Από το «BATMAN vs SUPERMAN», αν κάτι λείπει είναι η πλάκα. ΚΙ είναι ένας από τους βασικούς λόγους που η ταινία δεν μου άρεσε. Μόνο όταν εμφανίστηκε η «Wonder Woman» ακούστηκαν γέλια στην αίθουσα, έτσι όπως την εμφάνισε σαν κάτι ανάμεσα σε «Ζίνα, η βασίλισσα της ζούγκλας» και «Η Ρουσλάνα στην Eurovision» αλλά δεν ξεκαθαρίστηκε αν το γέλιο ήταν ανταπόκριση σε κάτι κωμικό ή απλώς χλευασμός.
Βεβαίως και τα μηνύματα των εισπράξεων ,όπως έρχονται από το εξωτερικό, είναι εντυπωσιακά αλλά μην ξεχνάμε ότι έχουμε ένα πολυδιαφημισμένο προιόν με δύο δημοφιλέστατους ήρωες των «κόμικς» να κάνουν παιχνίδι, τουλάχιστον στον τίτλο.
Δεν βρήκα τίποτε που να συνταράσσει ένα fan του ενός εκ των δύο ηρώων, ή έστω ένα παιχνίδι του τύπου «με ποιόν από τους δύο είσαστε;»
Αντίθετα, αυτό που είδα ήταν η μεταφύτευση του «Batman» και του «Superman» στον «κόσμο» του ΖΑΚ ΣΝΑΥΝΤΕΡ, του σκηνοθέτη των «300» που το ανέλαβε ή και που μπορεί να το «έσπρωξε» στο βαθμό που ο λόγος του μετρούσε.
Από αυτή την αποψη, από το γεγονός δηλαδή, πως ο Ζακ Σνάυντερ, βάζει τη δική του υπογραφή και δεν κάνει πράξη μίμησης του ύφους των άλλων σκηνοθετών ή ενός επαναλαμβανόμενου concept, είναι κάτι που θεωρητικώς τον ανεβάζει, για να μην πω τον τιμά.
Οπότε, από αυτή την άποψη δεν θα είχα να επικρίνω κάτι, μια και δεχόμαστε την προσωπική υπογραφή ή την προσωπικότητα των σκηνοθετών, όταν ανακατεύονται στα έργα. Εδώ πρέπει να είμαστε τίμιοι και ξεκαθαρισμένοι εμείς οι ίδιοι που δεν παράγουμε έργα δικά μας αλλά κρίνουμε τα έργα των άλλων. Δεν γίνεται να αναγνωρίζεις «προσωπικότητα ύφους» a la carte. Η το δέχεσαι ή δεν το δέχεσαι. Αν το δέχεσαι, οφείλεις να το δέχεσαι για όλους.
Προσωπικώς, το δέχομαι αλλά το αποτέλεσμα δεν μου αρέσει καθόλου μα καθόλου.
Ενας ύφος σκοτεινό, όπως είναι το ύφος των «κόμικς» που σκηνοθετεί ο Σνάυντερ αναλαμβάνει να ντύσει, να πλαισιώσει, να περι-τυλίξει τον Μπάτμαν με τον Σούπερμαν στη συνεύρεση τους. Ενα ύφος σκοτεινό, σαν να πρόκειται για ταινία μελλοντολογικης καταστροφής που καθώς προχωρεί η ταινία, με βγάζει από το κλίμα των δύο υπερηρώων που είχα έρθει να παρακολουθήσω, και τους βλέπω σε μια μαυρίλα από την οποία δεν ξεχωρίζω ούτε σκηνικά με κάτι το ιδιαίτερο πέρα από κάτι σιδεριές που σηματοδοτούν την καταστροφή, δεν υπάρχει στο χρώμα κάτι που να σπάει αυτή τη μαυρίλα, να με παραπέμπει σε κάτι πιο διασκεδαστικό, ακόμα κι η στολή του Σούπερμαν δεν φωτίζεται από τα χρώματα της- έχουν κι αυτά υποκύψει στο ενιαίο ύφος.
Επίσης σεναριακά, δεν κατάλαβα τελικά ποιο ήταν το ουσιαστικό ζητούμενο ανάμεσα στη σχέση των δύο ηρώων, ούτε είδαμε να αναπτύσσονται με έξυπνα στοιχεία η αντιπαλότητα κι οι λόγοι της.
