Τι είναι αυτό λοιπόν που με κάνει να λέω πως το φιλμ λέει πολλά; Πως ένας καλός ηθοποιός, ο ΦΑΝΗΣ ΜΟΥΡΑΤΙΔΗΣ, είχε μια ιδέα , επίσημα δηλωμένη στους τίτλους, που την «σχημάτισε» σε σενάριο ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΦΕΙΔΑΣ και τη σκηνοθεσία ανέλαβε ο ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΟΡΦΟΝΙΟΣ με τον Φάνη Μουρατίδη στον ένα πρωταγωνιστικό ρόλο και τον ΣΠΥΡΟ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟ στον άλλο.
Κι ενώ τόσο ο Μορφονιός, όπως λένε τα βιογραφικά του, όσο κι οι ηθοποιοί της ταινίας έχουν κάνει πολλή τηλεόραση, τίποτε «τηλεοπτικό» δεν διαφαίνεται στην ταινία. Βέβαια, ο όρος «τηλεοπτικό» είναι ελαφρώς γελοίος, ακόμα και για μένα που τον χρησιμοποιώ, υπάρχει μόνο στην Ελλάδα σε τέτοιο βαθμό, ίσως από αδυναμία αυτών που ασχολούνται κριτικά με το σινεμά, να εκφραστούν ή να καταλάβουν καλύτερα.
Το θέμα είναι πως τόσο ο Μορφονιός δείχνει εξαιρετικές σκηνοθετικές ικανότητες , που δεν δείχνουν αυτοί οι οποίοι προωθούνται από τις κλίκες και τις αδύναμες στις μέρες μας αλλά υπαρκτές «συμμορίες», ως auteurs όσο κι ο Μουρατίδης που είναι κρίμα το ότι δεν ασχολήθηκε τόσα χρόνια με το σινεμά. Αφενός φταίνε οι διάφοροι γνωστοί και μη εξαιρετέοι που θα τον χαρακτήρισαν «τηλεοπτικό» επειδή ο άνθρωπος έχει κάνει τηλεόραση- έχει κάνει όμως και πολύ θέατρο οπότε εκεί τι θα έκαναν; Θα τον χαρακτήριζαν «θεατρικό»;- και δεν τον κάλεσαν να παίξει παρά ελάχιστα. Κι είναι εξαιρετικός ηθοποιός, έτσι κι αλλιώς. Κι αφετέρου βλέπουμε , και το απευθύνω σε όσους ΘΕΛΟΥΝ να δουν, ότι το σινεμά είναι πολυσύνθετη ιστορία, δεν θα κουραστώ να το επαναλαμβάνω ότι δεν είναι μια προσωpική υπόθεση του σκηνοθέτη που τον θένε auteur. Ο Μορφονιός ως σκηνοθέτης, προερχόμενος κι από την τηλεόραση, βάζει τα γυαλιά sε πάρα πολλούς δηλωμένους «σκηνοθετες του κινηματογράφου δηλαδή εγχώριους auteurs»
Τι είναι η ταινία; Μια δραματική κωμωδία όπου σενάριο και σκηνοθεσία συνυπάρχουν σε μια εκπλητική συνύφανση αστείου και δραματικού, όπου το χιούμορ δεν χάνεται ποτέ την ίδια ώρα που οι χαρακτήρες είναι άκρως δραματικοί και ζουν δραματικές καταστάσεις. Αυτό που πέτυχαν ο Μουρατίδης με το Μορφονιό και τον Φειδά που έκανε το σενάριο και με τον Σπύρο Παπαδόπουλο που μπήκε στη δουλειά ως ηθοποιός και συντονίστηκε στο ακέραιο, είναι εξαιρετικό. Το σενάριο είναι τέλεια γραμμένο, οι σκηνές είναι περιεκτικές και σύντομες, οι χαρακτήρες έχουν ταυτότητα , από τους δύο πρωταγωνιστικούς ως τους άλλους βασικούς και τους υπόλοιπους περιφερειακούς και φροντίζει να σε συγκινεί κάθε τόσο με τις λεπτές χορδές που σου αγγίζει.
