπνευσμένες και καθοριστικές σκηνές, πάνω σε αυτό που ήθελε ο σκηνοθέτης για τη βιογραφούμενη.
Εδώ δεν έχουμε την «Κάλας για πάντα» του Τζεφιρελι με την υπέροχη Φανύ Αρντάν,, εκεί βλέπαμε την Κάλας, την αγαπημένη προσωικη φίλη του σκηνοθέτη , τη βλέπαμε όπως την έβλεπε ο Τζεφιρέλι.
Εδώ έχουμε κάτι πιο πολύπλοκο, επειδή ο σκηνοθέτης με τον σεναριογράφο, ανιχνεύουν τους δαίμονες της. Την αντιμετωπίζουν ως ΜΥΘΟ, ως αυτό που ήταν κι ένας μύθος συνδυάζεται από παράταιρα πράγματα κι έτσι, μεσω των αντικρουομένων σφυρηλατείται ως Μύθος και πάνω σε αυτή τη λεπτά δομημένη στρατηγική, τη γεμάτη εύθραυστες ισορροπίες , στήνεται η ταινία
Κι η ΑΝΤΖΕΛΙΝΑ ΤΖΟΛΙ καταλήγει ΣΥΝΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ διότι η ερμηνεία της είναι μεγαλοφυής, υπάρχει αλληλοεπιρροή με τον σκηνοθέτη, έχει πιάσει τα μύχια τόσο της άποψης εκείνου όσο και της ηρωίδας που έχει αναλάβει κι έχει καταλήξει σε λεπτούς ισορροπημένους τρόπους να της ζωγραφίσει αυτά τα μύχια. Εχει βρει ένα τόνο φωνής που θα δείχνει τη δαμασμένη τίγρη, διότι γίνεται αναφορά στο ότι την αποκαλούσαν και «τίγρη», η Τζολί την παίζει με μία ερμηνεία, που από το βλέμμα της εκδηλώνεται μελαγχολία, θλίψη αλλά κι από κάτω σιγοκαίει η τίγρη. Εχει βρει, ποιος ξέρει πόσο κοπίασε, τον τόνο εκείνο μέσα από τον οποίο θα παίξει στην τελευταία εβδομάδα όλη τη ζωή της ηρωίδας της. Κι αυτό που δεν χάνει ποτέ είναι ότι παίζει ένα Μύθο και τον παίζει με μία αποσβολωτική μεγαλοπρέπεια διότι δεν υπάρχουν κορώνες στη δική της σοπράνο, υπάρχει μια διαρκής εσωτερικότητα μέσα από την οποία μας βοηθά να καταλάβουμε τα πάντα. And , what’s this Callas about? Ποια είναι η επιγραμματική, σχεδόν μονολεκτική απάντηση στην ακριβής αυτή ερώτηση που τίθεται πάτα σε σπουδαστές και καλλιτέχνες όλων των ειδικοτήτων απέναντι σε ένα έργο, ως προς το αντικείμενο του καθενός , στο ποιο είναι αυτό το έργο, ποιο είναι το «κουκούτσι» του.. Η απάντηση είναι: ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ ΤΗΣ.
Αυτοί οι δαίμονες που τη κυνηγούν από την παιδική ηλικία και καθορίζουν όλη τη διαδρομή της ζωής της. Κι οι οποίοι, όσο ψηλα κι αν φτάσεις, όσο κι αν τους πολεμήσεις, όσο κι αν ψυχαναλυθείς όποια ή όποιος κι αν γίνεις, αυτοί θα είναι πάντα εκεί, τα τραυματα τους είναι βαθιά. Και δεν συγχωρούν ούτε το θύμα ούτε το θύτη!!
Η Κάλας της Τζολί και του Λαράιν με τη βοήθεια του σεναριογράφου Νάιτ είναι μεγαλοπρεπής, χαμηλόφωνη, απαιτητική ως ντίβα, και σε μια δυο σκηνές που θυμώνει παλι μεταχειρίζεται φιλτραρισμένο ρο θυμικό της. Είναι μια γυναίκα που αυτό από το οποίο έφυγε , την καταδίωκε και δεν το άφηνε πισω. Η Τζολί με τον τρόπο της δείχνει και την ασταθή υγεία της όπου κι αυτή φιλτραρεται μέσω δαιμόνων και βέβαια υποκλίνομαι στην ευφυή σκηνή, που δεν ξέρουμε αν είναι υπαρκτή ή επινοημένη, είναι όμως ΔΡΑΜΑΤΟΥΡΓΙΚΆ για ΑΡΙΣΤΑ. Είναι η συνάντηση με την αδελφή της την Υακίνθη, που την παίζει εξαίρετα η ΒΑΛΕΡΙΑ ΓΚΟΛΙΝΟ κι έχει να κάνει με τη συμβουλή που της δίνει η Γκολίνο και την απάντηση που της επιστρέφει η Κάλας. Θεωρώ ότι αυτή η σκηνή κι αυτή η ατάκα είναι το κλειδί που ξεκλείδωσε την Τζολί, στο πως θα έπαιζε την Καλας, την Κάλας του ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΥ Σεναρίου.