Ούτε στα εφφέ είδα κάτι από τους δύο ήρωες που δεν είχα ξαναδεί κι αυτή τη φορά το έβλεπα το εφφέ σε πιο…. αναιμική εκδοχή. Και στο τέλος, όταν βγήκε η «Ρουσλάνα» και μετά το τέρας που ερχόταν από αλλου…, ε, όλα αυτά ήταν η ταινία Ζακ Σνάυντερ, το ύφος Ζακ Σνάυντερ με το οποίο αποφάσισαν προφανώς να «αντεπιτεθούν» στην Marvel, που έχει επιβάλει δική της κατάσταση στο είδος «blockbuster» και «διακονεί», που θα έλεγε κι ο Κώστας Γεωργουσόπουλος, τη συνεύρεση και συνάθροιση των δικών της υπερηρώων σε έργα που τους θέλουν όλους μαζί. Ως εμπορική απάντηση στην Marvel, σε πρώτη δόση, με βάση τις εισπράξεις πρώτου τριημέρου, δείχνει να το πήγε καλά.
Επίσης, δεν μου άρεσε καθόλου ο ΜΠΕΝ ΑΦΛΕΚ ως Μπάτμαν. Και το σώμα του έχει βαρύνει, μα και τη μάσκα όταν βγάζει δεν είναι η «μούρη» που περιμένεις να δεις χώρια ότι κι αυτός δεν τον παίζει με κανένα χιούμορ, ούτε και λανθάνον, παρά τον παίζει πολύ σοβαρά λες κι είναι δραματικός ήρωας. Στα «σοβαρά» παίζει κι η ΕΙΜΥ ΑΝΤΑΜΣ την Λόις. Θα τολμούσα να πω τα ανάλογα και για την ΧΟΛΥ ΧΑΝΤΕΡ που παίζει την γερουσιαστή έτσι όπως έπαιζε περίπου η Τζόαν Αλεν την «Αντιπρόεδρο» ή η ΝΤΑΙΑΝ ΛΕΙΝ που την κάνει πολύ, μα πολύ δραματική, την μάνα. Ιχνος χιούμορ ούτε από τον ΤΖΕΡΕΜΥ ΑΙΡΟΝΣ ούτε από τον ΛΟΡΕΝΣ ΦΙΣΜΠΕΡΝ. Δεν λέω να παίξουν «κωμικά», λέω να έβαζαν ένα τόνο ελαφράδας στο παίξιμο τους, ότι εδώ παίζουμε «Μπάτμαν εναντίον Σούπερμαν» κι όχι το «Νέα Υόρκη 2022 μΧ» (The soy lent green) Δεν φταίνε οι ηθοποιοί, όπου ήδη τα ονόματα που αναφέρω δηλώνουν κύρος μα φταίει εκεί που τους οδηγεί το όλο σκηνικό. Σε ένα φινάλε που δεν θα το αποκαλύψω επειδή δε μου αρέσει να αποκαλύπτω παρόλο ότι ήδη ξεκίνησε η αποκαθήλωση κι ένας από τους λόγους ήταν και το «εμπάργκο» οπότε πολλοί βγάζουν έτσι το άχτι τους.
Τον Μπεν Αφλεκ τον εξαιρώ όμως από την απουσία ίχνους χιούμορ στο παίξιμο του, εδώ έχει κι ο ίδιος ευθύνη αλλά δεν είναι κι ηθοποιός κλίμακας. Ως ηθοποιός δεν έχει διακριθεί πουθενά εδώ που τα λέμε- για την ώρα. Οι όποιες διακρίσεις του είναι από άλλους τομείς, πάντως όχι από την ηθοποιία.
Για τον ΧΕΝΡΥ ΚΑΒΙΛ επίσης δεν έχω να πω, αφού είναι εξασθενημένος ο Σούπερμαν, είναι εξασθενημένος κι ο ίδιος.
Η αίσθηση μου είναι ότι είδαμε ένα νέο προιόν, νέο ύφος πάνω σε αυτούς τους δύο υπερήρωες και περιμένω να δω αν θα επικρατήσει, πόσο θα αντέξει κι αν θα αποφασίσουν κάποια στιγμή να το ξανα- αλλάξουν. Μέχρι τότε, την υγειά μας να έχουμε