Κι ο τρόπος με τον οποίο το επεξεργάζονται οι δύο ΠΟΛΩΝΟΙ σκηνοθέτες, Ανδρας και Γυναίκα, ο ΤΟΜΑΣ ΜΑΝΤΕΖ κι η ΜΠΑΡΜΠΑΡΑ ΜΠΙΑΛΟΒΑΣ με έκανε να τους παραδεχτώ πάνω στο εξής απλό αλλά και θεμελιώδες δόγμα: ΝΑ ΞΕΡΕΙΣ ΠΟΛΥ ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΠΩΣ ΝΑ ΤΟ ΚΑΝΕΙΣ, ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ!
Φυσικά, η ταινία σε επίπεδο IMDB-ήδων έχει ξεσηκώσει θύελλες όπου μπήκα στον κόπο και διάβασα μερικές και δεν κατάλαβα τίποτα: Μόνο ΑΦΟΡΙΣΜΟΥΣ. Σχεδόν σαν κι εκείνους για την ταινία του Γαβρα από το βιβλίο του Βαρουφάκη. «Κακό», «χείριστο», «αισχος» είναι χαρακτηρισμοί, είναι αφορισμοί και δεν λένε ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΤΙΠΟΤΑ.
Ούτε είναι εξήγηση, μάλλον για γέλια, το ότι την κατηγορούν για το ότι δεν έχει «plot», πλοκή δηλαδή .
Καταρχάς βασίζεται σε βιβλίο, όπως λένε οι πληροφορίες μου, το οποίο δεν ξέρω πως είναι κι ούτε προτίθεμαι να το διαβάσω αλλά πάντως είναι από βιβλίο, που πουλήθηκαν τα δικαιώματα για να γίνει ταινία.. Αρα να λένε ότι δεν υπάρχει «υπόθεση» μάλλον δεν καταλαβαίνουν τι ακριβώς θέλουν να …αφορίσουν.
Κατά δεύτερο λόγο αυτό που είδα, το οποίο σίγουρα προέρχεται από επιρροή των «αποχρώσεων του γκρι» που κι εκείνες προέρχονταν από επιρροή του «9,5 εβδομάδες» που με τη σειρά τους επηρέασαν την «άγρια ορχιδέα»… με κορυφαία όλων κι απαρχή του είδους την «Εμμανουέλα» και που όλες αυτές οι ταινίες διασύρθηκαν και θάφτηκαν από την «κριτική» η οποία δεν ήταν σε θέση να δει τι έργο έχει μπροστά της και τις πέταξαν στον καιάδα με κριτήρια ..άλλων ταινιών. Ξεκινώντας από την δηθενιά της σοβαροφάνειας αλλά και της συντήρησης.. Είτε της ηθικοπλαστικής είτε της κινηματογραφικής.
Ένα είδος ολόκληρο δηλαδή αφού μιλάμε για τόσες ταινίες . Μην πω και για την «Ολέθρια σχέση» και παροτρύνω αναγνώστες να ανατρέξουν στις «κριτικές» που είχαν γραφτεί τότε …
Για να τα ξεκαθαρίσουμε λοιπόν: Η ταινία είναι ερεθιστική πέρα για πέρα. Διεγερτική! Πως να το πω; Νομίζω με καταλαβαίνετε...
Και τη διέγερση , την πετυχαίνει με τον συνεχή ερεθισμό. Ο οποίος πως επιτυγχάνεται; Πως «φτιάχνεται» ο θεατής ώστε να αισθανθεί σύγκορμα τη διέγερση;
Επιτυγχάνεται με ένα τρόπο ο οποίος με παρακίνησε να παρακολουθήσω πολύ σοβαρά τη δουλειά των δύο Πολωνών σκηνοθετών, και να πω πως αυτό που κάνουν και πετυχαίνουν δεν είναι τόσο εύκολο.
Το θέμα του έργου, που έχει να κάνει με την πολιορκία την επίμονη, επίπονη και σταθερή μιας γκόμενας Πολωνέζας από ένα πανέμορφο Σικελό γκάνγκστερ, γίνεται ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ της ίδιας της ταινίας
Οι δύο σκηνοθέτες ακολουθούν την γραμμή του σεναρίου και τα χνάρια των ηρώων. Με τον τρόπο που πολιορκεί ο Σικελός την Πολωνέζα, με ανάλογο τρόπο παίζουν κι οι σκηνοθέτες με τον θεατή. Τον πολιορκούν σιγά σιγά και τον βάζουν στο παιχνίδι της δικής τους ηδονής. Όπως ο Σικελός περιμένει να «πέσει» η Πολωνέζα, με ανάλογο τρόπο επιδιώκουν κι οι σκηνοθέτες να «πέσει», να παραδοθεί στη σαγήνη τους, ο θεατής.
