Τα δύο αυτά «συστατικά» συνθέτουν αλλά και χαρακτηρίζουν την γαλλική και συνάμα πανευρωπαϊκή αυτή ταινία που δεν σε αφήνει να κατακτηθείς από αυτήν, όσο ακριβώς θα ήθελες. Κατακτιέσαι μόνο μερικώς.
Το «μερικώς» έχει να κάνει με το ότι η ίντριγκα σε βρίσκει από το ξεκίνημα και σε προκαλεί προσφέροντας κάτι ασυνήθιστο: Εννιά μεταφραστές, διαφορετικής εθνικότητας ο καθένας, προσλαμβάνονται για να ολοκληρώσουν την μετάφραση του υπό εξέλιξη τελευταίου κεφαλαίου μιας τριλογίας. Οι μεταφραστές αυτοί «φιλοξενούνται» σε ένα χώρο που περισσότερο παραπέμπει σε κάτι από.. Λέσχη τύπου ..Μπίλντενμπεργκ, παρά σε ένα εκδοτικό χώρο ή σε κανονικό ξενοδοχείο κι είναι κάτι σαν να πρόκειται για τη.. Μετάφραση των Εβδομήκοντα.
Σε ιντριγκάρει όλο αυτό αλλά και σου βάζει ερωτηματικά περί της σημαντικότητας και της σπουδαιότητας αυτού που έχουν να μεταφράσουν και γιατί γίνονται όλα αυτά με τόση μυστικότητα, με τόσο συνωμοτική διάθεση. Στο κάτω κάτω θα μεταφράσουν, δεν θα γράψουν.
Και κάποια στιγμή σκάει μύτη η απειλή περί «χάκερ» μια και κάποιες πρώτες σελίδες του υπό μετάφραση έργου, κυκλοφόρησαν στο διαδίκτυο. Και ψάχνουν να βρουν και ποιος είναι ο «χάκερ» ανάμεσα τους.
Στο μεταξύ, όπως τους γνωρίζουμε αυτούς τους 9 μεταφραστές και τον μυστηριώδη επικεφαλής κύριο, δυσκολευόμαστε να αναγνωρίσουμε χαρακτήρες, περισσότερο δείχνουν ότι εκπροσωπούν «ιδέες» παρά ότι είναι ζωντανοί, ολοκληρωμένοι άνθρωποι.
Τελικά, το όλο μυστήριο περισσότερο παραπέμπει και μόνο έτσι δικαιολογείται σε έργο τύπου Ζαν Πολ Σαρτρ, σε κάτι από «Κεκλεισμένων των θυρών», στο να του δοθούν δηλαδή συμβολικές και άλλου παρόμοιου τύπου διαστάσεις παρά σε κάτι παραδοσιακού μυστηρίου. Οπου εκτός των άλλων, κάποια πράγματα μένουν αδικαιολόγητα, κυρίως οι φόνοι…
Κι όταν τελειώνει κι έχει δοθεί η λύση του αινίγματος, το οποίο αίνιγμα, έτσι όπως εξελίσσεται φλύαρα το μυστήριο , έχει πάψει να μας κεντρίζει, ακούμε και διαβάζουμε και μια βαρύγδουπη θέση επιλόγου, πως η ταινία αφιερώνεται στους Μεταφραστές αυτού του κόσμου.
Ομολογώ ότι δεν βρήκα κάτι το σημαντικό ώστε να καταλήγουμε σε αυτή την «προσφορά», το σημαντικό θα μπορούσε να βγεί μόνο μέσα από τις αλληγορικές διαστάσεις. Από τα να δούμε αυτή τη «Λέσχη Μπίλντενμπεργκ» των παγιδευμένων μεταφραστών ως μια αλληγορία της σημερινής κατάστασης στην Ευρώπη ή μάλλον στην Ευρωπαϊκή Ενωση- για να το προσδιορίσω καλύτερα. Όμως η ΑΛΛΗΓΟΡΙΑ ως γράψιμο, έχει δικούς της κανόνες ώστε να λειτουργήσει. Και το σενάριο, στην παρέκκλιση αυτή, ανταποκρίνεται πάλι «μερικώς», μόνο μερικώς….
