Πάμε λοιπόν να «δούμε» την ταινία και να εξετάσουμε και κάποια ζητήματα που μπορεί να προκύπτουν τα οποία έχουν εξήγηση όταν δεν προηγείται κακία αλλά αγάπη για τον κινηματογράφο και για την Τέχνη.
Πρώτα να δούμε τις θεμελιώδεις διαφορές των δύο ταινιών. Η ταινία του Μονιτσέλι ΔΙΝΕΙ ΣΤΟ ΕΙΔΟΣ ΚΩΜΩΔΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΤΟΥ ΔΙΑΣΤΑΣΗ. Η ταινία του Σακελάριου ΚΑΝΕΙ ΚΩΜΩΔΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ. Η ειδοποιός διαφορά είναι λεπτή ανάμεσα στις δύο έννοιες.
Στην ιταλική ταινία, που είναι και το κέντρο του ενδιαφέροντος μας, «μαμή» είναι ο ΒΙΤΤΟΡΙΟ ΝΤΕ ΣΙΚΑ,ο μεγάλος Βιττόριο Ντε Σίκα όπου εδώ συμμετέχει ως ηθοποιός κι όχι ως σκηνοθέτης. Μόνο που δεν είναι «μαμή», όπως τη μετέτρεψε ευφυώς ο Σακελλάριος για την ΓΕΩΡΓΙΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΟΥ αλλά ένας stregone universale…, αν επιτρέπεται η έκφραση, ένας «μάγος», που δεν ήρθε φυσικά από το πουθενά, είναι γέννημα θρέμμα της περιοχής κι είναι αυτός που σε όλα απαντά, γιατρεύει πόνoυς , σωματικούς και ψυχικούς, πότε με το λόγο, πότε με το βοτάνι και τον αγαπά όλο το αναλφάβητο κεφαλοχώρι, που δεν έχει ούτε κινηματογράφο εν έτει 1957. Ο γιατρός, κι εδώ δεν χωρούν εισαγωγικά διότι κυριολεκτούμε, είναι ο ΜΑΡΤΣΕΛΟ ΜΑΣΤΡΟΓΙΑΝΙ. Νεαρός γιατρός που θέλει να βοηθήσει, έρχεται με εντολή του υπουργείου να ανοίξει γιατρείο στο κεφαλοχώρι και καταρχάς να εμβολιάσει τους κατοίκους που αγνοούν τις έννοιες αλλά και τα ονόματα των ασθενειών αφού για όλα υπάρχει ο «μάγος».
Ανάμεσα σε αυτούς τους δύο γίνεται η σύγκρουση κι έχει σημασία το τι σημαίνει μεγάλο σενάριο που συνέγραψαν ο ΕΝΙΟ ΝΤΕ ΚΟΝΤΣΙΝΙ, ο οποίος πήρε αργότερα ΟΣΚΑΡ σεναρίου για το «ΔΙΑΖΥΓΙΟ ΑΛΑ ΙΤΑΛΙΚΑ» του ΠΙΕΤΡΟ ΤΖΕΡΜΙ , μαζί με τους σταθερούς συνεργάτες σεναρίου του Μονιτσέλι, τον ΑΤΖΕ και τον ΦΟΥΡΙΟ ΣΚΑΡΠΕΛΙ, και με τη συνδρομή του ΛΟΥΊΤΖΙ ΕΜΑΝΟΥΕΛΕ. Μεγάλο σενάριο διότι στην ταινία υπάρχει εκπληκτικό subplot που λέμε, παράλληλη πλοκή κι η παράλληλη πλοκή δεν είναι μία, δεν είναι καν δύο αλλά ούτε και τρεις. Είτε με σύντομους είτε με μεγαλύτερης διάρκειας ρόλους ξεδιπλώνονται χαρακτήρες οι οποίοι κουβαλούν κι ένα κοινωνικό πρόβλημα της Ιταλίας κι οποίοι εξαρτώνται αλλά κι εντάσσονται σε αυτή τη διαμάχη μεταξύ μάγου και γιατρού. Και φυσικά, ως χαρακτηριστικό του ιταλικού κινηματογράφου που συνηθίζει την κοινωνική αναφορά σε όλες του τις ταινίες ακόμα και στις πιο αγοραίες ψυχαγωγικές, η ταινία προβάλει το κοινωνικό αλλά μέσα από αυτό προβάλει τους ανθρώπους. Κι οι άνθρωποι είναι ολοζώντανοι, οι χαρακτήρες του σεναρίου είναι άνθρωποι ολοκληρωμένοι με δική τους ζωή και τα κωμικά τους έχουν όλα κοινωνική διάσταση. Κι είναι ανθρωπιστικός ως εκεί που δεν παίρνει.
