Αυτό το είδος του σινεμά είναι που κρατούσε τις αίθουσες όρθιες και την κινηματογραφία ζωντανή αλλά με τη στρατηγική που έχει αλλάξει, τελευταία όλο και σπανίζει.
Το «Sicario», λοιπόν, που ως λέξη προέρχεται από τη Βίβλο κι έχει ενταχθεί τουλάχιστον στις λατινογενείς γλώσσες όπου και στα ιταλικά και στα ισπανικά σημαίνει «ΠΛΗΡΩΜΕΝΟΣ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ» , μας μεταφέρει στον πόλεμο, διότι περί πολέμου πιά πρόκειται, με τα καρτέλ ηρωίνης στο Μεξικό.
Εχω επισκεφθεί αυτά τα μέρη, αγριότερη θεωρούσα την Κολομβία , το Μεξικό όμως στις μέρες μας έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο. Και το φιλμ χάρη στο γεμάτο ένταση σενάριο του ΤΕΙΛΟΡ ΣΕΡΙΝΤΑΝ, μας δίνει μια γεύση από αυτό το μακελειό αλλά με τους όρους του κινηματογράφου. Με τους όρους της περιπέτειας, που δεν ξεχνά, όμως, και την ουσία. Που μπορεί και προεκτείνει το μερικό στο γενικό αλλά και θυμάται να πράξει και το ανάποδο, από το γενικό να μας επαναφέρει στο μερικό, στις ανθρώπινες ιστορίες και στην εξέλιξη των χαρακτήρων, που συμμετέχουν στα δρώμενα.
Ηρωίδα στο σενάριο είναι μια πράκτορας του FBI από το Φοίνιξ της Αριζόνα που της αναθέτουν μια επικίνδυνη αποστολή, τη συμμετοχή σε μια ομάδα εφόδου που θα μπεί στο Μεξικό για να ξεσκεπάσει ένα καρτέλ ναρκωτικών με τρομερές κι επικίνδυνες διαστάσεις. Η εξέλιξη της ιστορίας δεν ξεχνά την εξέλιξη της ηρωίδας όπως δεν ξεχνά και να φωτίσει μυστικές πτυχές των άλλων μετεχόντων ώστε ΚΑΙ για τους ηθοποιούς να φτιάξει ρόλους δημιουργώντας χαρακτήρες αλλά και να δώσει στο κοινό μια ιδέα για το τι γίνεται με αυτά τα καρτέλ και το μέχρι που έχουν εισχωρήσει και ποιοι συμμετέχουν στη διαφθορά. Τι κόσμος είναι αυτός και σε τι εξελίσσεται κάποιος που θα βρεθεί εκεί μέσα.
Αν έχω κάτι να κριτικάρω στο σενάριο, κατεπέκταση και στους άλλους που τους ‘διέφυγε»(;), σκηνοθέτη και μοντέρ, είναι τα πηδήματα στον χώρο. Όχι στον χρόνο, που συνηθίζεται πολλές φορές ώστε ο θεατής να μην καταλαβαίνει το παρόν από το παρελθόν, αλλά στον χώρο, στα πήγαινε –έλα από Αριζόνα σε Μεξικό και τούμπαλιν, με αποτέλεσμα σε κάποια σημεία να μας αποσυντονίζει. Ευτυχώς αναπληρώνει το κενό η ένταση κι η δράση αλλά κι οι άνθρωποι που όπως τόνισα έχουν πολύ ενδιαφέρον.
Προσπερνώντας το σημείο επιφύλαξης , που μόλις ανέφερα, κι επανερχόμενος στα θετικά που είναι και το σύνολο του έργου, θα δώσω την πίστωση στον σκηνοθέτη ΝΤΕΝΙΣ ΒΙΛΕΝΕΒ, ο οποίος ακολουθεί ένα δρόμο που για τον υπογράφοντα είναι ιδεώδης. Σε κάθε ταινία που κάνει, πιάνεται από ένα θέμα κοινωνικο-πολιτικών διαστάσεων (αναλόγως το θέμα, η πλάστιγγα γέρνει άλλοτε προς το πρώτο συνθετικό κι άλλοτε προς το δεύτερο) (ποιος δεν δονήθηκε στο «Μέσα στις φλόγες»;) και τα εντάσσει σε είδος οπότε σκηνοθετεί το θέμα και το σενάριο που καλύπτει το θέμα με τη λογική του απόλυτου κινηματογράφου στο μυαλό του και με τους κανόνες του είδους. Κι ανάλογα με το μέγεθος του θέματος είναι και το μέγεθος της εκάστοτε ταινίας του.
