Δεν θα τολμούσε να κάνει κανείς μια ταινία με ήρωα τον αρχηγό του κράτους που πηγαίνει σε διάσκεψη κορυφής με τους ομολόγους του των γειτονικών χωρών προκειμένου να δημιουργήσουν μια συμμαχία για την εκμετάλλευση ορυκτού, πετρελαϊκού ή ενεργειακού πλούτου. Και μέσα στην υπόθεση να ενσκήπτει οικογενειακό ζήτημα του αρχηγού του κράτους κι η διάσκεψη κορυφής να μετατρέπεται σε οικογενειακή υπόθεση πριν επανέλθει στο φινάλε στο πολιτικό της πεδίο που είναι κι η «περιοχή» της.
Αυτό δεν θα επιτρεπόταν με τίποτε από τους εγχώριους «λογοκριτές», αφού νομίζουν ότι το «πολιτικό» όταν εντάσσεται σε ένα σενάριο «πρέπει» να είναι προπαγάνδα μιάς συγκεκριμένης πολιτικής γραμμής που να ξεφεύγει από τη δραματουργία και να μεταβάλλεται σε μπροσούρα. Εδώ είχαμε διαβάσει του κόσμου τις ανοησίες για το «ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΚΙ ΑΜΠΝΤΟΥΛ» του ΣΤΗΒΕΝ ΦΡΗΑΡΣ, πως δεν έδειξε ότι η Βικτώρια ήταν αποικιοκράτισσα βασίλισσα ή δεν ανέλυσε την πολιτική της ή..ή..ή.. Οι κανόνες του δράματος αγνοούνται όπως αγνοείται και το ότι σε ένα πολιτικό φιλμ κύριο ζητούμενο είναι το «φιλμ», το ουσιαστικό δηλαδή, κι όχι το «πολιτικό» δηλαδή το επίθετο.
Οι Αργεντίνοι, όπως κι οι λοιποί που ασχολούνται με το σινεμά και με το είδος στο οποίο έδωσε ταυτότητα ο ΚΩΣΤΑΣ ΓΑΒΡΑΣ στον όρο "πολιτικό θρίλερ", το κατέχουν, γι αυτό και δεν κάνει να αναρωτιόμαστε γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε κι εμείς μια ταινία σαν κι αυτές που κάνουν οι Αργεντίνοι. Μα και στον Κώστα Γαβρά οι Ελληνες ινστρούχτορες επί χρόνια έσκαβαν λάκκο και τον κατηγορούσαν, όταν δεν τον διέσυραν, για το ότι ενδίδει στο δράμα ή στο αστυνομικό και λοιπές αηδίες….. πικραίνοντας δικούς του ανθρώπους που ζούσαν στην Ελλάδα. Και ξέρουμε πως έγινε η μεταστροφή υπέρ του, ειδικά όταν άρχισε να σκηνοθετεί συναυλίες στο Μέγαρο Μουσικής για τον Γιώργο Νταλάρα και τότε αποφάσισαν να τον «ενστερνιστούν», να τρέχουν από πίσω του, να του κάνουν αφιερώματα.. Ας όψεται το… Μέγαρο. Ούτε ο ίδιος τα ξεχνά, ούτε οι δικοί του άνθρωποι, ούτε όσοι έχουν μνήμη και ξέρουν…
«Ο Πρόεδρος» λοιπόν είναι μια ταινία που δεν θα μπορούσε να γίνει εδώ, όπως και καμία άλλη από τις ωραίες ταινίες που έχουμε δει τα τελευταία αρκετά χρόνια από την Αργεντινή.
Είναι ωραίο σινεμά, είναι εξαιρετικά γυρισμένο , είναι καλή παραγωγή, είναι σεναριακά δομημένο, διαθέτει μοντάζ που κρατά την ταινία σφιχτή και παρασύρει τον θεατή μέχρι το τέλος.
Όμως… Το ότι «τολμά» , για τα ελληνικά δεδομένα, να κάνει κάτι που εδώ από άγνοια ή από κατήχηση δεν θα γινόταν, δεν σημαίνει ότι βγήκε κι άψογο εντελώς. Δεν βγήκε.
Ας τα πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Κι η πρώτη ένσταση μου είναι μία πρώτη σκηνή, εξαιρετικά στημένη, που μας προϊδεάζει για κάποιο μυστήριο , για μια απειλή που επικρέμαται κι αφού δούμε τη σκηνή κι έχουν πέσει οι τίτλοι και ξεκινάμε σιγά σιγά να μπαίνουμε στην κύρια υπόθεση, τη σκηνή εκείνη δεν την ξανασυναντάμε, δεν βλέπουμε την υπόθεση του έργου ως συνέχεια της ή έστω δεν καταλαβαίνουμε την εισαγωγική σημαντικότητα της, όσοι κρατήσαμε στη μνήμη μας τη σκηνή και δεν την ξεχάσαμε.