Με άλλα λόγια ενώ σε αρπάζει στο ξεκίνημα και σε γοητεύει με την εξαιρετική διανομή, σε ξενερώνει με το θολό ζητούμενο. Με το ποιο είναι ακριβώς το θέμα. Κι όταν σε ένα έργο μυστηρίου παραμένει μυστήριο το μυστήριο, ε, τότε, έχουμε θέμα πρωτίστως σεναριακό και δευτερευόντως σκηνοθετικό.
Διότι ο Δαλιανίδης μπορεί να έλεγε ότι Η ΔΙΑΝΟΜΗ ΕΙΝΑΙ Η ΜΙΣΗ ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ, αλλά έχει σημασία και ποιοι είναι οι ρόλοι κι η υπόθεση για την οποία συγκροτείται η καλή διανομή, ώστε να προχωρήσουμε και στην άλλη μισή σκηνοθεσία. Αυτό ακριβώς συμβαίνει στην περίπτωση του σκηνοθέτη ΡΕΖΙ ΡΟΥΑΝΣΑΡ αλλά η ευθύνη δεν είναι αποκλειστικά δική του.
Η διανομή είναι ΤΕΛΕΙΑ, οι ρόλοι όμως ΔΕΝ είναι τέλειοι.
Ο ΛΑΜΠΕΡ ΟΥΙΛΣΟΝ, η ΟΛΓΑ ΚΟΥΡΙΛΕΝΚΟ, ο ΡΙΚΑΡΝΤΟ ΣΚΑΜΑΡΤΣΙΟ, η Δανέζα ΣΙΝΤΣΕ ΜΠΑΜΠΕΤ ΚΝΟΥΤΣΕΝ (αυτή, ως χαρακτήρας, προλαβαίνει και δείχνει και μια προσωπική ζωή), ο έξοχος νεαρός Βρετανός ΑΛΕΞ ΛΟΟΥΘΕΡ κι ο δικός μας ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΑΥΡΟΜΑΤΑΚΗΣ δανείζουν τις φυσιογνωμίες τους και κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους…
Θα σταθώ στον ΜΑΝΩΛΗ ΜΑΥΡΟΜΑΤΑΚΗ, ο οποίος είναι ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟΣ ,ο δικός του ρόλος είναι από τους πιό ξεκαθαρισμένους εκεί μέσα και παίζει με πολλή άνεση και σιγουριά το μέρος του. Κι η πρόσληψη του, το γεγονός ότι κατάφερε και πήρε το ρόλο, αναφτερώνει τις ελπίδες για αυτό που βλέπω τελευταίως με Ελληνες ηθοποιούς να προχωρούν στον ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ Κινηματογράφο, μια η ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥ, την άλλη ο ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΣΚΙΑΔΑΡΕΣΗΣ, τώρα ο ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΑΥΡΟΜΑΤΑΚΗΣ με κάνουν να συναισθάνομαι έντονα αυτό που συμβαίνει στον ελληνικό κινηματογράφο: Ότι ο ελληνικός κινηματογράφος δεν πηγαίνει καθόλου καλά, οι Ελληνες καλλιτέχνες, όμως προσλαμβάνονται στο εξωτερικό και διαπρέπουν. Βέβαια, χωρίς να ασχολείται κανείς, χωρίς να τους συνοδεύει η δημοσιότητα που θα τους άξιζε. Και βλέπω αυτό το άνοιγμα από τις κινηματογραφίες των ευρωπαϊκών χωρών αλλά κι από τους ηθοποιούς μας, που περνούν τις εξετάσεις, παίρνουν τους ρόλους και τους φέρουν εις πέρας θαυμάσια. Και παίρνουν ρόλους, ρόλους γερούς, όχι ..περάσματα. Ας ακολουθήσουν το παράδειγμα τους κι άλλοι ηθοποιοί μας, ας στραφούν στην Ευρώπη κι ας αφήσουν το Χόλυγουντ στα πρωινάδικα . Ο Μαυροματάκης σε αυτό εδώ το ρόλο του δίνει τόση ουσία μα τόση ουσία και στο ίδιο το παρουσιαστικό του. Ως έκφραση, ως στάση, ως έλεγχος των εκφραστικών μέσων του που με λιτούς τρόπους αποδίδει τον πληθωρικό χαρακτήρα- όσο γίνεται «χαρακτήρας»- που έχει αναλάβει να ζωντανέψει. Ενας πλήρης ηθοποιός.