Καλώς καμωμένο και το δεύτερο μια κι οι αλλαγές είναι αναπόφευκτες αλλά για μας σημαντικό και το άλλο.
Κι αν δεν μείνει το άλλο έτσι όπως το έχουμε γνωρίσει, όπως το έχουμε κάνει διεθνή μας ταυτότητα, κάτι δεν θα λειτουργεί σωστά.
Στο μυαλό μου κάθε τέτοια εποχή έρχονται τα θερινά σινεμά, όπως τα γνώρισα. Με όλο κείνο που σηματοδοτούσαν. Το ότι θα βλέπαμε τα έργα που είχαμε χάσει το χειμώνα και θα ξαναβλέπαμε εκείνα που μας άρεσαν και δεν τα χορταίναμε. Εκεί γύρω στην εορτή Κωνσταντίνου και Ελένης, που έσκαγαν μύτη τα πρώτα. Κι εκείνο το μοναδικό στο πρόγραμμα να αλλάζουν ταινία τρεις φορές την εβδομάδα: Δευτέρα-Τετάρτη-Παρασκευή.
ΑΥΤΟ ΗΤΑΝ!
Δεν υπήρχε καλύτερη ψυχαγωγία για μένα από το να παίρνω σβάρνα τα σινεμά του Πειραιά κάθε απόγευμα για να πηγαίνω να δω τις φωτογραφίες και τι έργα θα έφερναν τη Δευτέρα, τη Τετάρτη , την Παρασκευή.
ΚΙ αν παιζόταν Δευτέρα κάποιο που μου είχε αρέσει ένιωθα ένα σφίξιμο διότι νόμιζα στην ηλικία εκείνη την παιδική πως μου το αδίκησαν, το ίδιο περίπου ένιωθα για το έργο της «Τετάρτης», λίγο καλύτερα με αυτό, ενώ θεωρούσα τιμή να μου το παίζουν Παρασκευή. Γιατί όλο αυτό; Διότι στο μυαλό του παιδιού τα πράγματα σχηματοποιούνται. Προφανώς. Κι είχα σχηματοποιήσει την κάθε εβδομάδα ως μία «ντάνα» που κάτω-κάτω έβαζαν το έργο της Δευτέρας, μετά του έριχναν από πάνω το έργο της «Τετάρτης» ενώ η «Παρασκευή» με το Σάββατο και την Κυριακή παρέα της, παρίστανε τη Μεγάλη Κυρία.
Κι εκείνη η απειλή της βροχής. Κάθε καλοκαίρι, κάθε εβδομάδα, σε κάθε καινούργιο έργο που άλλαζε.
Κι ο κόσμος να πηγαίνει. Μια φορά αγανακτισμένος, επειδή τα έβαλε η βροχή μαζί μου σε ένα γουέστερν με τη ΡΑΚΕΛ ΓΟΥΕΛΣ που είχα πάει να δω στο θερινό Γκρέκα» του Νέου Φαλήρου, το «Η ατίθαση» (αρχικά το έλεγαν «Η γυναίκα με τα εξάσφαρα»), ένα ψιλο-b’ movieεκδίκησης ,έμεινα στο σινιμά με τη βροχή, έπεσε κεραυνός στη συνέχεια ,το ρεύμα διεκόπη και καθόμουν ο 14χρονος αθεόφοβος υπό τη βροχή να περιμένω να το επανασυνδέσουν για να δω τη συνέχεια. Μόνο όταν βγήκα πήρα χαμπάρι τι γινόταν, οι δρόμοι ποτάμια, εγώ μούσκεμα από το θερινό και στο σπίτι να με απειλεί η μητέρα «έτσι και πάθεις καημένε μου καμιά πνευμονία, ΜΑΥΡΑ ΜΑΤΙΑ ΘΑ ΚΑΝΟΥΝ ΤΑ ΣΙΝΕΜΑ ΝΑ ΣΕ ΞΑΝΑΔΟΥΝ»
Για να καταλάβετε τι γινόταν στα θερινά της βροχής, θα σας πω ένα περιστατικό –ντοκουμέντο: Στον κινηματογράφο «Καστέλλα» έπαιζε το «ΡΟΖ ΠΑΝΘΗΡΑ». Και την άλλη μέρα θα φεύγαμε διακοπές-που να ήταν μαύρη η ώρα (αναθεμάτιζα τις διακοπές από μέσα μου) και πιάνει βροχή, γαμώ την γκίνια μου. Εγώ πάω όμως στο σινεμά. Η βροχή έχει σταματήσει. Αλλά κάτι διαφαίνεται ως επερχόμενη κρίση. Καλοκαίρι 1972. Κι ο κυρ_Ηλίας, ο δικός μου Φιλίπ Νουαρέ του δικού μου «Σινεμά ο Παράδεισος» δεν θέλει να παίξει. «Γιατί κυρ-Ηλία μου»» τον ρωτώ. «Γιατι να ανοίξω; Για να κόψω 150 εισιτήρια στην προβολή των 8.00 (8 ήταν τότε, η θερινή ώρα ήρθε το 1975) κι άλλα τόσα στη βραδυνή;».
ΤΟ ΠΡΟΣΕΞΑΤΕ; Για «150 εισιτήρια» στην απογευματινή κι άλλα τόσα , λίγο λιγότερα στη βραδυνή ο κυρ_Ηλίας θεωρούσε τσάμπα κόπο και κρίμα τα έξοδα. «Μου κάνει εντύπωση» έλεγε αγχωμένος «που άλλες φορές ερχόντουσαν κι ας έριχνε καρέκλες. Δεν μας βλέπω καλά».
