Μα και βιογραφία να ήταν , από τη στιγμή που δεν έγινε ντοκυμαντέρ αλλά μυθοπλασία, πάλι τους κανόνες της μυθοπλασίας θα ακολουθούσαμε.
Θα το επαναλαμβάνω όταν θα μου δίνεται η ευκαιρία, το έλεγα και στα παιδιά όταν δίδασκα στις Σχολές , το γράφω και στις κριτικές μου πως ο ηθοποιός, όταν παίζει υπαρκτό πρόσωπο είτε της Ιστορίας είτε του Θεάματος είτε της Δημοσιότητας, το πρόσωπο του σεναρίου καλείται να παίξει. Κι όχι το «πραγματικό». Κι ως μεγαλύτερο παράδειγμα τους ανάφερα πάντοτε την «Αγία Ιωάννα» και το πόσο διαφορετικοί ρόλοι μεταξύ τους είναι εκείνος που έγραψε ο Μπέρναρντ Σω από τον άλλο του Μάξγουελ Αντερσον και τον τρίτο του Ζαν Ανούιγ στον «Κορυδαλλό».. Τρεις ρόλοι διαφορετικοί πάνω στο ίδιο πρόσωπο. Συνεπώς ο ηθοποιός καλείται να παίξει το ρόλο του χαρακτήρα του σεναρίου κι όχι της..Εγκυκλοπαίδειας, την οποία απλώς μπορεί να συμβουλευτεί. Μέχρι εκεί! Όχι παραπάνω.
Εδώ, όμως, έχουμε μυθοπλασία απευθείας. Με ηρωίδα την Μαίριλυν, και το πως τη βλέπει η συγγραφέας του μυθιστορήματος, η ΤΖΟΫΣ ΚΑΡΟΛ ΟΟΥΤΣ . Κατεπέκταση κι ο σκηνοθέτης ΑΝΤΡΙΟΥ ΝΤΟΜΙΝΙΚ ,που ανέλαβε την κινηματογραφική μεταφορά του συγκεκριμένου μυθιστορήματος, εφ’ όλης της ύλης, σενάριο και σκηνοθεσία, την πλήρη μεταφορά δηλαδή και ο οποίος ακολούθησε το βιβλίο διότι προφανώς κι αυτή ήταν η συμφωνία, το συγκεκριμένο βιβλίο ανέλαβε να διασκευάσει. Το να εγκαλούν λοιπόν κάποιοι τον Αντριου Ντομινίκ για το γιατί λέει αυτά τα πράγματα για την Μαίριλυν, απλώς δεν ξέρουν που πάνε τα τέσσερα, δεν ξέρουν πως γίνεται το σινεμά.
Όλα τα έργα που έχουμε δει περί Μαίριλυν, όλα μυθιστορηματικές θέσεις παίρνουν, διότι η Μαίριλυν Μονρόε είναι ένας κατασκευασμένος μύθος, ο οποίος κατασκευάστηκε για να καλύψει τα του ύποπτου θανάτου της. Συνεπώς, έπρεπε να της φτιαχτεί ένα μυθιστορηματικό περίβλημα ζωής. Άτυχη, πονεμένη, ορφανή θύμα, οι άντρες, τα στούντιο , η μάνα της κλπ, κλπ, κλπ. Στα πρώτα χρόνια παρουσιαζόταν ως «αυτοκτονημένη», αυτή ήταν κι η επίσημη εκδοχή Στη δεκαετία 70 , που οι αλήθειες άρχισαν να ακούγονται πιο βαριές, επειδή είχαμε περάσει σε εποχή απομυθοποιήσεων, άρχισε να γίνεται ανοιχτά λόγος πως η Μαίριλυν Μονρόε δολοφονήθηκε για πολιτικά αίτια. Για το δεσμό της με τον Πρόεδρο Κένεντυ, για σχέση με τον αδερφό του, για το αν της είχε εκμυστηρευτεί πράγματα που δεν έπρεπε ο Πρόεδρος, αν τον εκβίαζε, αν ήθελε