To περιβάλλον αποτυπώνει εξαιρετικά την κοινωνική κατάσταση, το πλαίσιο στο οποίο κινείται η ιστορία της ηρωίδας, σε μια Γλασκώβη μουντή, γκρίζα , που επεκτείνεται και στα άτομα και τα καθορίζει παρόλο ότι η ιστορία ενδιαφέρεται για όλη αυτή την κοινωνική αναφορά περισσότερο ως πλαίσιο.
Είναι όμως τόσο ωραία στημένο το πλαίσιο ώστε η κοινωνική αναφορά να διαχέεται και στην ιστορία η οποία είναι λίγο πιο συμβατική. Ομως η έντονη παρουσία του πλαισίου της δίνει μεγαλύτερες διαστάσεις.
Είναι πλαίσιο στο οποίο θα μπορούσε να κινείται ένα φιλμ του Κεν Λόουτς κι ως ένα βαθμό τον θυμίζει.
Η ιστορία έχει ενδιαφέρουσα ηρωίδα. Μια ροκ ψυχή, ένα κορίτσι που δεν συμβιβάζεται , που το όνειρο της είναι η μουσική, να γίνει τραγουδίστρια, να φτάσει μέχρι το Νάσβιλ των Ηνωμένων Πολιτειών στα πιο τρελά όνειρα της, που για αυτήν δεν είναι τόσο τρελά αφού στην τρέλα αυτών των ονείρων ζει και κινείται…Μα η ζωή της βάζει δύσκολα. Της βάζει διαρκώς εμπόδια ώστε να φτάσει ή να μην φτάσει το στόχο της , όπως ακριβώς κάνει κι ένα σενάριο, ένα ικανό σενάριο , που βάζει εμπόδια στον κεντρικό ήρωα του μέχρι να φτάσει στο φινάλε που ο συγγραφέας του έχει ορίσει και μέσα από εκεί δημιουργείται η πλοκή.
Ετσι, και στην περίπτωση αυτής της κοπέλας, η ίδια η ζωή, της βάζει εμπόδια ώστε να την δοκιμάσει. Με δυό παιδιά, χωρίς να έχει καταλάβει πως και γιατί τα απέκτησε, με εμπλοκή σε ναρκωτικά χωρίς να φταίει άμεσα η ίδια, με ποινή φυλάκισης, με απαλλαγή στη συνέχεια, με οικογενειακό περιβάλλον που της πάει κόντρα χωρίς όμως να την εχθρεύεται, με ένα πλαίσιο που δεν την καταλαβαίνει αλλά κι εκείνη δεν κάνει καμιά προσπάθεια συμβιβασμού μολονότι συναισθάνεται αλλά δεν μπορεί να λειτουργήσει κι ως μητέρα διότι δεν «το» έχει, αυτό που έχει είναι η μουσική. Ο καλός της άγγελος θα είναι η αφεντικίνα της στο σπίτι που θα πιάσει δουλειά ως καθαρίστρια , η οποία αφεντικίνα είναι μαύρη (κατά το «πολιτικώς ορθόν» των ημερών…) (την υποδύεται η ΣΟΦΙ ΟΚΟΝΕΔΟ, υποψήφια για Οσκαρ β΄ρόλου στο «Hotel Rwanda» το 2005)και θα της δώσει από νωρίς το στήριγμα ώστε να αγωνιστεί κι αν το θέλει πολύ να υπερνικήσει τα εμπόδια.
Ναι, η ζωή της έγραψε της ηρωίδας σενάριο, δηλαδή η σεναριογράφος ΝΙΚΟΛ ΤΕΪΛΟΡ, που της έβαλε εμπόδια μέσα από τα οποία θα δοκιμαστεί για να φτάσει τους στόχους της αλλά θα εξελιχθεί κι η ίδια ως άνθρωπος, θα προβάλει το όνειρο της αλλά θα συναισθανθεί και τις αδυναμίες της και με την επιμονή της στο Ονειρο θα πείσει στο τέλος και τον περίγυρο και το άμεσο οικογενειακό περιβάλλον να την αποδεχτούν και να την στηρίξουν. Τα σεναριακά «εμπόδια» απαρτίζονται από σύντομες σκηνές όπου οι πιο ενδιαφέρουσες είναι εκείνες με τη μητέρα που την παίζει αποτελεσματικότατα η ΤΖΟΥΛΙ ΓΟΥΟΛΤΕΡΣ, καθώς και με τα παιδιά. Το ερωτικό στοιχείο απουσιάζει εντελώς από την ιστορία της.
Εκείνο που έχει πετύχει η σεναριογράφος είναι αυτό που δήλωσα και στο ξεκίνημα περί κοινωνικού περιβάλλοντος και μέσα από ανάλογα εμπνευσμένες φράσεις δίνει πάτημα στον σκηνοθέτη ΤΟΜ ΧΑΡΠΕΡ για το τι πρέπει να τονίσει και που να δώσει την έμφαση. Το σενάριο τον βοηθάει πολύ.
Και φυσικά τον βοηθάει και στην κατεύθυνση αλλά και διεύθυνση των ηθοποιών κι η ΤΖΕΣΙ ΜΠΑΚΛΕΪ παίρνει το έργο πάνω της ανταποκρινόμενη σε όσα της ζητάει το σενάριο.
Δεν πρόκειται για κάτι ιδιαιτέρας πνοής, όμως έχει ενδιαφέρον ως περίπτωση επιμονής του ανθρώπου σε ένα όνειρο, σε ένα εσωτερικό πάθος από το οποίο αν απομακρυνθεί δεν θα μπορεί να ζήσει κι ο περίγυρος της επιτρέπει να εμπνευστεί από το περιβάλλον και να κινήσει ανάλογα τον ρόλο. Ενσωματώνεται κανονικότατα στο πλαίσιο.