Και δεν άνοιξε. Σήμερα, τα 150 περιφρονημένα εισιτήρια του κυρ-Ηλία θα οδηγούσαν σε σαμπάνιες.Σκεφτείτε τι εισιτήρια έκαναν ώστε τα 150 να θεωρούνται ως "δεν αξίζει τον κόπο"
Το «Ροζ πάνθγρα» τον είδα το επόμενο καλοκαίρι, στο ίδιο σινεμά, που το ξανάφερε.
Διότι θερινό είπαμε σημαίνει τρεις φορές αλλαγή προγράμματος, σημαίνει πολλές επαναλήψεις
Σημαίνει το ότι οι καλύτερες παιδικές διακοπές ήταν με την γιαγιά μου και τον παππού μου, που έμεναν στον Κορυδαλλό κι υπήρχαν γύρω από το σπίτι τους 13 καταμετρημένα θερινά. Μερικά εξ αυτών, που έπαιζαν ελληνικά, άλλαζαν πρόγραμμα και τέσσερις φορές την εβδομάδα, έβγαζαν μόνο για την Παρασκευή ένα παλιό και «φτηνό» με μειωμένη τιμή εισιτηρίου Και το σαββατοκύριακο έριχναν ένα «φινέικο» που το βλέπαμε για χιλιοστή φορά.
Το τι συντάξεις έχουμε φάει του παππού Παναγιώτη και της γιαγιάς Γεωργίας εγώ κι η αδελφή μου στα θερινά τα σινεμά,ποιός Βενιζέλος, ποιός Σαμαράς, ποιός Τσίπρας, ποιοι Ευρωπαίοι τοκογλύφοι;
ΑΥΤΕΣ ΗΤΑΝ ΔΙΑΚΟΠΕΣ
Κι όταν μεγάλωσα και πέρασα στην εφηβεία και δεν με κράταγε ο τόπος κι από τον Πειραιά έτρεχα στην Αθήνα και «συντόνιζα» τις αίθουσες ποιο θα δω στις 9 (νέα θερινή ώρα) και ποιο στις 11 κι έπρεπε να τα συντονίζω ώστε να προλαβαίνω και το λεωφορείο… ποιες διακοπές; Εφευγαν οι φίλοι μου κι εγώ δεν τους ακολουθούσα. Εμενα στην Αθηνα για να βγαίνω από το ένα και να μπαίνω στο άλλο.
Όταν με φώναξαν από τον Δημο Ηρακλείου και μου ζήτησαν τιμητικά να γίνει ο PANTIMO.GR χορηγός επικοινωνίας για όλο το καλοκαίρι, αυτό που είπα στους ανθρώπους της Δημοτικής Αρχής ήταν βγαλμένο από το παραπάνω: ΕΠΙΤΥΧΙΑ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΚΑΤΑΦΕΡΕΙ Ο ΘΕΡΙΝΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΣ ΤΩΝ ΔΙΑΚΟΠΩΝ». Και τους τόνισα «ΕΚ ΠΕΙΡΑΣ ΣΑΣ ΤΟ ΛΕΩ»
Γι αυτό και θα επιμένω ότι το καλοκαίρι ναι μεν η ανάγκη της Α Προβολής και στα θερινά που το είχα αντιληφθεί από το επαγγελματικό μου ξεκίνημα κι όταν δεκαετία 80 έγραφα στον «Ταχυδρόμο» περί του αναπόφευκτου να συμβεί, έπεφταν πάνω μου πως εισάγω καινά δαιμόνια. Και συνέβη.
Αυτό που δεν συνέβη όμως είναι η δημιουργία αναμνήσεων
ΚΙ αυτές οι αναμνήσεις είναι που κάνουν την ύπαρξη του θερινού και δη του συνοικιακού απαραίτητη και τμήμα μιάς κουλτούρας. Χωρίς αναμνήσεις δεν δημιουργούνται προυπόθεσεις για συνέχεια. Δεν δημιουργείται ΒΙΩΜΑ. Και το βίωμα δεν μπορεί να στο αντικαταστήσει ούτε το imdb με τις «βαθμολογίες» ούτε το «Rottentomatoes».
Toσυνοικιακό θερινό είναι κομμάτι βιωμάτων
Για αυτό κι ανταποκρίθηκα στην πρόσκληση να γίνει το site χορηγός επικοινωνίας, μέρος αναγραφής του προγράμματος θερινού συνοικιακού κινηματογράφου που θα αλλάζει τρεις φορές, του CINEΝΟΣΤΑΛΓΙΑ στο Δήμο Νέου Ηρακλείου.
ΚΙ εύχομαι να μη συμβεί το καλοκαίρι, ό, τι συνέβη με το χειμώνα όπου καταργήθηκε η Β’ Προβολή κι έγιναν όλα Α’
Κι έτσι χάθηκε ο συνοικιακός κινηματογράφος
Στη θερινή, όμως, περίοδο, ο συνοικιακός κινηματογράφος είναι απαραίτητος. Είναι αυτός που συνεχίζει την παράδοση κρατώντας μια σκυτάλη που δεν την παραδίνει σε κανέναν άλλο παρά μόνο στο χρόνο.