Ο ΚΕΚΟ ΤΖΑΛΟΝΕ ερχόταν από μια άλλη επιτυχία που τον είχε εκτοξεύσει στα ύψη, το «CADO DALLE NUBI». Με το «CHE BELLA GIORNATA» το άστρο του σταθεροποιήθηκε στο μεσουράνημα του κι ακολούθησαν επιτυχίες απανωτές με αποκορύφωμα το «QUOVADO?"» ,το «ΠΟΥ ΠΑΩ ΘΕΕ ΜΟΥ» δηλαδή, που ήταν και το τυχερό να τον ανακαλύψουμε κι οι Ελληνες θεατές.
Οσο για τον ελληνικό τίτλο του «Che bella giornata», που αποδόθηκε «ΤΙ ΟΜΟΡΦΗ ΜΕΡΑ ΘΕΕ ΜΟΥ», δεν φταίει φυσικά ο Τζαλόνε αλλά μια «παράδοση» της ελληνικής διανομής που συνεχίζεται, κυρίως όσον αφορά στα ιταλικά φιλμ. Πχ όταν το 1972 έγινε εισπρακτικό ρεκόρ στην Ελλάδα από τον άγνωστο ως τότε κωμικό ηθοποιό ΛΑΝΤΟ ΜΠΟΥΖΑΝΚΑ με την ταινία «Ο ΕΡΩΤΙΑΡΗΣ» (homo eroticus), οι διανομείς ανέσυραν ό, τι βρήκαν στις ιταλικές αποθήκες με τον Μπουζάνκα κι ό,τι άλλο γύριζε ο ηθοποιός και στον ελληνικό τίτλο προσέδιδαν και τη λέξη «ερωτιάρης» λχ «Ο ερωτιάρης παντρεύεται», «Ο ερωτιάρης…κάνει αυτό»…. « ο ερωτιάρης κάνει… εκείνο» κλπ, κλπ. Βέβαια, το πιο «χοντρό» ήταν εκείνο που είχε γίνει με τη ΛΑΟΥΡΑ ΑΝΤΟΝΕΛΙ, όταν έκανε στην Ελλάδα το δικό της εισπρακτικό ρεκόρ με το «ΜΑΛΙΤΣΙΑ». Μόνο που το «Μαλίτσια» δεν ήταν… όνομα. Στα ιταλικά σημαίνει «ΠΟΝΗΡΙΑ». Την ηρωίδα την έλεγαν «Αντζελα». Ωστόσο, τη λέξη «Μαλίτσια» την έκαναν συνώνυμο της Αντονέλι, την μετέβαλαν σε όνομα, διάφορα έργα της ηθοποιού που ακολούθησαν τα έβγαζαν με την προσθήκη του «Μαλίτσια» στον τίτλο, με αποκορύφωμα την κωμωδία του ΝΤΙΝΟ ΡΙΖΙ «SESSO MATTO», δηλαδή «τρελό σεξ» που στα ελληνικά το κυκλοφόρησαν ως (ακούτε και πάρτε βαθιά αναπνοή) «ΟΙ ΠΟΝΗΡΙΕΣ ΤΗΣ ΜΑΛΙΤΣΙΑ». Δηλαδή «οι πονηριές της πονηριάς». …Mamma mia!
Ετσι φαίνεται πως κι ο Κέκο Τζαλόνε δεν θα γλυτώσει το… «πρόσφημα» «Θεέ μου»- καλή η ώρα.
