Ανάμεικτα συναισθήματα αφήνει αυτή η ταινία της ΛΥΝ ΡΑΜΣΕΥ, που τιμήθηκε στις Κάννες με διπλό βραβείο, ΣΕΝΑΡΙΟΥ κι ανδρικής ερμηνείας στον ΓΙΟΑΚΙΝ ΦΙΝΙΞ. Κι ως προς μεν το βραβείο σεναρίου επαυξάνονται οι ενστάσεις (ή έστω οι απορίες) περί των φετινών αποτελεσμάτων του Φεστιβάλ Κανών, ύστερα από το βραβείο σκηνοθεσίας στη Σοφία Κόπολα για την «Αποπλάνηση» και το βραβείο σεναρίου εδώ… Χώρια ότι κατανοώ πλήρως και τις ενστάσεις για τον «Χρυσό Φοίνικα» στην σουηδική «ΠΛΑΤΕΙΑ» που την είδα για τα Ευρωπαικά Βραβεία αντί του γαλλικού «120 ΧΤΥΠΟΙ ΤΟ ΛΕΠΤΟ». Όμως, όλως αντιθέτως, για το βραβείο ερμηνείας στον Γιοακίν κάνουμε αληθινή ΥΠΟΚΛΙΣΗ.
Την έχει υποβάλει η ΧΙΛΗ για το ξενόγλωσσο ΟΣΚΑΡ του 2018 κι η συμπαραγωγή με Γερμανία- εξού και της προέκυψε και βραβείο σεναρίου στο Φεστιβάλ Βερολίνου- της προσδίδει καλής ποιότητας παραγωγή που φαίνεται κυρίως στην εξαιρετική φωτογραφία και στη σκηνογραφική διεύθυνση όπου τα χρώματα αποζητούν φωτισμούς για να γίνουν ατμόσφαιρα. Μα πάνω από όλα μας αποκαλύπτει την ΝΤΑΝΙΕΛΑ ΒΕΓΚΑ, μια αληθινή καλλιτέχνιδα, τρανσέξουαλ, που δίνει ΥΠΟΣΤΑΣΗ στην τρανσέξουαλ ηρωίδα του σεναρίου.
Άλλο ένα δυνατό φιλμ από τις «Νύχτες Πρεμιέρας» που το έχουμε και στην Ευρωπαϊκή Ακαδημία για τα προκριματικά…. Από τη ΡΩΣΙΑ κι από τον σκηνοθέτη του «ΛΕΒΙΑΘΑΝ» ΑΝΤΡΕΪ ΖΒΥΑΓΚΙΝΤΣΕΦ, που το έχει υποβάλει η χώρα του και για το ΟΣΚΑΡ.
….Εφόσον, το παρακολουθήσει κανείς υπομονετικά ως το τέλος ώστε να βρει κι ο συνήγορος τα επιχειρήματα. Διότι εάν ακολουθηθούν οι διαθέσεις του κοινού, τότε το έργο κινδυνεύει να σκοντάψει μια και του λείπει καταρχάς η φόρμα.
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ το φιλμ του ΣΑΜΟΥΕΛ ΜΑΟΖ από το ΙΣΡΑΗΛ, που είδα χτες Κυριακή στις «Νύχτες πρεμιέρας» κι αποτελεί και την υποβολή της χώρας για το ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΟ ΟΣΚΑΡ του 2018. Εκδηλώνω προτίμηση με δεύτερο το «120 ΧΤΥΠΟΙ ΤΟ ΛΕΠΤΟ» για το όποιο έγραψα, επίσης από τις «Νύχτες πρεμιέρας», που αποτελεί υποβολή της ΓΑΛΛΙΑΣ. Η Ιταλία δεν έχει καταθέσει ακόμα….
Δυνατή ταινία αυτή η γαλλική, η οποία κυκλοφορεί και ΣΥΝΤΟΜΟΤΑΤΑ στους κινηματογράφους κι η οποία με έβαλε και μένα σε σκέψεις αν αδικήθηκε ή όχι στις Κάννες με την «στέρηση» του «Χρυσού Φοίνικα» και την «αντικατάσταση» του με το «GRAND PRIX».
