Και προχωράμε στο έργο.
Ξεκινώντας από τα θετικά, από την ίδια τη σύσταση του. Ναι είναι ένα πολεμικό φιλμ με πολύ δυνατές σκηνές στο πεδίο της μάχης , όπου η τεχνολογία αλλά κι η παραγωγή κι ο κόσμος της Γνώσης του Σινεμά και της Κατάρτισης, όλων των επιμέρους καλλιτεχνημάτων που συναποτελούν το έργο, βρίσκεται επί ποδός. Σε υψηλό επίπεδο.
Η φωτογραφία με την κάμερα , τους φωτισμούς και τη λασπωμένη κατάσταση της σκηνογραφικής διεύθυνσης, η οποία διεύθυνση σκηνικών κι επιλογής χώρων έχει κάνει σπουδαία πράγματα, με το μοντάζ και τον Ηχο, προπαντός τον Ηχο να είναι στις επάλξεις, ναι έχουμε ένα πολεμικό φιλμ, που κάνει τη γερμανική βιομηχανία κινηματογράφου, να αισθάνεται πολύ περήφανη, ότι μπορεί και κάνει πολεμικά σαν τους Αμερικάνους.
Σε επίπεδο παραγωγής, δεν χωρεί αμφιβολία.
Καθώς όμως προχωρούμε μαζί με την ταινία και την ανιχνεύουμε διαπιστώνουμε ότι από τη νέα βερσιόν της κινηματογραφικής μεταφοράς του βιβλίου του ΕΡΙΧ ΜΑΡΙΑ ΡΕΜΑΡΚ λείπει η σκηνοθετική υπογραφή. Η Ψυχή!!
Ναι, υπάρχει το «πατρόν» που λέγεται «ΔΙΑΣΩΣΗ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ ΡΑΫΑΝ» κι είναι το πολεμικό φιλμ που διδάσκεται σε όλες τις Πανεπιστημιακές Σχολές Κινηματογράφου διεθνώς πάνω στο είδος, κυρίως η εισαγωγική σκηνή 40λεπτης διάρκειας με την απόβαση στη Νορμανδία και το μακελειό που ακολουθεί, υπάρχει όμως κι από το ρεπερτόριο Α’ Παγκοσμίου και το «1917» που κι εκεί, ενώ ακολουθείται το «πατρόν» του «Ραϋαν» ο σκηνοθέτης Σαμ Μέντες θέλει να κάνει και κάτι δικό του, όχι απλώς να κόψει πάνω στο έτοιμα κι εισηγείται το μονοπλάνο. Το οποίο βέβαια στο τέλος το πιστώνεται ο διευθυντής Φωτογραφίας ΡΟΡΤΖΕΡ ΝΤΗΚΙΝΣ που το υλοποίησε, κι όχι ο σκηνοθέτης, όπως είδαμε στα Οσκαρ.
Πάνω από όλα, όμως, που συσχετίζονται με τούτο έργο , υπάρχει το πρωτότυπο, του 1930, που έγινε απο τον ΛΟΥΙΣ ΜΑΪΛΣΤΟΟΥΝ και πήρε τότε τα Οσκαρ Καλύτερης Ταινίας και Σκηνοθεσίας, με το βιβλίο του Εριχ Μαρία Ρέμαρκ, μόλις να έχει κυκλοφορήσει στις προθήκες των βιβλιοπωλείων κι εκεί καταλαβαίνει απόλυτα την έννοια Μεγαλος Κινηματογραφος κι ότι το έργο εκείνο μόνο ως τεχνολογία έχει ξεπεραστεί κι όχι ως Σινεμά. Οποιος δεν το έχει δει, το οφείλει στον εαυτό του.
Αυτά όλα λοιπόν τα αναφέρω, επειδή το τωρινό φιλμ σε τίποτε δεν πήγε μπροστά το είδος, σε κανέναν τομέα, από εκεί που το άφησαν κάποια συγκεκριμένα αριστουργήματα, βασικά το πρωτότυπο «Μέτωπο» κι ο «Ραϋαν» του Σπήλμπεργκ, τόσο σε επίπεδο δράματος όσο και σε επίπεδο μαχών -παρόλο ότι σε αυτό το νέο φιλμ περνά τις εξετάσεις με καλό βαθμό).
Ο άλλος τομέας, που κι αυτός όμως αφορά στη σκηνοθετική υπογραφή είναι στη μεταφορά του βιβλίου του Εριχ Μαρια Ρεμαρκ. Κι όπως έχω πεί πολλές φορές, επειδή τα έχω διδαχτεί, όταν τη σεναριακή διασκευή την κάνει ο σκηνοθέτης (είτε με συνεργάτη είτε μόνος του) την πιστώνεται (και) σεναριακά. Με τη γενική έννοια της λέξης :ΜΕΤΑΦΟΡΑ!
