Σαφώς και θάφτηκε επειδή δεν είναι του auteur μολονότι παραδίδει μαθήματα αφήγησης έπους στο φίλο μας Φατίχ Ακίν που δεν τα πήγε καθόλου καλά αφηγηματικά στη «Μαχαιριά». Κι αναφέρομαι συγκεκριμμένα επειδή θέμα κι οι δύο έχουν τη σφαγή των Αρμενίων.
Χμ! ΕΔΩ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΔΙΑΦΟΡΑ που αλλάζει συλλήβδην την κατάσταση. Θέμα σε ένα έργο δεν μπορεί να είναι ένα γεγονός. Θέμα σε ένα έργο εξάγεται από αυτό το οποίο θίγει το έργο. Η σφαγή των Αρμενίων είναι ιστορικό γεγονός που μπορεί να πλαισιώνει μια ιστορία η οποία ιστορία κάτι να θέλει να πει. Κι αυτό που θα θέλει να πει πρέπει να είναι η επικέντρωση του σεναριογράφου αρχικά και του σκηνοθέτη στη συνέχεια ώστε να προβάλει αυτό που θέλει να πει το σενάριο. Ο φίλος μας ο Φατίχ «χάθηκε» μέσα στο ιστορικό γεγονός κι η μόνη αναλαμπή που υπήρχε και κινείτο στην περιοχή της Τέχνης ήταν εκείνη η θεϊκή σκηνή στον προσφυγικό καταυλισμό όπου ο ήρωας έβλεπε για πρώτη φορά κινηματογράφο και ταυτιζόταν με τον Σαρλώ που έδειχνε η οθόνη και που μετέβαλε τα βάσανα του σε σκώμμα.
Στη «ΜΕΓΑΛΗ ΥΠΟΣΧΕΣΗ» ο ΤΕΡΡΥ ΤΖΩΡΤΖ, σεναριογράφος –σκηνοθέτης που στο ενεργητικό του έχει τα σενάρια του «ΕΙΣ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ» και του «HOTEL RWANDA», όπου το τελευταίο είχε αποφασίσει να το σκηνοθετήσει ο ίδιος, δείχνει τι σημαίνει κινηματογράφος. Πως γράφεις μια ανθρώπινη ιστορία, πως την τοποθετείς σε ένα ιστορικό πλαίσιο, πως συνυφαίνεις το προσωπικό με το ιστορικό, πως ενσωματώνεις και την ερωτική ιστορία και την κάνεις ταινία όπου το ενδιαφέρον του θεατή παραμένει ζωντανό καθώς παρακολουθεί τη μοίρα του ήρωα, την έκβαση του ερωτικού τριγώνου αλλά και τη μοίρα ενός λαού που τον έβαλαν στο σημάδι.
Και χάρη στη σεναριακή του πληρότητα, ο Τέρρυ Τζωρτζ καταφέρνει και σκηνοθετεί κι αποτελεσματικά, όπως είχε κάνει και στο «Hotel Rwanda», αποδεικνύοντας το πολυλεχθέν και ισχύον πως για να κάνεις ταινία χρειάζεσαι τρία πράγματα «σενάριο-σενάριο-σενάριο». Θα στηλιτεύσω πάλι- κι ας γίνομαι κουραστικός- τη θεωρία του auteur, όπου αν προσέξετε σπανίως θα δείτε να αναγνωρίζονται ως auteur σεναριογράφοι που αναλαμβάνουν τη σκηνοθεσία των έργων τους κι ας είναι, επί της ουσίας, οι πιο auteur από τους auteur. Ενώ οι «auteur» που συνήθως –όχι πάντα!!!!- κατεβαίνουν χωρίς σενάρια, τιμώνται επειδή αναλαμβάνουν οι αστεράκηδες κι οι κριτικοί να καλύψουν τα κενά του σεναρίου με τις αναλύσεις επί ανυπάρκτων θεμάτων. Απειρα τα παραδείγματα.
