Και πράγματι, αυτά τα οπτικά εφφέ είναι που προσδίδουν στην ταινία το κάτι τι της πέραν όλων των άλλων στοιχείων που το ρεπερτόριο της «Marvel» και των κόμικς της περιλαμβάνει μονίμως. Από αυτή την άποψη, η «Marvel» ως εταιρία κόμικς- πως αλλιώς να την χαρακτηρίσω;- παίζει το παιχνίδι της τίμια, είναι εντάξει με τους πελάτες της, δεν πουλάει κάτι άλλο από αυτό που διαλαλεί κι αυτό που πουλάει είναι συστημένο ξεκάθαρα. Οπότε, δεν έχει να πει κανείς ότι πήγε και δεν είδε αυτό που γύρευε…
Στον «Ant-Man», τον «Μυρμηγκάνθρωπο» δηλαδή, τα βλέπουμε όλα όσα ξέραμε κι όσα περιμέναμε και τα βλέπουμε και με τη δόση του χιούμορ που, επίσης, μας έχει συνηθίσει η εταιρεία.
Οι σεναριογράφοι έχουν γράψει την ιστορία σε ύφος κωμικής περιπέτειας, έχουν ισοζυγίσει τις σκηνές της δράσης αλλά κι έχουν κανονίσει με ζυγαριά ακριβείας την διασπάθιση των αστείων στη διάρκεια της εκτύλιξης με αποκορύφωμα το κοστούμι που μεταμορφώνει τον ήρωα και τον σμικραίνει σε μέγεθος μυρμηγκιού.
Ω, ναι, έχουμε δει το «Αγάπη μου συρρίκνωσα τα παιδιά» οπότε, από αυτή την άποψη δεν βλέπουμε κάτι εντελώς πρωτότυπο. Για να μην πω και για εκείνο ότι είχαν προηγηθεί «Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ» και πάμε πολύ μακριά….Ωστόσο εδώ η συρρίκνωση χρησιμοποιείται αλλιώς, για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες ενός χιουμοριστικού blockbuster.Με ήρωα τον διαρρήκτη Σκοτ Λανγκ, ήρωα της «Marvel», που πήρε άλλο δρόμο από εκείνον που περίμεναν, έχει κάνει την οικογενειακή ζωή μαντάρα, έχει όμως κρατήσει και μια σχέση με τον μέντορα του, καθηγητή Χανκ Πυμ και για να βοηθήσει αυτόν σε μια απειλή που δέχεται κι η οποία αυτή απειλή μπορεί να αφορά σε όλη την Ανθρωπότητα, αναλαμβάνει δράση. Για να τον βοηθήσει στο τέλος κι ο ίδιος ο προσωπικός ανταγωνιστής του, ο δεύτερος άντρας της γυναίκας του, που είναι και κάτι σαν..μπάτσος.
Η υπόθεση, όμως, είναι η αφορμή για να αναδειχτούν τα οπτικά εφφέ , που, όπως ανέφερα και παραπάνω, είναι το εύρημα της ταινίας, η συρρίκνωση δηλαδή των ανθρώπων σε μυρμήγκια κι ο τρόπος γραφής είναι τέτοιος, ανάλαφρων τόνων και διαθέσεων , ώστε να μας προετοιμάζει για κωμικό εφφέ που, όμως, θα καθοδηγήσει και τη δράση.
Μέσα από αυτά τα εφφέ αναδεικνύεται ο ΠΟΛ ΡΑΝΤ, που έχει συμπαθές παρουσιαστικό αλλά είναι και χαμηλών νεύρων ηθοποιός ώστε να χρησιμοποιηθεί δυναμικά σε δράμα. Είναι, όμως, λανθάνων κωμικός κι εδώ το παιχνίδι αυτό το κερδίζει με επιτυχία. Κυρίως επειδή τις αστείες σκηνές τις παίζει πολύ σοβαρά κι αυτό βοηθά στο αποτέλεσμα. Του ακτινοβολεί βαρύτητα ο ΜΑΙΚΛ ΝΤΑΓΚΛΑΣ που εμφανίζεται στο ρόλο του καθηγητή, σε ένα ρόλο εννοείται άνευ ερμηνευτικών απαιτήσεων αλλά που ζητά μια παρουσία ώστε τα επερχόμενα να συνοδεύονται από ανάλογο βάρος.
Το φιλμ είναι φτιαγμένο με κέφι, είναι για να περάσει το δίωρο αλλά δεν έχει και τίποτε άλλο να δώσει. Αυτό, όμως, που υπόσχεται κι αυτό που προσφέρει δεν είναι λίγο προπάντων για την Β’ Προβολή.
Να, όμως, που ,καθώς το βλέπεις, κατανοείς γιατί στον απολογισμό του έτους το «MadMax-Oδρόμος της οργής» του Τζορτζ Μίλερ μαζεύει βραβεία από κριτικούς και λοιπές ενώσεις και στοχεύει πλέον και στο Οσκαρ. Ω, ναι, διότι τελικώς blockbusterμε blockbuster διαφέρει, το “Blockbuster» είναι ΕΙΔΟΣ, κι όπως όλα τα είδη έχει κι αυτό τις διαβαθμίσεις του, τα διασκεδαστικά προιόντα του αλλά και τις καλλιτεχνικές υπογραφές του που ορίζουν προσωπικότητα στο είδος.
Το «Ant-Man» έχει τα εφφέ του, δεν έχει τον Τζορτζ Μίλερ του ούτε τον Τζέιμς Κάμερον του ούτε…ούτε…ούτε, όμως τα εφφέ του συνοδεύονται από μια σεναριακή αναζήτηση στη διασκέδαση. Αυτό είναι το διαπιστευτήριο του.
Σκηνοθέτης είναι ο ΠΕΥΤΟΝ ΡΙΝΤ, που έχει προιστορία ως σκηνοθέτης κωμωδιών, όχι όμως και τίποτε σύγχρονων κλασικών. Προφανώς έφταιγαν και τα σενάρια. Εδώ φαίνεται ότι εργάζεται περισσότερο ως σκηνοθέτης κωμωδιών κι αυτό επιχειρεί να περάσει μέσα από το είδος «Blockbuster».
Αλλά … ας μην επαναλαμβανόμαστε