Διότι όπως εχουμε πε ικατεπανάληψη κι αυτό το έχω διδαχτεί, είναι πως στα βιογραφούμενα πρόσωπα βλέπουμε τους ηρωες του σεναρίου κι όχι της Εγκυκλοπαίδειας.. Δεν έχει καμία σχέση η Κάλας του ΛαράΙν και της Τζολί με την Κάλας του Τζεφιρελι και της Αρντάν που είπαμε προηγουμένως ούτε με την Καλας του Τερενς Μακ Ναλυ στο θεατρικό «Master Class» που είχε λανσάρει εδώ η Δανδουλάκη ούτε με την Καλας της Τζέην Σέυμουρ στον τηλεοπτικό Ωνάση..
Κι έχει κι άλλες καθοριστικές ατάκες και σκηνές η ταινία, το σεναριο της δηλαδή που δεν ξέρουμε πόσο είναι «πραγματικές» ή δραματουργικές. Η σκηνή με τον Κένεντυ φερειπείν, πόσο καθοριστικά χρωματιζει τη σχέση της με τον Ωνάση αλλά κι η σκηνή της επίσκεψης στο Νοσοκομείο κι η ατάκα που του λέει του τελευταίου για το ως αισθάνθηκε με το γαμο του, είναι καθοριστική επίσης για το πως θα παίξει η Τζολί την Κάλας στο συγκεκριμένο έργο. Τι διαστάσεις θα της δώσει. Αυτό είναι ΔΗΜΙΟΥΡΙΑ στην υποκριτική. Κι έχει βέβαια να κάνει και με άλλους συνεργατικούς-συνεργασιακούς παράγοντες.
Η επιλογή των προσώπων είναι εξαιρετική αλλού ως ψυχολογία σε άλλες περιπτωσεις ως ομοιότητα (αυτος ο «Μενεγκίνι» μα είναι ολόιδος)…Και ξεχωρίζει από όλη τη διανομη ο ΠΙΕΡΦΡΑΝΤΣΕΣΚΟ ΦΑΒΙΝΟ, ο πιστος μπάτλερ. Τι ωραίος ρολος. Τι πινελιες στις λεπτομέρειες.
Θα πω για τις δικές μας Και το πως τις χρησιμοποιεί ο σκηνοθέτης μεσα από την πυκνότητα γραφής του σεναρίου. Την ΑΓΓΕΛΙΝΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ως νεαρή Κάλας στη γερμανοκρατούμενη Αθήνα, τη ΛΥΔΙΑ ΚΟΝΙΟΡΔΟΥ, μια σκηνή όλη κι όλη χωρίς κορώνες αλλά με την εικόνα της σε όσα λέει για τη μάνα της, σε όλη τη διάρκεια του έργου η Μαρία. Θα αναφέρω και την τρίτη Ελληνίδα, την ΕΡΩΦΙΛΥΗΠΑΝΑΓΙΩΤΑΡΕΑ που έχει στήσει πάνω της ο σκηνοθέτης αυτά που θα μας εξηγήσει για αυτήν η Γκολίνο στη μεγάλη σκηνή της.
Αυτό τι δείχνει; Πόσο ψαγμένο ήταν το έργο. Προς όλες τις κατευθύνσεις. Δούλευε γραμμή υποκριτικής για τους ηθοποιούς στο μετέπεια της, φώτιζε την προϊστορία τους. Να ξέρουν από που θα πιαστουν ώστε να δημιουργήσουν.
Κι ως παραγωγή φροντισμένη. Ακόμα και στην Ελλάδα ‘ηθαν για γυρίσματα, για ελάχιστες σκηνές, που θα μπορούσαν να είχαν γίνει κι αλλού, για την πολύτιμη κινηματογραφικά Βουδαπέστη και τον εκπαιδευμένο κόσμο της, που μπορουν και στήνονται εκεί όλων των ειδων οι παραγωγες, για τη «θολή» αντιμετωπιση του Παρισιού από το κορυφαίο διευθυντή φωτογραφίας ΕΝΤ ΛΑΧΜΑΝ ο οποίος θυσίασε την παρισινή ατμόσφαιρα στη διάθεση της εκεί ηρωίδας του, και το άριστα στον Ιταλό ενδυματολόγο ΜΑΣΙΜΟ ΚΑΝΤΙΝΙ ΠΑΡΙΝΙ, δυο φορές υποψήφιο για Oscar, κακά τα ψέματα, Ιταλός ενδυματολογος θα μπορούσε να αντιληφθεί την Κάλας και να την ντυσει ως ντίβα στην καθημερινότητα, με καμία επιδειξιομανία, κάθε άλλο και παράλληλα να της κάνει και ενδεικτικά κοστούμια κάποιων από τους μεγάλους λυρικούς ρόλους της που θα κρατούν ίσα γραμμή με την ντίβα της ιδιωτικής ζωής.