Και μπαίνουμε στο θέμα, στη διάσκεψη κορυφής αρχηγών κρατών της Κεντρικής και Νοτίου Αμερικής που θα λάβει χώραν, όπως λένε, στη Χιλή, σε ένα ξενοδοχείο κάπου στις Ανδεις, που χρησιμεύει για κατάλυμα.
Η Αργεντινή, θα λάβει κι αυτή μέρος με τον Πρόεδρο της, ο οποίος μαζί με το επιτελείο του ετοιμάζονται για το ταξίδι και παραμονή της αναχώρησης ξεσπά σκάνδαλο , που αφορά στον γαμπρό του Προέδρου, τον άνδρα της κόρης του. Η συνύφανση πολιτικού και προσωπικού θέματος ξεκινά και καθώς προχωρά η υπόθεση και φτάνουμε στις χιλιανές Ανδεις, έχουμε μπει για τα καλά στο ρυθμό. Ειδικά, όταν καταφθάνει η κόρη του Προέδρου που της ζητήθηκε κι η οποία εκδηλώνει ψυχολογικές διαταραχές.
Από ένα σημείο και μετά, το σενάριο στέκεται πολύ σε αυτό που συμβαίνει στην προεδρική σουίτα με το θέμα της κόρης κι εκεί είναι που έκανα τις σκέψεις περί ελληνικού κινηματογράφου κι όσων ανέφερα πιο πάνω ότι εδώ δεν θα τολμούσαν να βάλουν κάτι τέτοιο. Και η υπόθεση προχωρά κι ανακατεύονται ακόμα κι υπνωτιστές και περιμένουμε να μάθουμε τι κρύβεται στο κουρασμένο υποσυνείδητο της κοπέλας, σε τι πιθανόν να ενέχεται ο πατέρας της , είναι εξαιρετική η προσέγγιση πατέρα προς την κόρη, είναι ωραίες οι σκηνές που ο Πρόεδρος πάει να λειτουργήσει περισσότερο ως πατέρας και λιγότερο ως Πρόεδρος ενώ περιμένουν οι ομόλογοι να ψηφίσουν ή να καταψηφίσουν κι εφορμά στην πολιτική σκηνή κι ο αμερικάνικος παράγοντας.
Δυστυχώς, η συνύφανση δεν καταλήγει κάπου ψηλά, το οικογενειακό περιστατικό γίνεται ένα με το πολιτικό, η απόφαση που πρέπει να ληφθεί είναι εκτός μακροσκελούς επεισοδίου.
Κι έτσι, ένα σενάριο ωραία γραμμένο ως σενάριο, προδίδεται από την ίδια την ιστορία, από το story, μολονότι ως τρόπος γραφής έχει ενδιαφέρον.
Όπως ενδιαφέρον έχει κι ο ΡΙΚΑΡΝΤΟ ΝΤΑΡΙΝ, ένας άψογος κινηματογραφικότατος ηθοποιός, που με λιτά εκφραστικά μέσα κεντά τις πολυποίκιλες πτυχές του ρόλου του, ως πολιτικός που πρέπει να πάρει μια απόφαση κι απειλείται από σκάνδαλο,, ως πατέρας που έχει να τιθασεύσει μια κόρη αλλά και να τη νοιαστεί και να την πλησιάσει και να την καταλάβει, ως εραστής που εξακολουθεί να ποθεί και να ποθείται και να φλερτάρει ακόμα και για δημόσιες σχέσεις…
Θαυμάσια η φωτογραφία, υπέροχα ομοιογενής από το ξεκίνημα ως την προβολή των Ανδεων μα και των εσωτερικών χώρων που δεν αλλάζουν αισθητική φυσιογνωμία, εξαιρετική η σκηνογραφική διεύθυνση τόσο στην επιλογή του συγκεκριμένου τοπίου των Ανδεων όσο και του ξενοδοχείου, των εσωτερικών χώρων, της προεδρικής σουίτας.
Η σκηνοθεσία είναι του ΣΑΝΤΙΑΓΚΟ ΜΙΤΡΕ, αρκετά νέου, ο οποίος δηλώνει κινηματογραφική γνώση στον τρόπο της αφήγησης αλλά στο συγκεκριμένο φιλμ παρατηρείται κάποιο έλλειμμα στη στόχευση, στη συνεργασία με τους δύο σεναριογράφους που υπογράφουν.
Τέλος, μόνο επαίνους για την κινηματογραφικότατη μουσική που άκουγα και θαύμαζα, κι έλεγα να μια κινηματογραφική μουσική πέρα για πέρα, που έχει λόγο ύπαρξης, που συνοδεύει την ιστορία, που παρεμβαίνει με τον τρόπο της στην ιστορία ώσπου στους τίτλους φινάλε είδα ΑΛΜΠΕΡΤΟ ΙΝΓΚΛΕΣΙΑΣ , οπότε όλα εξηγήθηκαν!!!!!!!!!!!!!!!