Πέραν λοιπόν των τερτιπιών των τίτλων, τον Τζαλόνε καθυστερήσαμε να τον μάθουμε εδώ και τώρα έρχονται αναδρομικά οι ΘΑΥΜΑΣΙΕΣ κωμωδίες του. Όπως αυτή, το «ΤΙ όμορφη μέρα Θεέ μου». Διότι να ξέρετε πως ο Τζαλόνε δεν είναι μόνο ένας μετρημένος κωμικός, που συνεχίζει την παράδοση της Ιταλίας αλλά κι ένας αληθινός καλλιτέχνης του είδους ο οποίος έκανε παρέμβαση στο είδος με τη συνεργασία του σκηνοθέτη ΤΖΕΝΑΡΟ ΝΟΥΝΤΖΙΑΝΤΕ με τον οποίο γύρισε και το «Cado dalle nubi» αλλά και το «Quo vado». Οι δύο αυτοί άνθρωποι κατάφεραν να προσφέρουν στη σύγχρονη ιταλική κινηματογραφία κωμωδίες που λειτουργούσαν με τους κανόνες της κωμωδίας, με όλα τα στοιχεία τα οποία η κωμωδία ως είδος επιβάλλεται να διαθέτει και συγχρόνως από κάτω υπήρχε έντονη κοινωνική και πολιτική σάτιρα, επίσης ιταλική παράδοση και βέβαια ένα ανθρώπινο στοιχείο στις κωμικές συμπεριφορές του ήρωα, που ξαφνικά μετέβαλαν τα έργα σε κάτι ιδιαίτερο κι έκαναν εισπρακτικά ρεκόρ που έφταναν να τρομάζουν κι αυτό το «Star Wars» που έμενε πίσω τους αρκετά. Κι έτσι, ουσιαστικά, έβαλαν αυτοί οι δύο φρένο σε μια άλλη ιταλική μόδα, γύρω από την κωμωδία, το είδος που είχε ονομαστεί «cinepanettone» και το οποίο έκανε μεν εισιτήρια αλλά δεν είχε τη στήριξη ούτε την υποστήριξη κανενός: Επρόκειτο για κωμωδίες αμερικάνικου τύπου, που τις προγραμμάτιζαν για τις μέρες των Χριστουγέννων κι όπως στα Χριστούγεννα τρώνε οι Ιταλοί το παραδοσιακό γλυκό των ημερών, το «panettone», έτσι βάφτισαν οι εφευρετικοί Ιταλοί ανάλογα και το είδος των ταινιών. Με τις κωμωδίες όμως των Τζαλόνε-Νουντζιάντε το «cinepanettone» άρχισε να εγκαταλείπει σταδιακά τα οχυρά του…
Κι όταν δείτε και το «ΤΙ ΟΜΟΡΦΗ ΜΕΡΑ ΘΕΕ ΜΟΥ» θα καταλάβετε τι λέμε. Όπως το καταλάβατε και με το «Που πάω Θεέ μου» αλλά και με «Τα παράπονα στον δήμαρχο» που δεν είναι μεν αυτού του διδύμου, είναι όμως κωμωδία επιρροής κι υπάρχουν στην Ιταλία κι άλλες πολλές τέτοιες.
Θα γελάσετε πολύ με την ταινία, όπως γέλασα κι εγώ τότε που την είδα, που την είχα διασκεδάσει αφάνταστα κι επίσης θα δείτε κι όλη την «ασέβεια» που πρέπει να υπάρχει στο είδος, αν ανατρέξουμε και στο δικό μας Αριστοφάνη, και θα δείτε ένα διασυρμό του «πολιτικώς ορθόν» να μην το πιστεύετε. Δηλαδή, η σάτιρα για τους Μουσουλμάνους και για το Ισλάμ, είναι απερίγραπτη και δεν «κωλώνει» πουθενά. Από την άλλη, όμως, ακριβώς επειδή πρόκειται για κωμωδία με σατιρικές αιχμές κι όχι για κάτι άλλο, βρίσκουν τον τρόπο οι δημιουργοί της κωμωδίας να τα βάλουν και με τους εαυτούς τους και να αφήσουν κι ένα ερωτηματικό σχετικά με τον θρησκευτικό φανατισμό ή τις προλήψεις ή τη συμπεριφορά απέναντι στις γυναίκες ή..ή…κλπ, κλπ, ..ων ουκ έστιν αριθμός .
Αλλωστε, από τους εαυτούς τους ξεκινάνε πάντοτε οι Ιταλοί. Εδώ ο ήρωας είναι ένας τύπος που ονειρεύεται να μπει στην Αστυνομία, να γίνει αστυνόμος καριέρας. Όμως είναι λίγο…. μπουμπούνας στα μαθήματα και κόβεται τρεις φορές στις εξετάσεις. Μπουμπούνας, όμως, ή μήπως με παρεξηγημένες τάσεις περί εξουσίας ώστε να μην κρατούνται ούτε τα προσχήματα; Ενπάση περιπτώσει, αποτυγχάνει ξανά στις εισαγωγικές αλλά έχει τα «κονέ» του και τελικώς καταφέρνει και βρίσκει δουλειά σε εταιρία «σεκιουριτάδων», στη φύλαξη του Καθεδρικού, του Μιλάνου!! Κι εκεί, ετοιμάζεται, οργανώνεται μάλλον, τρομοκρατική επίθεση. Οπου του στέλνουν μελαχρινή καλλονή να τον «αποπλανήσει» και να μπορέσει μέσω αυτού να περάσει τα εκρηκτικά της …
Η κωμωδία έχει πολύ γέλιο, βλέπεται πολύ ευχάριστα, πραγματικά είναι αυτό που λέμε «δίωρο ξέσκασμα» και υπακούει πάνω από όλους κι από όλα στον νούμερο ΕΝΑ κανόνα της ΚΩΜΩΔΙΑΣ που είναι ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΤΟΝ ΘΕΑΤΗ ΝΑ ΓΕΛΑΣΕΙ!!!!!!!