Με εξαίρετους συνεργάτες καθοδηγεί την ταινία, ξεχωριστή μνεία θα κάνω στον διευθυντή φωτογραφίας ΡΟΤΖΕΡ ΝΤΗΚΙΝΣ, ο οποίος με τους φωτισμούς που επιλέγει ακολουθεί τν κοινωνική διάσταση του περιεχομένου, την ρεαλιστική, το πέτυχε θαυμάσια και στο «SKYFALL» όπου πάνω του ο σκηνοθέτης Σαμ Μέντες στήριξε τη ρεαλιστική διάσταση για ανανέωση του Τζέημς Μποντ, το είχε πετύχει θαυμάσια και στην προηγούμενη συνεργασία του με τον Ντενίς Βιλενέβ στο «Prisoners» και το απολαμβάνουμε κι εδώ.
Στους εξαίρετους συνεργάτες περιλαμβάνονται τόσο ο συνθέτης ΓΙΟΧΑΝ ΓΙΟΧΑΝΣΟΝ, με την υποκρυμμένη μουσική του που υπογραμμίζει τις εντάσεις χωρίς να βγαίνει μπροστά και βέβαια το μοντάζ στη συνεργασία με τους ήχους.
Η άλλη του μεγάλη επιτυχία στην ταινία είναι η πιστωμένη σε αυτόν προώθηση της ΕΜΙΛΥ ΜΠΛΑΝΤ σε δραματική πρωταγωνίστρια αξιώσεων, λιτή, στέρεη, εσωτερική, παρούσα κι όχι άνευρη. Ο ρόλος της θυμίζει αρκετά τον χαρακτήρα που ερμήνευε η Τζέσικα Τσαστέιν στο «Zero Dark Thirty» κι η όμορφη ηθοποιός δηλώνει με το έργο τούτο ότι είναι ικανή και για πιο απαιτητικά πράγματα.
Όμως, σε τούτο έχουν συμβάλει τα μέγιστα οι δύο άνδρες ηθοποιοί που την support- άρουν κι είναι κι αυτό μέρος της επιτυχίας του σκηνοθέτη: Ο ΜΠΕΝΙΤΣΙΟ ΝΤΕΛ ΤΟΡΟ, ηθοποιός εκπληκτικός, με βάρος κι εκτόπισμα κι ο ΤΖΟΣ ΜΠΡΟΛΙΝ, ο οποίος μεγαλώνοντας εντάσσεται στο είδος εκείνο του Αμερικανού ρολίστα που με περισσή λιτότητα κάνει την κινηματογραφική του ερμηνεία. Κι οι δύο ηθοποιοί αποδεικνύονται ιδεώδεις για να στηρίξουν πρωταγωνίστρια με τις ερμηνείες τους τις τόσο κινηματογραφικές, τόσο απέριττες. Ο Ντελ Τόρο έχει και καλύτερο ρόλο. Σημειώνω και κάποιον ακόμα που ξεχώρισα, ο οποίος δεν μου ήταν γνωστός, είναι αυτός που κάνει τον μπάτσο, τον Τεντ, που γνωρίζεται με την Εμιλυ Μπλαντ στο μπαρ και που μέσα από τρεις σκηνές περνά όλων των ειδών τις διαστάσεις στο ρόλο του. Μου κίνησε το ενδιαφέρον φρόντισα στη συνέχεια να μάθω γι αυτόν και πληροφορήθηκε ότι αυτός ο Αμερικάνος ο γεννημένος στην Ουάσινγκτον έχει σπουδάσει υποκριτική στο ΘΕΑΤΡΟ ΤΕΧΝΗΣ ΤΗΣ ΜΟΣΧΑΣ. «Εδώ είμαστε» είπα, και κατάλαβα. Μα πως ξεχωρίζει κάποιος ρε παιδί μου. Ονομάζεται ΤΖΟΝ ΜΠΕΡΝΘΑΛ. Εύχομαι να ακούσουμε σύντομα κάτι νέο γι αυτόν και να τον ξαναδούμε το ταχύτερο δυνατόν.