Καταρχάς να πούμε ότι πρόκειται για σπάνια περίπτωση στην ελληνική κινηματογραφική αγορά των χρόνων εκείνων- των δεκαετιών ΕΚΕΙΝΩΝ- όπου μια ξένη ταινία προβλήθηκε με τον πρωτότυπο ξένο τίτλο της, που απλώς «μετεγράφη» με ελληνικούς χαρακτήρες. Οι ταινίες αυτές ήταν μόνο το «ΜΑΡΣΕΛΙΝΟ ΠΑΝ Υ ΒΙΝΟ» , όπως ακριβώς γραφόταν στα χαρτονάκι και το «ΓΟΥΕΣΤ ΣΑΙΝΤ ΣΤΟΡΥ», όπως ακριβώς το διαβάζετε. Ηταν οι μόνες ίσως ταινίες που δεν «βαφτίστηκαν» από Ελληνα «νονό»… Ακόμα κι η «Ντόλτσε Βίτα» είχε κυκλοφορήσει ως «Γλυκιά ζωή», απλώς έγινε σλογκανάκι ο ιταλικός τίτλος κι επικράτησε να το λέμε στα ιταλικά και από την β’ προβολή κι ύστερα, το έγραφαν στις μαρκίζες με τον ιταλικό τίτλο αλλά με ελληνικά στοιχεία. Οπότε το «Θαύμα του Μαρσελίνο» όπως τιτλοφορείται τώρα, δεν αφορά στην εποχή που κυκλοφόρησε.
Ο «Μαρσελίνο» ήρθε σαν μια μεγάλη επιτυχία του ισπανικού κινηματογράφου, μια εμπορική επιτυχία παγκόσμια , η δεύτερη ανάλογη μετά το ιταλικό φιλμ του ΡΑΦΑΕΛΕ ΜΑΤΑΡΑΤΣΟ , τέσσερα χρόνια πριν, «ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ» (I figli di nessuno) με τον ΑΜΕΝΤΕΟ ΝΑΤΣΑΡΙ και την ΥΒΟΝ ΣΑΝΣΟΝ, που έκαναν στην Ελλάδα επιτυχία ανάλογη με τις ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ταινίες στα συνοικιακά σινεμά. «Τα παιδιά της αμαρτίας» ήταν μελό, ένα περίτεχνο, άρτιο, καλλιτεχνικότατο μελό με έντονο το κοινωνικό στοιχείο, είναι αυτό που βλέπουν οι Ιταλοί και κλαίνε κι επαναλαμβάνουν τις ατάκες που τις έχουν μάθει απέξω ,στο «Σινεμά ο Παράδεισος» και καλά θα κάνει κάποιος διανομέας να το αναζητήσει και να μας το ξαναφέρει σε κάποιο θερινό κι ας είναι κι από dvd….
Ο «Μαρσελίνο Παν Υ βινο» (Μαρσελίνο, ψωμί και κρασί) ήταν ανάλογη επιτυχία, το βάφτισαν μελό αλλά μελό δεν είναι. Υπάρχει μια σύγχυση γύρω από την έννοια που ξεκινά από τους κριτικούς, αλλά μην πάμε μακριά- κάποιοι έχουν χαρακτηρίσει ως μελό το «ΚΡΑΜΕΡ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΚΡΑΜΕΡ», και το έχουν περάσει ως μήνυμα και σε αναγνώστες-θεατές, ποτίζοντας τους ημιμάθεια, διότι εκείνοι που έβαλαν τον χαρακτηρισμό νόμιζαν πως μελό είναι το δράμα με τις δραματικές κορυφώσεις.
Ο «Μαρσελίνο» δεν είναι μελό, είναι ταινία αγαθών συναισθημάτων, καλοσύνης κι αγάπης και το σημαντικότερο είναι πως το κωμικό στοιχείο υπερτερεί του δραματικού στην ταινία. Κάτι σαν «Φόρεστ Γκαμπ» ας πούμε, για να γίνω πιο κατανοητός και συνεννοήσιμος.
Είναι η ιστορία ενός πιτσιρίκου, που όταν ήταν λεχούδι τον άφησαν έκθετο στην είσοδο ενός ανδρικού μοναστηριού, τον ανέλαβαν οι Αδελφοί, τον μεγάλωσαν , τον αγάπησαν, τον φρόντισαν, δεν τον έδωσαν για υιοθεσία κι ο πιτσιρικάς αυτός, ο πανέξυπνος Μαρσελινο, αφού τους έκανε διάφορες λαχτάρες κι αναστάτωσε την γύρω απ΄το μοναστήρι περιοχή, με την περιέργεια του, τη ζωντάνια του, τη γνήσια παιδικότητα του, ανέβηκε κάποτε τα απαγορευμένα σκαλιά που οδηγούσαν σε μια σοφίτα κι εκεί μέσα, προκάλεσε ένα θαύμα.
Όλα αυτά σε ένα εκπληκτικό μαυρόασπρο, όχι από επιλογή, φυσικά, όπως γίνεται σήμερα αλλά από κυρίαρχη οικονομική ανάγκη, που όμως έδινε στον κινηματογράφo ξέχωρη ατμόσφαιρα όσο κι αν το μάτι ήθελε κάτι πιο παρδαλό, algoencolores, κάτι με χρώματα.
