Το «JURASSIC PARK» είναι ένα από τα franchise που δεν συμπάθησα, ακριβώς επειδή κάτι δεν μου πήγαινε στην ταινία κι αυτό που ενστικτωδώς με έκανε να κλωτσάω ήταν το franchise που επερχόταν. Ηταν ταινία του Στήβεν Σπήλμπεργκ που δεν με άγγιξε κι ο λόγος ήταν πως έβρισκα ότι της έλειπαν τα παραμύθι κι η συγκίνηση, σε αντίθεση με άλλες ταινίες τέτοιου τύπου του μεγάλου Αμερικανού σκηνοθέτη.
Καλλιτεχνικώς μπορεί να είχα δίκιο, διότι κι ο Σπίλμπεργκ εγκατέλειψε στη συνέχεια τις σκηνοθεσίες του προϊόντος, όμως είχε λανσάρει ένα προϊόν στην αγορά που αποδεικνυόταν αποδοτικό και προσοδοφόρο. Ηδη όλα αυτό, μου έκανε αφόρητο βαρετό το εγχείρημα «Jurassic Park».
Στο συγκεκριμένο δεν θα ενέδιδα, θα το προσπερνούσα, όταν μάλιστα είδα και τους fan να το αποδεκατίζουν αλλά με προκάλεσε η αντίδραση των μη fan, οι οποίοι το επαινούσαν. Ηταν πλέον μεγάλη η πρόκληση για να μείνω αδιάφορος. Κι ετσι, ένα βράδυ πήγα.
Τους fan δεν τους κατάλαβα γιατί αντιδρούσαν τόσο αρνητικά αλλά γιατί να τους καταλάβω αφού επρόκειτο για ένα προϊον που δεν με ενδιέφερε. Τους μη fan,όμως τους κατάλαβα διότι σε ανθρώπους που είτε παρασυρμένοι είτε από επιλογή είτε από διάθεση για ξέσκασμα είτε γιατί έπηξαν με το Μουντιάλ κι ήθελαν μια σύντομη καλοκαιρινή απόδραση και βρέθηκαν στον κινηματογράφο, ω, ναι, σε αυτούς μπορεί να είχε κι ευεργετική επίδραση.
Ετσι κι αλλιώς, οι fan είναι το ίδιο αντιδραστικοί με τους κριτικούς, το ίδιο κολλημένοι. Δεν είναι καλλιτέχνες, δεν είναι δημιουργοί, δεν παράγουν, μόνο καταναλώνουν. Συνεπώς, βλέπουν κάτι και θέλουν να το βλέπουν και σε συνέχειες και τα στουντιο των executives ενδίδουν σε αυτό (κι όχι μόνο στο Χόλυγουντ, και στη Γαλλία συμβαίνει αλλά πιο αραιά διότι αλλάζουν τα μεγέθη κι οι εξ αυτών απαιτήσεις της αγοράς) και τους κάνουν το χατίρι για να τα κονομήσουν οι ίδιοι. Ο fan θέλει να βλέπει αυτό που ξέρει και να μην του το πειράζει κανείς μέχρι να το σιχαθεί ο ίδιος από τη διαρκή επαναληπτικότητα και να το κόψει μαχαίρι. Όταν δε, πάνε να παραστήσουν και τους «γνώστες» κι αρχίζουν και μιλούν για σενάριο, όπου διάβασα κάτι σχόλια στο IMDB περί σεναρίου για την ταινία, ειλικρινά για πολλοστή φορά συνειδητοποίησα ότι δεν ξέρουν ούτε καταλαβαίνουν τι εστί σενάριο . Απλώς θέλουν κάτι να πουν και να το πουν με ύφος.
Σέβομαι λοιπόν το πάθος τους απέναντι σε ένα αντικείμενο αλλά παραπέρα ας μην το κουβεντιάσουμε.