Ο ήρωας του έργου έρχεται στην Κωνσταντινούπολη, ενώ πνέει τα λοίσθια η Οθωμανική Αυτοκρατορία, να σπουδάσει γιατρός. Τον αναλαμβάνουν συγγενείς. Είναι Αρμένιος. Ερωτεύεται. Παντρεμένη. Πίσω στο αρμενικό χωριό του έχει αφήσει όρκο σε άλλη γυναίκα με τα λεφτά της οποία (της οικογένειας της) πήγε στην Πόλη για να σπουδάσει αφήνοντας ως παρακαταθήκη, ως «δάνειο», μια ΥΠΟΣΧΕΣΗ: Να επιστρέψει.
Όμως ξεσπούν τα γεγονότα. Οι Αρμένιοι μπαίνουν στο στόχαστρο. Ο ήρωας μπαίνει σε κυκεώνα. Τον βοηθά η παντρεμένη κι ο αινιγματικός ρόλος που παίζει ο σύζυγος. Τα βήματα θα τον φέρουν πίσω, εκεί που έδωσε την «Υπόσχεση» αλλά κι η Μοίρα κάνει ταυτόχρονα το δικό της παιχνίδι.. Κι η …συνέχεια επί της οθόνης, όπως έλεγαν στα παλιά μονόφυλλα προγράμματα που μοίραζαν οι ταξιθέτριες στους κινηματογράφους.
Ο Τέρρυ Τζώρτζ έγραψε ένα δράμα, φώτισε έκτυπα το ιστορικό πλαίσιο, το έκανε κομμάτι του μύθου, το εξέλιξε παράλληλα με τα πάθη των ηρώων του και τελικώς η ταινία εκτός από την κινηματογραφική απόδραση προφέρει και ιστορική κατατόπιση πολύ μεγαλύτερη από άλλες ταινίες που λένε ότι έχουν ως θέμα το «θέμα»…
Κι έφτιαξε εκπληκτικούς ρόλους όπου δίνεται χρυσή ευκαιρία για πρωταγωνιστική εκτόξευση στον ΟΣΚΑΡ ΑΪΖΑΑΚ, ένα ηθοποιό που έχω ξεχωρίσει εδώ και καιρό, που δεν είναι η πρώτη φορά όπου επωμίζεται πρωταγωνιστικό ρόλο αλλά εδώ ο ρόλος του προσφέρει άπειρες ευκαιρίες για να αποδείξει το εύρος της σκάλας του κι ο ηθοποιός το αποδεικνύει τόσο ως ερμηνεία όσο κι ως πρωταγωνιστική παρουσία.
Θαυμάσια γραμμένοι κι οι γυναικείοι ρόλοι της ιστορίας, μεγάλοι και μικροί, θαυμάσιος κι ο σχετικά σύντομος ή και θυσιασμένος ρόλος του συζύγου που τον αναλαμβάνει ο ΚΡΙΣΤΙΑΝ ΜΠΕΗΛ, θαυμάσιοι κι οι ρόλοι των Τούρκων στις σκηνές της Κωνσταντινούπολης.. Θαυμάσια κι η παραγωγή, μια εκπληκτική σκηνογραφική διεύθυνση , φωτογραφία που φωτίζει επικό κινηματογράφο και κοστούμια που εναλλάξ μας περνούν από τη μια κατάσταση στην άλλη, πραγματικά μια ταινία που συνιστάται για ποιοτική, κινηματογραφική ψυχαγωγία. Μα οι «αστεράκηςδες» και το IMDB φρόντισαν ή επιχείρησαν να της ανακόψουν την πορεία και τη σταδιοδρομία γενικώς.
Ωρα είναι «η σφαγή των Αρμενίων» να μεταφερθεί στα πεδία της λαθρο-κριτικής. Υστερα μάλιστα από το σύνθημα «επίθεση» που έριξε με τον τρόπο του ο Μάρτιν Σκορσέζε.