Η σκηνοθεσία της ταινίας είναι ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ. Είναι σκηνοθεσία που ζωντανεύει σενάριο και περνάει τόσο αβίαστα από τη μία κατάσταση στην άλλη , σαν να είναι ένα πράγμα ενιαίο: Η συγκίνηση είναι διακριτική, οι κωμικές σκηνές εξαιρετικές, οι ηθοποιοί δασκαλεμένοι για αποχρώσεις και μέσα σε όλα αυτά υπάρχει και ποίηση- η σκηνή με το ψωμί, το κρασί και τον Εσταυρωμένο, που είναι και σκηνή κεφαλαιώδους σημασίας για το είδος και το ύφος του φιλμ, είναι εξαιρετικά δοσμένη.
Αυτή λοιπόν την εξαιρετική σκηνοθεσία την έχει κάνει ένας εκ των δύο σκηνοθετών που υπέγραψαν τον ισπανικό κινηματογράφο κάποιων δεκαετιών, ο ΛΑΝΤΙΣΛΑΟΥ ΒΑΙΝΤΑ- ο άλλος είναι ο ΧΟΥΑΝ ΑΝΤΟΝΙΟ ΜΠΑΡΔΕΜ, θείος του αγαπημένου μας ΧΑΒΙΕ, ο οποίος είχε κάνει ταινία και με τη Μελίνα, τα «Μηχανικά πιάνα» (με τον Χάρντυ Κρούγκερ και τον Τζέημς Μέσον) . Ο Λαντισλάου Βάιντα εκπροσώπησε το ισπανικό σινεμά, χωρίς να είναι Ισπανός αλλά Ούγγρος. Τώρα πως και γιατί βρέθηκε στην Ισπανία του Φράνκο από την Ουγγαρία του Ναύαρχου Χόρτυ , τρέχα γύρευε. Το θέμα είναι πως υπηρέτησε το σινεμά των ειδών με προσωπική υπογραφή κι ο «Μαρσελίνο» είναι ένα από τα «θαύματα» του.
Και το «θαύμα» οφείλεται στην επιλογή του πιτσιρικά. Όπως μου έλεγε κι ο Γιάννης Δαλιανίδης, «η σωστή διανομή είναι το ήμισυ της σκηνοθεσίας». Ο ΠΑΜΠΛΙΤΟ ΚΑΛΒΟ, ο «Παυλάκης», που ανακαλύφθηκε κι έπαιξε το ρόλο είναι το μεγάλο «κλου» της ταινίας. Τον κατατάσσω στις καλύτερες παιδικές εμφανίσεις που έχω δει, τουλάχιστον στην Ευρώπη, κι είναι αυτός που με το βλέμμα του και τη χάρη του, έτσι όπως μπορεί να του τα αξιοποιεί ο φακός και να τον παρακολουθεί ο Λαντισλάου Βάιντα, γίνεται η ταινία η ίδια. Ο Παμπλίτο Κάλβο όχι μόνο υπογραμμίζει με την παιδικότητα του την ταινία και τον ήρωα αλλά βάζει τις βάσεις για να ακολουθήσουν κι άλλα παρόμοια έργα , απομίμησης όμως, με εμπορικότερο τον ΧΟΣΕΛΙΤΟ. Βέβαια, είναι κι από τις περιπτώσεις που το ταλέντο δεν ακολουθεί την ηλικία κι ο Παμπλίτο Κάλβο δεν είχε συνέχεια.
Αυτό, όμως, που έκανε, έγραψε!!!
ΥΓ. Την ταινία την είδα σε αγγλική κόπια (από εκεί βγαίνει κι ο τωρινός ελληνικός τίτλος, ως «ThemiracleofMarcelino» κυκλοφορούσε στα αγγλικά) κι είναι το μόνο που με χάλασε.
Ωστόσο, επειδή έχω εντρυφήσει πάνω στο θέμα του ντουμπλαρίσματος των ταινιών στην Ευρώπη, κι επειδή θέλησα κάποτε να το μελετήσω, αφού πρώτα το απέρριψα, αλλά ήθελα να κατανοήσω και το γεγονός πως οι μη αγγλόφωνοι ευρωπαικοί λαοί, πλην Σκανδιναβών, Ολλανδών κι Ελλήνων, το παγκόσμια σινεμά το έχουν δει ντουμπλαρισμένο, απέκτησα μια εξοικείωση. Επειδή, όμως, στην Ελλάδα δεν τα ντουμπλάρουμε, αν και κατά καιρούς μας έρχονταν αγγλόφωνες και γαλλόφωνες κόπιες (η ρωσική «Αννα Καρένινα» με την Τατιάνα Σαμοήλοβα, ο «Ψεύτης ήλιος» του Νικήτα Μιχάλκωφ που είχε πάρει και το Οσκαρ, ακόμα και το ιαπωνικό «Ραν» του Κουροσάβα- όχι στο σύνολο τους οι κόπιες του φιλμ αυτού, ευτυχώς!- είχαν έλθει με τις γαλλικές εκδόσεις τους ως αγορασμένες πιο φτηνά από τη Γαλλια κι ήταν εκνευριστικό) με ξενέρωσε. Ηθελα να ακούσω τα ισπανικά στον Μαρσελίνο με το ισπανικότατο «PAN Y VINO» ώστε να είμαι πλήρως ενταγμένος στο κλίμα.
ΥΓ 2. Εφόσον το δείτε κι εσείς σε αγγλική κόπια, προσέξτε πως το όνομα του ήρωα ακούγεται στα αγγλικά "Μαρσελίνο". Κι όχι... "ΜαρΘελίνο" όπως θα έκαναν εδώ αγνοώντας τα περί κυρίων ονομάτων
ΥΓ3. Η ταινία συνεχίζει την επαναληπτική καριέρα της στους αθηναικούς κινηματογράφους με ΙΣΠΑΝΙΚΗ κόπια!