Απόδειξη το φινάλε, όπου η κάθαρση φυσικά έρχεται με την ήττα του μάγου αλλά με μια ήττα τόσο ανθρωπιστική που και τώρα καθώς τη γράφω, ανατριχιάζω. Ο ηττημένος μάγος, απέναντι στη νίκη της επιστήμης, μπορεί να εγκαταλείπει το μέρος στο οποίο δεν έχει πιά λόγο ύπαρξης, όμως, η ανθρωπιστική διάθεση της ταινίας δεν τον αφήνει έτσι: Του αναγνωρίζει, μέσα από ευφυώς γραμμένες σύντομες σκηνές ή ατάκες, όλο αυτό που εκπροσώπησε για τον κόσμο εκείνο, πριν εισβάλλει η επιστήμη για να πει το δικό της λόγο και να σώσει. Μπορεί να ήταν ένας κομπογιαννίτης αλλά ήταν δίπλα στους ανθρώπους. Κι αυτό κάνει την ταινία τόσο μα τόσο ΙΤΑΛΙΚΗ !!!!!!!!!!!!!!!!!!
Ο Αλέκος Σακελάριος με τη σειρά του, είναι σαφές πως το έχει βάλει κάτω κι εμπνέεται από αυτό, και δεν βάζω εισαγωγικά στο ρήμα εμπνέεται διότι ο σκοπός μου δεν είναι προβοκατόρικος αλλά θέλω να διασαφηνίσω κι εξηγήσω μερικά πράγματα. Εχει δομήσει το δικό του έργο πάνω στο ιταλικό κι ευφυώς έχει αναπτύξει σχέση κωμωδίας μεταξύ γιατρού και μαμής αλλά ακολουθεί κατά βάση τους κανόνες της κωμωδίας κι ας υπάρχει απόλυτη κοινωνική αναφορά , ακολουθεί την κωμωδία και τις παρεξηγήσεις της, ακολουθεί αυτούς τους κανόνες κι όχι τους κανόνες της κοινωνικής ταινίας.
Αυτό σε τίποτα δεν μειώνει το δικό του έργο ως αυτούσιο, όχι ως συγκρινόμενο με του Μονιτσέλι.
Υπάρχουν και σκηνές σχεδόν ατόφιες όπως οι πόνοι του δημάρχου που εδώ τον έπαιζε ο αείμνηστος και σπουδαίος ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΑΜΑΣΙΩΤΗΣ , μόνο που στην ιταλική ταινία δεν είναι αυτός ο δήμαρχος, ο δήμαρχος είναι άλλο πρόσωπο και ζει τη δική του ιστορία μέσα στο σενάριο. Η σκηνή που βογγάει ο ασθενής, το πλήθος έχει μαζευτεί στην κάμαρα, ο γιατρός δεν καταφέρνει να τον γιατρέψει με τη μία κι έρχεται εσπευσμένα ο μάγος και με ένα κόλπο του τον κάνει να αισθάνεται καλά και τότε το πλήθος αναθεματίζει το γιατρό, είναι σχεδόν πανομοιότυπη με τις όποιες παραλλαγές της. Παραλλαγές έχει και στην ιστορία του ελληνικού ζευγαριού των νέων ερωτευμένων όπου στο ιταλικό είναι αρκετά διαφοροποιημένη …. Μα υπάρχουν κι άλλες διαφορές. Ναι λοιπόν , μπορεί κάποιοι κακεντρεχείς, βιαστικοί και λοιποί αρνητικοί που θέλουν αίμα στην αρένα να βγούν και να πουν ότι «αντέγραψε» και να καθαρίζουν έτσι με την ένοχη συνείδηση τους αλλά δεν είναι έτσι τα πράγματα. Ο Σακελάριος βλέπει ένα έργο και φτιάχνει από αυτό ένα δικό του.
