Μιλάμε για ΤΑΙΝΙΕΣ και για ΣΙΝΕΜΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ (της ΠΑΓΚΟΣΜΟΤΗΤΑΣ δηλαδή) κι όχι για τους auteurs του Κόσμου που είναι δουλειά των Φεστιβάλ..
Αν αγαπώ ιδιαίτερα στα ΟΣΚΑΡ την κατηγορία της ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗΣ ταινίας είναι ακριβώς γι αυτό το λόγο. Διότι μέσα εκεί ανακάλυψα κι ανακαλύπτω ταινίες από απίθανα μέρη που λογικά δεν θα τις έβλεπα ποτέ. Και για πολλές από αυτές θα ήταν αμάρτημα αν συνέβαινε κάτι τέτοιο.
Τέτοια περίπτωση είναι το «THEEB», που έρχεται από την ΙΟΡΔΑΝΙΑ, της οποίας έχω δει κάποιες ταινίες, στα 21 χρόνια που πηγαινοερχόμουν στην Αμερική για τα ΟΣΚΑΡ και περνούσα εκεί μεγάλα διαστήματα παρακολουθώντας τις προβολές των ξενόγλωσσων υποβολών που γίνονταν στην Ακαδημία κι όσα είχα δει ήταν κυρίως ανθρώπινες ιστορίες, κοινωνικού προσανατολισμού, τέτοια..
Το «Theeb» του ΝΑΤΖΙ ΑΜΠΟΥ ΝΟΟΥΑΡ δεν είναι κάτι τέτοιο, είναι κάτι πιο μεγαλεπήβολο. Είναι, όμως, κι ένα δείγμα για το πώς αντιλαμβάνεται η αραβική, και πιο συγκεκριμένα η ιορδανική, κινηματογραφία την έννοια του έπους με τελείως διαφορετικό τρόπο από αυτόν που το αντιλαμβανόμαστε εμείς.
Καταρχάς, και το συζήτησα με κάποιους από τους 365 της επιτροπής επιλογής των ξενόγλωσσων ταινιών, δεν είναι για αυτούς ΕΠΟΣ. Είναι μάλλον ένα δικό μας λάθος, επειδή ξαφνικά είδαμε έρημο και θελήσαμε να την ταυτοποιήσουμε με τα έπη της ερήμου, με τον «Λώρενς της Αραβίας» και με τους μεγάλους δρόμους που το μνημειώδες φιλμ του ΝΤΕΗΒΙΝΤ ΛΗΝ άνοιξε στον κινηματογραφικό ορίζοντα της Δύσης.
Εδώ έχουμε μια ιστορία που διαδραματίζεται στα ίδια χρόνια με τον «Λώρενς», και φυσικά στην ίδια ιστορική περίοδο και οπωσδήποτε στα ίδια περίπου μέρη. Δηλαδή στην έρημο της Ιορδανίας. Κι έχουμε κι έναν Εγγλέζο που γίνεται η αφορμή της ιστορίας, όταν ζητά από τους ήρωες μας που είναι μικροί Βεδουίνοι, παιδιά του αρχηγού που πρόσφατα απεβίωσε, να τον οδηγήσουν, μέσα από ασφαλή περάσματα, στο να βρει τους δικούς του.
Κι έτσι αρχίζει και ξετυλίγεται η κουλτούρα του Βεδουίνου, ο πολιτισμός, οι σκέψεις, οι αντιλήψεις, η διαφορετικότητα κι όλα αυτά φαίνονται ΕΤΣΙ σε εμάς που είμαστε ξένοι κι επειδή είμαστε ξένοι. Ελα όμως που παρακίνησαν και τους ίδιους τους Ιορδανούς να τα κάνουν, θες από εσωτερική παρόρμηση, θες από τι ακριβώς; Αν επιχειρήσω να τους πλησιάσω, κι όχι φυσικά να τους ερμηνεύσω εγώ ένας ξένος, θα έλεγα ότι αυτό που κινεί την ταινία είναι οι σχέσεις των δύο νεαρών αδελφών Βεδουίνων , οι διαφορετικές τους θέσεις στη ζωή, ακόμα κι αν ανατράφηκαν από τον ίδιο πατέρα που ήταν κι αρχηγός της φυλής. Και μέσα σε αυτή τη νοοτροπία, γεννιέται κι αναπτύσσεται η ιστορία όπου η έρημος είναι το φυσικό σκηνικό για μια σχέση Βεδουίνων, είναι η προέκταση τους η ψυχική κι η βαθιά εσωτερική, είναι που τη γνωρίζουν ως περιπλανώμενοι σε αυτήν κι ας μην έχει σηματοδότες και δρόμους και λεωφόρους και ταμπέλες με ενδείξεις για αυτές. Την ξέρουν την έρημο απέξω κι ανακατωτά. Είναι ακριβώς η αφορμή του Εγγλέζου που έχει χαθεί και που καταφεύγει σε αυτούς. Μόνο που η ιστορία είναι άλλη.
Όχι, δεν είναι ένας «Λώρες της Αραβίας» από μεριάς Ιορδανών, όχι δεν είναι ένα πολεμικό φιλμ κι ας διαδραματίζεται στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μα είναι ένα «βεδουίνικο» δράμα, πάνω σε ΑΡΧΕΣ. Δικές τους. Οι οποίες προβάλλονται σταδιακά μέσα από την εξέλιξη της υπόθεσης και κυρίως μέσα από την εξέλιξη του κεντρικού ήρωα, που έχει και τα αδύναμα του σημεία κι αυτό είναι που του δίνει ενδιαφέρον, του Theeb του τίτλου, του νεαρού κι «άστατου» βεδουινάκου.
Κινηματογραφικά όλο αυτό πως υποστηρίζεται: Κυρίως από τη ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ. Φωτισμούς και κάδρα και κίνηση της κάμερας. Ούτε οι φωτισμοί έχουν εκείνα τα δειλινά του «Λώρενς», ούτε την άμμο που αισθανόσουν στη φωτογραφία του ΦΡΕΝΤΥ ΓΙΑΝΓΚ από το ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑ του Ντέηβιντ Λην,να μπαίνει στο στόμα σου. Όχι! Διότι εδώ δεν έχουμε για ήρωα ένα ξένο που γοητεύεται από την έρημο και πρέπει να φωτιστούν και να προβληθούν τα σημεία γοητείας της. Μα έχουμε, αντιθέτως, ανθρώπους εξοικειωμένους με την έρημο, γεννημένους στην έρημο, που κάνουν καθημερινώς τη διαδρομή της. Ο διευθυντής φωτογραφίας, για λογαριασμό του σκηνοθέτη, έχει αποτυπώσει το φως των Βεδουίνων.
Όταν την είδα, παραδέχομαι ότι ως θεατή δεν με ταρακούνησε. Αυτό που ταρακούνησε, όμως, στη συνέχεια ήταν την κατανόηση μου. Αυτό το κομμάτι μου είναι που κέρδισε, όταν άρχισα να προσεγγίζω τις δικές τους κινηματογραφικές αντιλήψεις πάνω σε ένα θέμα τόσο ως περιεχόμενο όσο κι ως περιέχον.