παιδί μαζί του, οπότε κι επί του σεναρίου περί δολοφονίας πάλι μύθος κατασκευάστηκε. Πάντως, όταν πήγα πρώτη φορά στην Αμερική και στο Λος Αντζελες στο 1989 κι άρχισε η 21ετής θητεία μου εκεί πέρα κι επειδή πρόλαβα κι ανθρώπους από το παλιό Χόλυγουντ, βρέθηκα ενώπιον κοινού μυστικού ότι η Μονρόε είχε δολοφονηθεί για πολιτικούς λόγους. Κι αυτό το έλεγαν και Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί. Κι όλοι συμφωνούσαν στο ότι η σχέση με τον Κένεντυ ήταν το μεγαλύτερο σκάνδαλο που είχε γνωρίσει το Χόλυγουντ, ότι το προεδρικό ελικόπτερο ερχόταν απροκάλυπτα, χωρίς προσχήματα και προσγειωνόταν στη βίλα της (ή κάπου εκεί γυρω) κι ότι μόλις το άκουγαν έριχναν σύρμα κι αρχιζε το κουτσομπολέ πανηγύρι.
Ακριβώς λοιπόν επειδή φτιάχτηκε Μύθος γυρω από αυτήν κ επειδή αυτός ο Μύθος εξακολουθεί να καλλιεργείται, εμπνέει και συγγραφείς όπως την τωρινή, όπως παλιότερα τον Νόρμαν Μέηλερ, τον Αρθουρ Μύλερ που έίχε και πρόσθετο λόγο διότι υπήρξε σύζυγος κι έγραψε μετά το θάνατο της το «Μετά την πτώση»…όλα αυτά είναι μυθιστορηματικές καταστάσεις, Όπως και το φιλμ που είχαμε δει το 2011-12 με την υπέροχη Μισέλ Γουίλιαμς, όπου εκεί ήταν η Μαίριλυν της βρετανικής εβδομάδας όταν συνεργάστηκε με τον Λώρενς Ολίβιε.
Μεγάλος ο πρόλογος αλλά αν δεν τον έγραφα για να ξεκλειδώσω μερικά πράγματα για τους αναγνώστες, για το τι είναι κριτική αλλά ΚΥΡΙΩΣ, ως ΕΡΓΟΚΕΝΤΡΙΚΟΣ, για το τι είναι αυτό το έργο, δεν θα μπορούσα να γράψω αυτά που ακολουθούν.
Αυτό λοιπόν είναι έργο, εξαιρετικά δυσάρεστο για τον άνθρωπο Μαίριλυν, στο πως την βλέπει η συγγραφέας, μια κι αυτό που θα δούμε εδώ επικεντρώνεται στην ψυχολογική της διαταραχή, την βλέπει ως ένα άτομα ψυχικά τρομαγμένο κι απελπισμένο, που βέβαια φροντίζει να ορίζει εξ αρχής, τους λόγους και τα αίτια που την έκαναν έτσι. Και ξεκινά από παιδική ηλικία, με τη μητέρα, που την παίζει έξοχα ως διαταραγμένη μανα που παίρνει στο λαιμό της το παιδί της, η ΤΖΟΥΛΙΑΝ ΝΙΚΟΛΣΟΝ.
Η ταινία, ωστόσο, σεναριακά (δεν μας ενδιαφέρει πως είναι γραμμένο το βιβλίο, το έχουμε εξηγήσει αυτό κατεπανάληψη ότι στο σινεμά και στην τηλεόραση δεν βλέπουμε βιβλία αλλά ταινίες και σειρές, συνεπώς είναι μη συγκρινόμενα πράγματα) ακολουθεί και δεν ακολουθεί ροϊκή αφήγηση, πάει μπρος-πίσω τους χρόνους ωστόσο υπάρχει η αφηγηματική σειρά, μια αφηγηματική σταθερά, κι έτσι ο θεατής δεν μπερδεύεται.
