Από εκεί και πέρα, ο καθένας θα πάει να δει την ταινία που θέλει να δει και ίσως όχι αυτήν που προβάλλεται στο «πανί». Ο υποφαινόμενος θα γράψει για την ταινία του «πανιού», διότι έτσι αντιλαμβανόταν- αντιλαμβανόμουν!- ανέκαθεν την κριτική και το ρόλο της Ξεκινώντας από ένα «μότο» πως «αν η κριτική είναι κάτι τόσο υποκειμενικό και δεν συμπλέει με τους κανόνες του αντικειμένου, τους κανόνες που διέπουν μια κινηματογραφική ταινία, τους κανόνες της Τέχνης του Κινηματογράφου δηλαδή, τότε ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΛΟΓΟ ΝΑ ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ». Αυτό , λοιπόν, που θα διαβάσετε παρακάτω είναι ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΓΑΒΡΑ ΚΙ ΟΧΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΤΟΥ ΓΙΑΝΗ ΒΑΡΟΥΦΑΚΗ.
Οι τωρινοί «ΑΘΛΙΟΙ» δεν είναι μια ακόμα μεταφορά του κλασικού μυθιστορήματος του ΒΙΚΤΩΡΟΣ ΟΥΓΚΩ στην οθόνη όπου δικαιολογημένα κάποιος μπορεί να αγανακτούσε από τις επαναλαμβανόμενες διασκευές. Οι τωρινοί «ΑΘΛΙΟΙ» είναι κάτι εντελώς διαφορετικό κι επίσης συγκλονιστικό διότι δεν αποκόπτονται από τον Ουγκώ… Αλλά…
Οι δύο χαρακτηρισμοί στον τίτλο για τον Βρετανό σκηνοθέτη είναι ακριβώς αυτοί, κατά την αντίληψη μου, που του χαρίζουν μια ξεχωριστή, αν όχι και περίοπτη, θέση στον βρετανικό κινηματογράφο. Και κατεπέκταση στον παγκόσμιο.
Κινεζική ταινία, με συναισθηματική καθολικότητα είναι αυτός ο «ΓΛΥΚΟΣ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ», που ενθουσίασε στο Sundance, όπως διάβασα , κι αυτό που μου έκανε εντύπωση με μια σχετική δόση απορίας είναι το γεγονός πως δεν πρόκειται για ταινία του auter-ισμού , που, ως επί το πλείστον, κι όχι μόνο στο Sundance αλλά γενικότερα στη φεστιβαλική λογική, είναι αυτές που προωθούνται.
Πέρσι είχαμε τους Πολωνούς των χρόνων «εκείνων», φέτος έχουμε τους Τσεχοσλοβάκους (μια κι ακόμα δεν είχαν βγει τα… βελούδινα διαζύγια) με το σινεμά τους της δεκαετίας ‘ 60 που ήταν ένα από τα σημαντικότερα που ξεπετάγονταν στην Ευρώπη της δεκαετίας εκείνης κι ανακόπηκε με το Τέλος της Ανοιξης της Πράγας, το 1968, όταν μπήκαν τα στρατεύματα του Συμφώνου της Βαρσοβίας κι ανέστειλαν ή ανέκοψαν κάθε εξέλιξη…. Ως ειδικό αφιέρωμα στις «Νύχτες Πρεμιέρας». Κι είδαμε το «Ο ΑΠΟΤΕΦΡΩΤΗΣ» του ΓΙΟΥΡΑΪ ΧΕΡΖ
Πως μπορεί να γίνεται γοητευτική η ασάφεια; Προφανώς και μπορεί, ειδικά στα Φεστιβάλ. Όταν μάλιστα εκτός από τη «Χρυσή Αρκτο» του Βερολίνου παίρνει και το βραβείο της «FIPRESCI», της διεθνούς των κριτικών, που τα κριτήρια τους δεν τα έχω σε υπόληψη, αμφισβητώ πολλές φορές κι αν υπάρχουν κριτήρια, πέρα από μπαρούφες και γενικότητες, που συνοδεύουν συνήθως τις αποφάσεις τους, τότε ναι, η αντίφαση ισχύει.
Ναι, παραδέχομαι την εμμονή του ιταλικού σινεμά με θέματα γύρω από τη Μαφία.
Ναι, αναγνωρίζω ότι αυτά κάπου, κατά το κοινώς λεγόμενο, «τα έχουμε ξαναδεί».
ΟΜΩΣ, η χαρακτηριζόμενη ως «εμμονή» έχει να κάνει και με μια άλλη λέξη που λέγεται ΠΑΡΑΔΟΣΗ κι αφορά , εκτός από το σινεμά , σε μια διαρκή πραγματικότητα.
Σε συγκινησιακά φορτισμένο κλίμα είδαμε την ταινία αυτή που φέρεται ως παραγωγή του ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ με την υπόθεση να εκτυλίσσεται στο σημερινό Βιετνάμ κι ο σκηνοθέτης που την υπογράφει, ο ΧΟΝΓΚ ΚΑΟΥ, να είναι γεννημένος στην Καμπότζη χωρίς να διευκρινίζεται αν είναι και Καμποτζιανός ή αν βρέθηκε εκεί η οικογένεια με τα κύματα προσφύγων, τότε που στο Βιετνάμ γινόταν… Βιετνάμ.
Άλλο ένα ακόμα εκπληκτικό δείγμα γραφής από τον ΦΑΤΙΧ ΑΚΙΝ, κι όταν λέω ΓΡΑΦΗΣ, κυριολεκτώ . Επειδή ξεκινάμε από την ΓΡΑΦΗ, την συγγραφή δηλαδή, του σεναρίου και αβίαστα περνάμε στη σκηνοθεσία αφού στην περίπτωση του Φατίχ…Μάνκιεβιτς, το σενάριο κι η σκηνοθεσία είναι ένα πράγμα.
Τότε, θα μεθούσαμε πραγματικά με τη διαπίστωση της δυνατότητας του κινηματογράφου και των ανθρώπων του , από μια ίδια αφετηρία να κάνουν ένα εντελώς διαφορετικό έργο, ένα άλλο πράγμα, ένα «άλλο πράγμα» και με την έννοια του θαυμασμού.