Οι άνθρωποι δεν φοβήθηκαν τη συγκίνηση του θεατή κι είναι αξιέπαινοι γι αυτό, δεν έβγαλαν κόμπλεξ μην τους πει κανείς το γνωστό γελοίο απόφθεγμα των κριτικο-θεωρητικών που κατέστρεψε τον ελληνικό κινηματογράφο πως «ΕΚΒΙΑΖΕΙ ΤΗ ΣΥΓΚΙΝΗΣΗ» (όρος τέτοιος στην Τέχνη δεν υπάρχει- όταν σας το λέει κάποιος να ξέρετε ότι εκείνη τη στιγμή σας συστήνεται ως αδαής μα ούτε κι αυτό γνωρίζει- η συγκίνηση είναι ζητούμενο, είναι ΕΠΙΤΕΥΓΜΑ να την καταφέρει κάποιος και να την περάσει στον θεατή). Αλίμονο, κινηματογράφος από την Ελλάδα , από μια χώρα πληθωρικής έκφρασης συναισθήματος, να μην συγκινεί το κοινό διότι θέλει να παραστήσει τον…. Κεντρο-βορειο-Ευρωπαίο. Αντε από κει…
Η υπόθεση ξετυλίγεται με θαυμάσιο τρόπο, με εξαιρετικό ρυθμό, χωρίς κενά , αφηγείται , με πολύ ωραία εισαγωγή, μια σχέση ανάμεσα σε δύο αδέλφια, στο τώρα τους, στο πριν, στο μετά τους, ο ένας είναι διάσημος τηλεπαρουσιαστής κι ο άλλος πελαγωμένος ταξιτζής και πως τα φέρνει η ζωή να βρεθούν κοντά. Κι εμείς να γελάμε και να συγκινούμαστε ταυτόχρονα. Αυτό δηλαδή που είμαστε οι Ελληνες, αυτό που είναι η ελληνική ιδιοσυγκρασία μας.
Οι σεναριακές γνώσεις που κατατίθενται στην ταινία είναι πρώτης γραμμής, δεν τις βλέπω στις ελληνο-φεστιβαλικές κι ελληνο-ακαδημαϊκες με τους μισούς κι ανάπηρους ήρωες, και μου άρεσε το ότι όπως αρχίζει έτσι και τελειώνει, εκεί που ξεκινά, στο ίδιο σημείο και κλείνει κι αυτό είναι ένα σεναριακό μυστικό, μια γνώση που λίγοι την κατέχουν τουλάχιστον όπως έχουμε δει στα φιλμ τους.
Όταν λειτουργούν όλα τόσο όμορφα, τοσο εναρμονισμένα, τόσο τέλεια, είναι λογικό να συμπαρασύρουν τους πάντες. Πέρα από το κέντημα που κάνουν μεταξύ τους ο Παπαδόπουλος με τον Μουρατίδη, όπου την προσωπικότητα τους την μετατρέπουν σε εργαλείο για τους ρόλους τους, λέμε μπράβο και στους υπόλοιπους , λχ στην ΑΝΝΑ ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΑΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ που βγαίνει θαυμάσια και διακριτική στο ρόλο της, την ΝΙΚΟΛΕΤΑ ΚΟΤΣΑΗΛΙΔΟΥ που χρωματίζει επακριβώς το ρόλο της και την κάνει χαριτωμένα αντιπαθητική ή την ΜΑΙΡΗ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ που την έβαλαν σε ρόλο πεθεράς και λες πόσοι ηθοποιοί μας μένουν αναξιοποίητοι. Οπως επίσης κι ο ΜΕΛΕΤΗΣ ΗΛΙΑΣ, στο ρόλο του γιατρού που χρωματίζει λεπτομέρειες. Διότι όταν υπάρχει σενάριο υπάρχει και σκηνοθεσία στην οποία εντάσσονται κι οι ηθοποιοί. ΚΙ η σκηνοθεσία τι είναι; Επειδή λοιπόν πολλοί δεν το έχουν καταλάβει ας δουν την «Τζαμάικα»
Μπράβο σε όλους. Και να σας πω και κάτι; Δεν θα τους κρεμάσουμε αν η επόμενη τους ταινία δεν βγει εξίσου καλή. Θα τους κρεμάσω όμως προσωπικά αν δεν συνεχίσουν. Βάζοντας μέσα και τον Μουρατίδη κι όχι μόνο τον Μορφονιό ή τον Φειδά. Και ξέρετε γιατί θα το κάνω; Διότι ο ελληνικός κινηματογράφος αν θέλει να ορθοποδήσει και να κερδίσει το κοινό ανεξαρτήτως του τι λένε οι κριτικοί , από «Τζαμάικες» έχει ανάγκη κι όχι από φεστιβαλικά περισσεύματα .