Το ντοκυμαντέρ με το οποίο ντεμπουτάρησε στην κινηματογραφική σκηνοθεσία η μία και μοναδική ΒΑΝΕΣΑ ΡΕΝΤΓΚΡΕΗΒ είναι το καλύτερο από όσα έχω δει για πρόσφυγες από τότε που ενέσκηψε το θέμα στη ζωή μας με τις καραβιές των ψυχών να βυθίζονται στις αδυσώπητες θάλασσες κι όσοι διασώζονται να αντιμετωπίζουν τη «λιποταξία» των Αρχών, των κοινωνιών, των Κυβερνήσεων. Τη λιποταξία των ανθρώπων απέναντι στον Ανθρωπο.
Αν και δεν είναι αυτό το θέμα της ταινίας, είναι όμως καθοριστικό στην εξέλιξη της ηρωίδας και το σενάριο τη βάζει τη σκηνή σε κομβικό σημείο, στην αρχή του δεύτερου μέρους. Κι έχει τη σημασία του. Διότι το έργο σεναριακά είναι εξαιρετικά δομημένο.
Το «εν κατακλείδι» επέλεξα ως προσδιορισμό για την ολοκαίνουργια ταινία του ΤΟΝΤ ΧΕΙΝΣ με την οποία έκαναν έναρξη χθες Τετάρτη 20 Σεπτεμβρίου οι «ΝΥΧΤΕΣ ΠΡΕΜΙΕΡΑΣ» για το 2017. Με τις οποίες θα ασχοληθώ σε καθημερινή αλλά επιλεκτική (χωρίς αυτό να σημαίνει υποχρεωτικώς κι «εκλεκτική»…) βάση. Μια και το πρόγραμμα είναι ΠΛΟΥΣΙΟΤΑΤΟ!!!
« Ο Σωματοφύλακας του εκτελεστή» , να πούμε καταρχάς, δεν είναι ταινία για να αρέσει σε όλους. Αντιλαμβάνομαι κι αναγνωρίζω πως υπάρχει και μια κατηγορία θεατών που από το σινεμά δεν αποζητεί την περιπέτεια ή τη δράση παρά άλλου είδους πράγματα. Το σέβομαι, γι αυτό και ξεκινώ από αυτή την επισήμανση. Όμως «Ο ΣΩΜΑΤΟΦΥΛΑΚΑΣ ΤΟΥ ΕΚΤΕΛΕΣΤΗ» έρχεται να δώσει την απάντηση σε ταινίες όπως το «Ερχεται τη νύχτα» που πάνε να παραστήσουν τις «καλλιτεχνικές» μόνο και μόνο επειδή είναι ημιτελείς κι ανεπαρκείς με υψηλό δείκτη αναπηρίας, την ίδια ώρα που ταινίες όπως αυτή εδώ θα προσπεραστούν ως «εμπορικές». Ε, λοιπόν σας πληροφορώ ότι η ταινία αυτή είναι πολύ ανώτερη από τις «δήθεν» και τις «κάπως» διότι είναι ΤΙΜΙΑ με τον εαυτό της και τις προθέσεις της, ΤΙΜΙΑ απέναντι στο είδος της, ΤΙΜΙΑ απέναντι στο σινεμά επειδή το υπηρετεί με σεβασμό κι επειδή στα πρώτα μετεφηβικά μου χρόνια στο επάγγελμα, ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΥΡΑΤ μου είχε επισημάνει, όταν κατέβαζε ένα δύσκολο έργο που δεν περπάτησε και κατέφευγε σε κάτι πιο εμπορικό: «Είτε παίζουμε ΡΑΚΙΝΑ είτε ΝΙΚΟΝΤΕΜΙ, κι οι δύο είναι το ίδιο ΘΕΑΤΡΟ. Τους υπηρετούμε και τους δύο με την ίδια ζέση διότι υπηρετούμε το θέατρο». Εδώ λοιπόν υπηρετείται το ΣΙΝΕΜΑ της ψυχαγωγίας με πολύ μεγάλο ζήλο, καλύτερα από ό,τι υπηρετήθηκε το σινεμά του «δήθεν» «Ερχεται τη νύχτα».