Υπάρχει επίσης ένα ακόμα ενδιαφέρον στοιχείο που πιστώνεται αποκλειστικά στο σκηνοθέτη το ότι ενώ η βάση της ταινίας είναι μαυρόασπρη, υπάρχουν κι έγχρωμα σημεία και δεν είναι λίγα. Το θέμα είναι ότι δεν ακολουθεί κάποια πεπατημένη στο ποια θα δείξει έγχρωμα και ποια θα τα προσφέρει μαυρόασπρα, δεν είναι δηλαδή έγχρωμο το παρόν κι ασπρόμαυρο το παρελθόν ή οι ταινίες παρόλο όπου εκεί ακολουθεί το έγχρωμο για τις έγχρωμες και το μαυρόασπρο για τις μαυρόασπρες (όχι όμως και στο «Εφτά χρόνια φαγούρα» αλλά το δικαιολογεί ότι δείχνει γύρισμα από την ταινία κι όχι απόσπασμα)κι έχει γυρίσει θαυμάσια τις σκηνές-κόπια των αυθεντικών, που τις παίζει εδώ η ΑΝΑ ΝΤΕ ΑΡΜΑΣ η οποία υποδύεται την Μαίριλυν.
Αυτό το στοιχείο θα μπορούσε να χρεωθεί κι ως εφφετζίδικο, στο βαθμό που κάποιος δεν καταλαβαίνει σε τι αποσκοπεί. Κι ως εδώ δεν θα έχει άδικο. Μόνο που στην Τέχνη, δεν χρειάζονται πάντα εξηγήσεις απέναντι σε μια επιλογή. Τη στιγμή μάλιστα που αυτή η πρωτοτυπία τελικά λειτουργεί.
Το έργο είναι δυσάρεστο, δραματικά δυσάρεστο. Δείχνει μια πολύ δυστυχισμένη όψη της Μαίριλυν και σε κάνει να πιστεύεις ότι έτσι ήταν κι η πραγματικότητα. Αυτό είναι ζητούμενο στην Τέχνη, να σε κάνει να πιστεύεις ότι τα πράγματα ήταν έτσι όση ώρα διαρκεί το έργο που βλέπουμε. Να μας πείσει για αυτό. Εδώ μας πείθει απόλυτα, συν το γεγονός ότι η κεντρική ηρωίδα δεν είχε καλό τέλος.
Ολο αυτό το άρρωστο κι αρρωστημένο, λυπάμαι που θα το πω αλλά το περνά εξαιρετικά η ταινία εξού κι από ένα σημείο και μετά καθίσταται κι ενοχλητική. Ειδικά στο τελευταίο κομμάτι, στο δεύτερο ήμισυ του β’ μέρους, εκεί μετά τον Αρθουρ Μύλερ όπου δεν υπάρχει κανένα έλεος, καμία κάθαρση. Αυτό το βρίσκω έως κι ελαττωματικό για το έργο, είναι σαν να μην οδηγεί πουθενά. Και σου γεννά κι απορίες για ποιο λόγο απουσιάζουν κάποια πρόσωπα που σύμφωνα με το Μύθο υποτίθεται ότι έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην Κατάπτωση της. Η συγγραφέας, όμως, έχει επιλέξει και ποτέ σε ένα συγγραφέα δεν παραγγέλνουμε εμείς τι θα θέλαμε να βάλει μέσα στο έργο του.
Στα υπέρ της ταινίας, το ότι διαρκεί 2 ώρες και 46 λεπτά και δεν το καταλαβαίνεις, κι ας πρόκειται για έργο δυσάρεστο. Το πιστώνω στο τρόπο κινηματογραφικής αφήγησης του Αντριου Ντομινίκ και δευτερευόντως στο μοντάζ που ο σκηνοθέτης το κάλεσε να του ρυθμίσει αυτή τη ροή. Πάντως η αφήγηση είναι τέτοια που μοιάζει εκ των προτέρων μονταρισμένη.