Εδώ λοιπόν η απουσία υπογραφής ξεκινά από την ίδια τη διασκευή του βιβλίου. Από την αντίληψη περί αυτής. Διότι ανέβασε τις προσδοκίες και τον πήχη το γεγονός ότι το αντιπολεμικό βιβλίο του Γερμανού συγγραφέα γύρω από μια ομάδα νεαρών παιδιών στο Κολαστήριο του Μετώπου στην κρεατομηχανή του Α’ Παγκόσμιου, θα το έκαναν ταινία Γερμανοί. Κι όχι Αμερικάνοι. Και περίμεναν πολλοί το γερμανικό λόγο πάνω στο προοδευτικό βιβλίο. Ο γερμανικός λόγος ακούστηκε αλλά δεν ήταν αυτός που περίμεναν: Αφορούσε στην Παραγωγή, όπως ανέφερα κι αρχικά, στο ότι εμείς οι Γερμανοί μπορούμε να κάνουμε πολεμικό φιλμ σαν τους Αμερικάνους. Με τον βαρύ τίτλο του έργου. Το οποίο είναι και δικό μας. Και με το αιτιολογικό ότι δεν θα το κάνουμε σαν το αμερικάνικο του 1930 διότι το σημερινό κοινό είναι αλλιώς συνηθισμένο…Κι επι του τελευταίου δεν υπάρχει καμία αντίρρηση. Το σκεπτικό όμως πάνω στη διασκευή, πάνω στο ότι η στρατηγική στη διασκευή του βιβλίου είναι διασκευή που να βοηθήσει ανάπτυξη παραγωγής κι όχι να φωτίσει τα εσωτερικά δράματα, την Ψυχή του Μετώπου και του Κολαστηρίου, την Ψυχή δηλαδή της Πολεμικής ταινίας, είναι που ξάφνιασε.
Σίγουρα η πρώτη απάντηση που θα ήρθε από την Ευρωπαϊκή Ακαδημία Κινηματογράφου ήταν ενδεικτική πάνω σε αυτό. Κι αν λάβουμε υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ακαδημία «Γερμανοκρατείται», το συμπέρασμα είναι ακόμα πιο έντονο. Το ότι την ταινία την απέκλεισαν στις υποψηφιότητες από όλες τις μεγάλες κατηγορίες. Δηλαδή την καλύτερη ταινία, τη Σκηνοθεσία , το Σενάριο, την Ερμηνεία.. Κι είναι κι η επίσημη υποβολή της Γερμανίας για το Διεθνές Οσκαρ, ωστόσο η «γερμανοκρατούμενη» Ευρωπαϊκή Ακαδημία, δεν έδωσε πράσινο φως.
Όλες αυτές οι κατηγορίες από τις οποίες αποκλείστηκε από τους Ευρωπαίους Κινηματογραφιστές, ξεκινούν από τη διασκευή του βιβλίου. Η χαλαρότητα της διασκευής θα μπορούσε να ήταν και για καλό, στο ότι αποδεσμεύτηκε από το πρωτότυπο και γράφεται από την αρχή. Ο τρόπος της διασκευής και το που αποβλέπει ,είναι το θέμα, για αυτό και πιάνει και το σκηνοθέτη που κάνει τη διασκευή, πιάνει και τις ερμηνείες διότι δηλώνει ότι με βάση αυτή την αντίληψη περι διασκευής που να δηλώσει καλή παραγωγή, χάθηκαν στοιχεία χαρακτήρων κι απλώς δηλώθηκαν. Βέβαια οι ηθοποιοί που τα παίζουν αυτά τα στοιχεία είναι πολύ καλοί. Η ερμηνευτική αξιολόγηση όμως έχει ρίζες από που ξεκινά και πως αξιολογεί.
Για τον σκηνοθέτη ΕΝΤΒΑΡΝΤ ΜΠΕΡΓΚΕΡ έχω να πω ότι η υπογραφή που λείπει δεν αποκρύπτει το έργο, έχει αντίληψη πάνω στο είδος και στο που θέλει να πάει, μόνο άσχετος δεν είναι. Γνωρίζει πολύ καλά!! Και κάνει πολύ καλά αυτά που γνωρίζει. Το θέμα είναι προς τα που ήθελε να κινηθεί. Και στο ότι ο γερμανικός λόγος πάνω στο βιβλίο του προοδευτικού Γερμανού συγγραφέα, ήταν κατώτερος από τον αμερικάνικο, κι αυτό ίσως να είναι που πληρώνεται…
Βέβαια, υπάρχει και το….Εφετείο
Το Εφετείο είναι στα Οσκαρ που έχει υποβληθεί. Αν η τεχνική του αρτιότητα θα του δώσει ψήφους από τους σχετιζόμενους τομείς ή αν κι αυτοί συμμερίζονται αυτά που ανέφερα πιο πάνω…
Θα εξαρτηθεί κι από το αν θα πάρει κάποιο από τα βραβεία των επι μέρους καλλιτεχνικών τομέων στην απονομή της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Κινηματογράφου. Εννοώ φωτογραφία, μοντάζ, ήχο, ίσως και σκηνογραφική διεύθυνση.. Κι από εκεί θα φανεί κάτι..