Οπου αξίζει να προσεχθεί κι ο τρόπος αντιμετώπισης του ενός εκ των δυο ηρώων, που είναι γεννημένος με σύνδρομο down,και δεν έχει σχέση με άλλες περιπτώσεις ταινιών ούτε όμως και με την εκβιαστική πολιτική ορθότητα , η οποία, επειδή είναι ψεύτικη και κατασκευασμένη, κάνει και το σινεμά ενίοτε απωθητικό.
Εδώ έχουμε ένα σενάριο , που το έγραψαν οι δυο σκηνοθέτες του φιλμ, ο ΤΑΫΛΕΡ ΝΙΛΣΟΝ κι ο ΜΆΙΚΛ ΣΟΥΑΡΤΖ, και το οποίο μοιάζει να βγαίνει από κάποιο μυθιστόρημα της καλής αμερικανικής λογοτεχνίας. Δεν ισχύει τυπικά, πρόκειται για original σενάριο, που γράφτηκε απευθείας για την οθόνη, όμως, οι δύο συγγραφείς του, που τη σκηνοθέτησαν επίσης, αφήνουν να φανεί ξεκάθαρα από που το έχουν εμπνευστεί. Οι περιγραφές, ο τρόπος έκθεσης αλλά και ξετυλίγματος των συναισθημάτων , η ιστορία κι οι άνθρωποι, πατούν στέρεα στην αμερικανική λογοτεχνία με πρώτο κι εμφανέστερο τον ΜΑΡΚ ΤΟΥΕΪΝ. Αλλά και σε άλλους…
Κι η ιστορία έχει για ήρωα ένα νέο σε ηλικία άνθρωπο, γεννημένο με σύνδρομο down, o οποίος δραπετεύει από την κλινική, από το Ιδρυμα που τον έχουν «κλεισμένο» και πηγαίνει να διεκδικήσει τη θέση του ως.. παλαιστής. Διότι είναι εξαιρετικά χειροδύναμος, κι ο ίδιος μπορεί να το γνωρίζει αλλά και να μην έχει και συναίσθηση, ο περίγυρος, όμως, και το Ιδρυμα, ως συνήθως είναι κολλημένοι στα τυπικά…
Στην απόδραση του και στην εξ αυτής περιπλάνηση, θα γνωριστεί με ένα τύπο ο οποίος είναι κι αυτός κυνηγημένος αλλά για παράνομες πράξεις και θα αναπτυχθεί μεταξύ τους μία υπέροχη σχέση η οποία δεν θα είναι καθόλου «πολιτικο-ορθάδικη» ούτε συναισθηματική με την αισθηματολογική έννοια αλλά θα είναι μια σχέση στήριξης, με πολύ ωραίους διαλόγους , απόλυτης αποδοχής κι ενθάρρυνσης. Στην ιστορία θα μπει και μια κοπέλα που είναι από το Ιδρυμα και ψάχνει τον δραπέτη και θα γίνει και το απαραίτητο love affair με τον παράνομο. Το γράψιμο κι η σκηνοθεσία ως ενιαίο πακέτο φτιάχνουν περίτεχνα μια ζεστή ατμόσφαιρα μέσω των ηθοποιών, όπου θα σταθώ ιδιαιτέρως στον ΣΙΑ ΛΑΜΠΕΦ, ένα ηθοποιό που πασχίζει χρόνια να βρει τα νερά του, στο πρόσωπο του καθρεφτίζεται ή μάλλον αποτυπώνεται ο Χρόνος που έχει περάσει ο οποίος, όμως, του έχει προσφέρει μεστότητα. Κι είναι πολύ καλός. Στην έκφραση των συναισθημάτων, με πολύ λιτούς ερμηνευτικούς τρόπους αλλά κι αποτελεσματικούς….ναι, παίζει πολύ ώριμα.
Τους έχει, όμως, όλους , συντονίσει πολύ καλά η σκηνοθεσία που ακολουθεί πόντο πόντο το σενάριο κι η συνύπαρξη τόσο με την ΝΤΑΚΟΤΑ ΤΖΟΝΣΟΝ που πετάει εντελώς από πάνω της τις «αποχρωσεις του γκρί» όσο και με τον ΖΑΚ ΓΚΟΤΣΑΓΚΕΝ που είναι ερμηνευτής με σύνδρομο down κι αποκαλύπτει ότι είναι και ηθοποιός κι όχι απλώς εξωτερική εξυπηρέτηση. Και το σενάριο διανθίζεται με κάποιους παρεμβαλόμενους χαρακτήρες , οι οποίοι ντύνονται από σωστή διανομή, όπως ο ΜΠΡΟΥΣ ΝΤΕΡΝ, ο ΤΟΜΑΣ ΧΕΪΝΤΕΝ ΤΣΕΡΤΣ, ο ΤΖΩΝ ΜΠΕΡΝΘΑΛ (που πρέπει να τον προσέξουν παραπάνω και να του προσφέρουν καλύτερους ρόλους) κι ο μονίμως αξιοπρόσεκτος ΤΖΩΝ ΧΩΟΥΚΣ, και κάνουν την ταινία πιο όμορφη.
Αξίζει να σημειωθεί η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ τόσο ως κάμερα όσο κι ως φυσική, φωτιστική διάθεση αλλά κι ως κίνηση που δίνει στο φιλμ κινηματογραφική προοπτική καθώς κι η ΜΟΥΣΙΚΗ που δεν «φαίνεται» αλλά είναι τόσο κινηματογραφικά αποδοτική… Και το ΜΟΝΤΑΖ που ακολουθεί τη γλυκύτητα και κυρίως την απαλότητα των συναισθημάτων που έχει φροντίσει αν του τραβήξει και να του παραδώσει η κάμερα. Κι έτσι, έχουμε μια ταινία που παρακολουθείται ευχάριστα και κυρίως σε βγάζει με πολύ καλά αισθήματα από την αίθουσα. Διότι, εκτός όλων των άλλων , ούτε το χιούμορ της λείπει. Δεν το βαραίνει ποτέ.
Και επειδή μιλήσαμε και για το πολιτικώς ορθόν, θα χρησιμοποιήσω άλλο όρο, πιο περιφραστικά, και θα πω ότι είναι κι από τα έργα που σε βάζουν σε σκέψεις γύρω από την δύναμη και την ομορφιά που μπορεί να κρύβουν οι άνθρωποι μέσα τους αλλά οι απέξω αδυνατούν, επειδή δεν νοιάζονται, να τη δουν.
Μια βραδιά όχι χαμένη.