Όπως ο γκόμενος μεταχειρίζεται διάφορα κόλπα που του προϋποθέτει το σενάριο, βία, πρόκληση, απειλή, οφθαλμολατρεία κι οφθαλμολαγνεία, σαδισμό, μαζοχισμό, ζήλεια, ζωή πλούσια και χαρισάμενη, μέρη μυθικά και ξενοδοχεία του ονείρου, με τόπο δράσης ως επί το πλείστον την Ταορμίνα, απέναντι από την Αιτνα, έτσι ανάλογα το κάνουν κι οι σκηνοθέτες προς εμάς. Δεν υπάρχει στοιχείο, δεν υπάρχει γκάτζετ, δεν υπάρχει φωτισμός που η φωτογραφία (και μιλάμε για Πολωνούς και ξέρουμε τι βγάζει η Πολωνία και τι θέση κατέχει στο γήπεδο της ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ) να μην γίνεται το πεδίο ερεθισμού προς τον θεατή, δεν υπάρχει σκηνογραφική απεικόνιση που να μην χώνει βαθιά το θεατή σε αυτό το μυστηριακό παιχνίδι της ηδονής, δεν υπάρχει μουσική, τόσο ψαγμένη, τόσο επιμελημένη, τόσο σωστά διοχετευμένη και τέτοιο γυάλισμα από τον ήχο το συνολικό της ταινίας, που να μην συμβάλει σε αυτή την ερωτική πολιορκία του θεατή.
Για το σενάριο, που είπαν ότι δεν υπάρχει «plot», απλά δεν είναι ταινία τέτοιου σεναρίου.
Είναι ταινία σεναρίου (αφού προέρχεται κι από βιβλίο, όπως είπαμε)άλλου τύπου. Σεναρίου από εκείνα που κατευθύνονται από τον σκηνοθέτη και τα οδηγεί ο σκηνοθέτης, οι δύο σκηνοθέτες στη συγκεκριμένη περίπτωση ,οι οποίοι συνεργάζονται και με δύο σεναριογράφους που είναι κι από την υπογραφή της συγγραφής του βιβλίου… ‘Οπου κι εκεί μπαίνει ζευγάρι, άντρας και γυναίκα δηλαδή και συνεργάζονται στο σενάριο οι σκηνοθέτες, πάλι άντρας και γυναίκα και το σενάριο κινηματογραφικά υπακούει στη γραμμή που του ορίζει η σκηνοθεσία.
Στο πως θα κάνει εικόνες την εξέλιξη μιας ιστορίας μέσω πολιορκίας και ηδονής αλλά και με ένα συναισθηματικό προπέτασμα εξ απαρχής και θα οδηγήσει σταδιακά στον έρωτα κι όταν ο ερεθισμός κι η ηδονή τα καταφέρουν , τότε θα μπούμε στις φάσεις του άλλου έρωτα, ο οποίος παρά το συναίσθημα εξακολουθεί να είναι όπως ήταν και κατά την πολιορκία. Κι οδηγεί στα δικά του κενά ταμεία-όταν γίνεται ο απολογισμός. Και παίρνει την άλλη δραματική τροπή. Αλλωστε, μην ξεχνάμε, πως κι η «Εμμανουέλα» κάποια στιγμή είχε δακρύσει…
Υπόθεση υπάρχει αλλά είναι γραμμένη με συγκεκριμένο και διαφορετικό τρόπο, με τον τρόπο που σας ανέφερα.
Είναι πολύ πιο αισθησιακό, πάντως από τις «αποχρώσεις του γκρι» κι έχουν συμβάλλει οι σκηνοθέτες κι οι επιμέρους Πολωνοί συντελεστές. Οι οποίοι Πολωνοί από ό,τι φαίνεται δεν έχουν το παραμικρό κόμπλεξ απέναντι στα είδη, ακόμα και στα πιο προκλητικά. Κι επιστρατεύουν τα ταλέντα τους (επαναλαμβάνω ότι η αισθητική σε φωτογραφία αλλά και σκηνογραφία κι ο συνδυασμός με τη μουσική δια του ήχου και με μοντάζ μεγάλης Πολωνικής σχολής είναι υψηλής βαθμίδας) για να κάνουν αυτό εδώ.
ΕΡΓΟΚΕΝΤΡΙΚΑ μιλώντας.. Με ΙΣΗ απόσταση απέναντι στα ΕΙΔΗ!!!!!