Λες και τα «Jurassic» διακρίθηκαν ποτέ για τα σενάρια τους, ακόμα και πάνω στο είδος. Εγώ είδα ότι υπήρχε και ίντριγκα και πλοκή, ότι υπήρχαν και αντιμαχόμενες δυνάμεις, μαζί με τους οικολόγους και με τα παιδιά που θέλουν να σώσουν τον πλανήτη και τους ζωόφιλους και τους λοιπούς, καθώς και τους αντιμαχόμενους που ήταν ακριβώς εκείνοι που θέλουν το ανάποδο, έμπαινε και μια περιπλοκή, ανακατεύονταν και μυστικές υπηρεσίες, έμπαινε κι ένα αστυνομικό θέμα με το κοριτσάκι και τον καταχθόνιο «πατριό», που έχει στήσει ολόκληρη συνωμοσία ,πρώτα να εξοντώσει τον παππού που ήταν ο θεματοφύλακας του πάρκου των Δεινοσαύρων κι ύστερα να εκδιώξει και την γκουβερνάντα που το μεγάλωσε (παππούς ο ΤΖΕΗΜΣ ΚΡΟΜΓΟΥΕΛ,γκουβερνάντα η ΤΖΕΡΑΛΝΤΙΝ ΤΣΑΠΛΙΝ, έτσι για κάποιο supporting «βάρος») αλλά το κοριτσάκι μπαίνει σε αγώνα διάσωσης κι αποκάλυψης… τι εννοούν δεν είχε σενάριο; Ότι δεν ήταν το «Chinatown»;
Και σημειολογίες είχε στις λεπτομέρειες της σκηνοθέτησης με επιλεγμένα πλάνα οπου μιλούν για τη σωτηρία του πλανήτη από τον αφανισμό και στο πλάνο είναι μια Ασιατοπούλα, ένας μαυρούλης και μια λευκή, κι όλο πάει σε τέτοιες λεπτομέρειες, λεπτομέρειες για να στηθεί το προϊον αλλά που του δίνουν μια υπόσταση τουλάχιστον όσο διαρκεί η ψυχαγωγία. Δεν είχε λέει «χαρακτήρες». Μωρέ άει παρατάτε μας που ακούσατε μια λέξη και τη μηρυκάζετε χωρίς να ξέρετε τι ακριβώς. Λες κι ο ΧΟΥΑΝ ΑΝΤΟΝΙΟ ΜΠΑΓΙΟΝΑ δεν ξέρει και περίμενε να του πουν αυτοί. Δεν είχε λέει «χαρακτήρες». Τι λες ρε; Ποιος δεν είχε χαρακτήρες; Το… «Τζουράσικ Παρκ». Αντε από κει.
Χαρακτήρες έχει τόσο..όσο…, τα άτομα που συμμετέχουν στην υπόθεση για τη διάσωση των δεινοσαύρων ή την εξαφάνιση τους είναι ολοκληρωμένα ως προς τις απαιτήσεις του είδους, έχουν ζωή και πριν αρχίσει το σενάριο…, όλα αυτά στο τόσο… όσο…
Ευρωπαίος το γύρισε κι αυτό, όπως τις περισσότερες …. «αμερικανιές» Ευρωπαίοι τις κάνουν, ο Καταλανός ΧΟΥΑΝ ΑΝΤΟΝΙΟ ΜΠΑΓΙΟΝΑ που κάποτε είχε κάνει το «ΟΡΦΑΝΟΤΡΟΦΕΙΟ» κι αντιμετωπίστηκε από τους κριτικούς με βάση τη θεωρία του auteur (δηλαδή του.. Προκρούστη) ενώ με τις επιλογές του έδειξε που ήθελε να το πάει, τι ήθελε να κάνει και τον είδαμε στο Χόλυγουντ όπως και πολλούς συμπατριώτες του Καταλανούς ή κι άλλους Ευρωπαίους που σπουδάζουν καλά τα blockbusters και τις ταινίες franchise και πάνε στο Χόλυγουντ που διαθέτει περισσότερα μέσα από τις βιομηχανίες των δικών τους πατρίδων και διευρύνουν τα όρια του είδους κι από την άλλη εμπλουτίζουν τα δικά τους. Η ταινία βλέπεται ευχάριστα για αυτό που είναι, τα εφφέ από τη μέση και μετά γίνονται βάση κανονική του σεναρίου, το ζευγαράκι των πρωταγωνιστών και πρώην εραστών, ασήμαντο.