Και για να προχωρήσουμε σας έχω και κάτι ακόμα: Μία από τις ιστορίες των ανθρώπων του χωριού αφορά σε μια γυναίκα που περιμένει τον αρραβωνιαστικό της να γυρίσει από το ανατολικό μέτωπο, ναι το μέτωπο της Ρωσίας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου εκείνος έφυγε το 1942 κι έχουμε 1957 κι ακόμα δεν έχει γυρίσει.Η ιστορία της εντάσσεται πλήρως στη σύγκρουση μάγου και γιατρού και γίνεται μικρό κομμάτι του φιλμ- το μεγάλο σενάριο που λέμε. Ε, λοιπόν, ο ΒΙΤΤΟΡΙΟ ΝΤΕ ΣΙΚΑ, που είναι κι ο πρωταγωνιστής της ταινίας, απομόνωσε μέσα στη ψυχή του και στο μυαλό του αυτό το περιστατικό του σεναρίου που έπαιξε ως ηθοποιός και 13 χρόνια αργότερα έφτιαξε ένα ολότελα δικό του έργο ,ως σκηνοθέτης, το περίφημο και πολυαγαπημένο «ΗΛΙΟΤΡΟΠΙΟ» με τη ΣΟΦΙΑ ΛΟΡΕΝ και τον ΜΑΡΤΣΕΛΟ ΜΑΣΤΡΟΓΙΑΝΙ, όταν ο ΚΑΡΛΟ ΠΟΝΤΙ ήρθε σε επαφή με την ΜΟΣ ΦΙΛΜ της ΣΟΒΙΕΤΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ και του ζήτησαν να κάνουν μια ιταλο-σοβιετική συμπαραγωγή. Θαρρείς κι αυτό το σεναριακό επεισοδιάκι από το «Il medico e lo stregone» είχε καρφωθεί μέσα του, με τα χρόνια ωρίμαζε, προφανώς το συζήτησε κάποια ώρα με τον μόνιμο σεναριογράφο του , τον ΤΣΕΖΑΡΕ ΤΣΑΒΑΤΙΝΙ κι εκείνος με το συνεργάτη του ΤΟΝΙΝΟ ΓΚΟΥΕΡΑ, ο οποίος έγραψε και σενάρια για ταινίες του ΘΟΔΩΡΟΥ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ αλλά και το «BLOW UP» του ΜΙΚΕΛΑΝΤΖΕΛΟ ΑΝΤΟΝΙΟΝΙ με συν-σεναριογράφο τον ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ ΜΠΟΝΤ, και δημιούργησαν το «Ηλιοτρόπιο».
Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι παρθενογένεση στην Τέχνη δεν υπάρχει. Κι αντί να μιλάμε κακόζηλα για «αντιγραφές» και «κλεψιές», όπως συνηθίζει ο κάθε ημιμαθής κι επιπόλαιος, ας δούμε αυτήν εδώ την περίπτωση όπου από μια ταινία του Μάριο Μονιτσέλι, από το «Il medico e lo stregone» γεννήθηκαν άλλες δύο: «Η κυρά μας η μαμή» και το «Ηλιοτρόπιο». Η κάθε μία με την αυτονομία της.
Και ποιος μας είπε ότι κι οι σεναριογράφοι του «Il medico….» δεν είχαν εμπνευστεί από τον Δρ. Στόκμαν, τον ήρωα στο «Ο ΕΧΘΡΟΣ ΤΟΥ ΛΑΟΥ» του ΕΡΡΙΚΟΥ ΙΨΕΝ και πάνω στην προκατάληψη εναντίον του γιατρού από τη μικρη, αμόρφωτη και κατευθυνόμενη κοινωνία δεν σκέφτηκαν να γράψουν μιά σάτιρα; Και ποιος μας είπε επίσης πως δεν επηρεάστηκαν όχι μόνο από τον «Εχθρό του λαού» αλλά κι από τον «KNOCK» του ΖΥΛ ΡΟΜΑΙΝ, την θεατρική κωμωδία που είχε σημείο αναφοράς η μεγαλύτερη των Ελλήνων κριτικών με την βαθύτατη κατάρτιση, η «ΑΛΚΗΣ ΘΡΥΛΟΣ» (το οποίο γυρίστηκε πρόσφατα κι από τους Γάλλους με πρωταγωνιστή τον ΟΜΑΡ ΣΥ), που θεωρείται το «Knock» ως έργο που ενέπνευσε τον ΜΑΡΣΕΛ ΠΑΝΙΟΛ για να γράψει τον «ΤΟΠΑΖ»;
Αυτό το πράγμα είναι η Τέχνη. Ένα έργο της επηρεάζει και γεννά επόμενα ενώ κι αυτό έχει επηρεαστεί από κάπου αλλού στο ξεκίνημα του. Η Τέχνη είναι σαν μήτρα και γεννά παιδιά. Αλλα εξ αυτών των παιδιών μοιάζουν απαράλλακτα στο γεννήτορα τους, κάποια άλλα του μοιάζουν σε σημεία, υπάρχουν και μερικά ή κι αρκετά που κράτησαν από το γονιό ένα στοιχείο από το DNA του και διαμόρφωσαν παρακάτω ένα εαυτό που εκ προοιμίου δεν φαίνεται σε ποιόν μοιάζει αλλά όταν το εξετάσεις καταλαβαίνεις από πού προήλθαν τα γονίδια.