Εξαιρετικοί οι δύο άντρες.
Ο ένας είναι ο ΜΠΟΜΠΥ ΚΑΝΑΒΑΛΕ, αυτός ο εκπληκτικός ηθοποιός που μας τον είχε συστήσει ο Γούντυ Αλεν ως «Κοβάλσκι» της «ΘΛΙΜΜΕΝΗΣ ΤΖΑΣΜΙΝ» του, της ΚΕΗΤ ΜΠΛΑΝΣΕΤ στον οσκαρικό της ρόλο. Εδώ παίζει τον Τζο Ντι Μάτζιο αλλά κι αυτός παίζει τον Ντι Ματζιο της ταινίας κι όχι των μύθων των δημοσιευμάτων πως ήταν αυτός που την αγάπησε αγνά και πήγαινε λουλούδια στο μνήμα της και τέτοια. Ο Καναβάλε τον κάνει έως κι απειλητικό, το προετοιμάζει, αφού το σενάριο του είχε υπαγορεύσει ανάλογο τερματισμό του ρόλου του
Ο άλλος είναι ο επίσης αγαπημένος ΑΝΤΡΙΕΝ ΜΠΡΟΝΤΥ που τον έχουν για Αρθουρ Μύλερ. Είναι εκπληκτικός ο Μύλερ του Μπρόντυ, σε έχει πείσει πλήρως ότι έτσι ήταν ο μεγάλος Αμερικανός συγγραφέας, του έχει προσδώσει τη δέουσα πνευματική γοητεία…Ωστόσο το σενάριο, τον τελειώνει κάπως ανολοκλήρωτα στη λειτουργία του δράματος της κεντρικής ηρωίδας,
Και φτάνουμε στην ΑΝΑ ΝΤΕ ΑΡΜΑΣ, η οποία με συγκλόνισε! Με το παίξιμο της, με τη δουλειά πάνω στο ρόλο, με το ότι μπορούσε και κρατούσε το γκλαμ της Μαίριλυν και τις ώρες της συντριβής.. Πως σε έκανε να νιώθεις ότι αυτή ήταν η Μαίριλυν , ότι ήταν έτσι κι ότι άλλη δεν θα μπορούσε να υπάρχει. Την περιμένει, θέλω να πιστεύω, μεγάλη καριέρα την κοπέλα αν κι αυτό περι μυθιστορηματικής Μαίριλυν,για το ποια Μαίριλυν ακριβώς μπορεί να της αφαιρέσει βαθμούς όταν έρθει η ώρα των Οσκαρ, πάνω σε αυτή την εξέταση.
Οσο για κάτι που διάβασα, το έγραψε ένας στο Variety ,πως της βρήκε «κουβανικό αξάν» κι έσπευσαν να τα αναπαραγάγουν .. Με τόση ευκολία, χωρίς μια δεύτερη σκέψη. Λες κι όλοι τους, συμπεριλαμβανομένου κι αυτού το έγραψε πρώτος ότι είναι ο καθηγητής Χίγγινς του Μπερναρντ Σω, ο καθηγητής της γλωσσολογίας στον «Πυγμαλίωνα», στο «Ωραία μου κυρία», που μπορούσε από το ηχόχρωμα της φωνής να καταλαβαίνει που γεννήθηκε κάποιος, που μεγάλωσε και που μένει… Κι εν τω μεταξύ, αναρωτιέμαι αν κάποιος από αυτούς έχει πάει στην Κούβα. Ώστε ως «καθηγητής Χίγγινς» να πιάσει το συγκεκριμένο ηχόχρωμα, μια και το δημοσίευμα του εντυπωσιασμού, δεν μιλά καν για «ΙΣΠΑΝΙΚΟ αξάν» αλλά ευθαρσώς και προσδιοριστικώς για «Κουβανικό».
Μήπως λίγο να σοβαρευτούμε; Τουλάχιστον στην ευκολία της αναπαραγωγής…