Η ΠΡΙΓΚΗΠΟΣ πρωταγωνιστεί στην ταινία κι ο σκηνοθέτης-συν-σεναριογράφος , ΧΙΝΕΡ ΣΑΛΕΕΜ, ο οποίος, όπως διάβασα είναι Κούρδος από το Ιράκ, εκεί επικεντρώνει το φακό του και με τη βοήθεια, με την πρωταγωνιστική θα έλεγα συμμετοχή-συμβολή του διευθυντή φωτογραφίας αποτυπώνει στο φακό μια Πρίγκηπο, που σε γεμίζει υποβολή και αισθήσεις. Μια Πρίγκηπο φθινοπωρινή, με τη θάλασσα του Μαρμαρά γκριζωπή και μελαγχολική, με λίγο κόσμο, χωρίς εκείνο το χαμό του καλοκαιριού και σχεδόν καθόλου ήλιο, φτιάχνει ατμόσφαιρα υποβλητικότατη για ένα τέτοιο αστυνομικό.
Αφενός, σε κάνει να θέλεις πολύ να πας μια τέτοια περίοδο να ηρεμήσεις , να ησυχάσεις, να στοχαστείς στο πιο όμορφο και Νο4 νησί των Πριγκηπονήσων (ας με συγχωρέσουν η ΠΡΩΤΗ, η ΑΝΤΙΓΟΝΗ κι η ΧΑΛΚΗ με τη Θεολογική Σχολή της, όπου κι εκεί είναι πανέμορφα και μοιάζουν με την Πρίγκηπο), αφετέρου διότι έτσι όπως έχει αποτυπωθεί στην ταινία, είναι έτοιμο σκηνικό να υποδεχτεί έργο μυστηρίου κι εγκλήματος.
Οπου μια Αμερικανίδα συγγραφέας που αγαπούσε το νησί και το επισκεπτόταν συχνά και διέμενε επί μακρά διαστήματα, βρίσκεται δολοφονημένη κι ένας επιθεωρητής της Αστυνομίας από την Κωνσταντινούπολη έρχεται για να προχωρήσει τις έρευνες.
Κι ο αστυνομικός επιθεωρητής που καταλύει σε ένα νοικοκυρεμένο κι όχι ακριβό ξενοδοχείο κι αρχίζει κι ένα φλερτ με την ξενοδόχα, θα πέσει σε ένα τοίχο σιωπής αλλά και προκατάληψης των μονίμων κατοίκων, σε μιά καχυποψία, σε κλειδωμένα στόματα και σφραγισμένα χείλη ενώ καθώς θα προχωρεί στην έρευνα του, θα ανακαλύψει κι άλλο φόνο, προγενέστερο του φόνου της Αμερικανίδας, όπου θα εντοπίσει στοιχεία σύνδεσης ανάμεσα στα δύο εγκλήματα.
Προκαταλήψεις ανδρών, προκαταλήψεις γυναικών, προκαταλήψεις απέναντι στο «τουπέ» των Κωνσταντινουπολιτών και έρευνα που φτάνει μέχρι το κουρδικό ζήτημα, κυριαρχούν στην ταινία και δυσκολεύουν τη ζωή του επιθεωρητή ενώ το περιβάλλον είναι αυτό που είπα και στην αρχή κι όσο κλιμακώνεται η ιστορία τόσο και γίνεται υποβλητικότερο το τοπίο.
Τώρα, αν θέλουμε αναφορές κατατοπισμού περί τι ακριβώς αστυνομικού είδους πρόκειται, έτσι για να συνεννοηθούμε και για να ξέρει ο θεατής τι περίπου πάει να δει, θα έλεγα ότι έχουμε σύνθεση. Καλοχωνεμένη!! Σαφώς ως βάση έχουμε κάτι από Αγκαθα, Αγκαθα Κρίστι εννοώ, η παρέμβαση του τοπίου ως προέκταση αλλά κι η προέκταση των ανθρώπων σε προκαταλήψεις ακόμα κι εθνοτικές , μας πάει λίγο και προς την σύγχρονη σκανδιναβική αστυνομική λογοτεχνία-κινηματογραφία ενώ αν την δούμε την εξέταση ως αξονική τομογραφία θα ανακαλύψουμε κι ευρήματα Σαμπρόλ ή και ιταλικού σινεμά -τηλεόρασης , εκεί κατά Σικελία μεριά είτε ως Ελιο Πέτρι και «A ciascuno il suo» είτε ως Αντρέα Καμιλέρι κι «επιθεωρητή Μονταλμπάνο»…. Τα δύο τελευταία, όμως, είναι απλώς ευρήματα, χωρίς πιθανότητα διόγκωσης και καπελώματος της ταινίας.
Σεναριακά, το μυστήριο πλέκεται σιγά σιγά , η σκηνοθεσία το κάνει να φαίνεται ως πιο περιπεπλεγμένο με τον τρόπο που σκηνοθετούνται παύσεις, βλέμματα, χώροι κι αντιδράσεις, το κοινωνικό κομμάτι εισέρχεται ομαλά στο μύθο και δίνει δυνατότητα στο μυστήριο να κλιμακωθεί, η προέκταση κι η λύση έρχονται εξίσου ομαλά , με κλειδιά παραδομένα στον θεατή κι όχι με λύσεις από μηχανής θεού, όμως, δεν σοκάρει και τόσο η αποκάλυψη όσο θα απαιτούσε ή θα υποσχόταν μια τέτοια υποβολή της Πριγκήπου έτσι όπως φωτογραφήθηκε και σκηνοθετήθηκε. Κυρίως, όπως , φωτογραφήθηκε.
Η παραγωγή είναι φροντισμένη κι υπάρχουν λεφτά κι από την Ευρώπη. Κι ο γοητευτικός πρωταγωνιστής είναι κι αυτός ένας από τους πολλούς Τούρκους της Γερμανίας που κάνουν ταινία στον τόπο καταγωγής τους αλλά την εμπιστοσύνη χρηματοδότησης την αντλούν από τον τόπο γέννησης τους τον ευρωπαϊκό….
Θα ήθελα πολύ να γκρινιάξω για οικεία κακά, να ξαναπώ για τον ελληνικό κινηματογράφο και για τα είδη που πλέον τα αγνοεί ή τα μετατρέπει σε ταρκόφσκι ερζάτς όπως τον αντελήφθη το πρωτοβάθμιο νηπιαγωγείο, να αναρωτηθώ ακόμα και για τους Ελληνες της Γερμανίας που σε αντίθεση με τους Τούρκους της ίδιας χώρας, δεν τους βλέπω να έρχονται κατά τον τόπο τους να κάνουν κανένα φιλμ, από την άλλη φοβούμαι ότι και να θέλουν οι ίδιοι, ο τόπος τους το θέλει πραγματικά ή μόνο κουβεντιαστά;
Πάντως το εν λόγω αστυνομικό φιλμ κι ως κοινωνικοπολιτικό περιεχόμενο γεννά απορίες με το πώς οι Τούρκοι αφήνουν και γίνεται στη χώρα τους ενώ το θέμα έχει το ταμπού του. Εδώ θα έβγαιναν στα πάνελ και θα εξαπέλυαν μύδρους κατά δικαίων και αδίκων, υπόπτων και σκοτεινών, προδοτών και πουλημένων. Αυτά που εκστομίζονται στην ταινία και δηλώνουν τις προκαταλήψεις των χαρακτήρων, στην Ελλάδα οι χαρακτήρες θα έμεναν αδούλευτοι λόγω σεναριακής ανεπάρκειας και το φυλετικό θα έβγαινε στα πάνελ.