Διότι, λογικά, κάτι τέτοιο δεν θα το αποφύγει. Καθότι η σκηνοθέτης, μετά από ένα μικρού μήκους, κάνει αυτο και δείχνει πολύ σοβαρή στην αντιμετώπιση του είδους. Καταρχήν, η ικανότητα της είναι στη δημιουργία ΚΛΙΜΑΤΟΣ και παρακάτω στην τήρηση του. Φτιάχνει ατμόσφαιρα, μέσα σε ένα σπίτι, φτιάχνει κατάσταση με τους ηθοποιούς, σου περνά την αίσθηση της απειλής. Μα όλα αυτά έχουν αποτέλεσμα επειδή στο έργο υπάρχει σενάριο. Όλα τα καλά θρίλερ, αυτά που αποστολή έχουν να σου προκαλέσουν το ρίγος, τη ριγηλότητα που λέμε, από το «Ψυχώ» , την «Προφητεία» και την «Carrie» ως το «Μωρό της Ρόζμαρι», τον «Εξορκιστή» ή τη «Σιωπή των αμνών» είχαν σενάρια. Βασίζονταν σε γερά σενάρια. Είχαν ανθρώπους για ήρωες, οι οποίοι ήταν ολοκληρωμένοι χαρακτήρες κι όταν πάλευαν με το μεταφυσικό ή με το υπερφυσικό, ακριβώς επειδή ήταν δημιουργήματα ανθρώπινα κι όχι ξόανα
ή μαριονέτες, έκαναν το θρίλερ ακόμα πιο τρομαχτικό. ΑΝ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ, ΟΙ ΘΟΡΥΒΟΙ, ΟΣΟ ΑΠΟΤΟΜΑ ΚΙ ΑΝ ΕΙΝΑΙ «ΚΟΜΜΕΝΟΙ’ ΑΠΟ τους ΗΧΗΤΙΚΟΥΣ ΜΟΝΤΕΡ, ΔΕΝ ΦΤΑΝΟΥΝ. Μπορεί να τρομάξεις εκείνη τη στιγμή, για μια στιγμή, από τον απότομο θόρυβο αλλά, όταν φύγεις από το σινεμά, δεν θα σου έχει μείνει τίποτα, τουλάχιστον στις επόμενες μέρες..
Εδώ υπάρχει σενάριο, υπάρχει και ψυχολογία χαρακτήρων, μιάς απελπισμένης μητέρας με το εφτάχρονο(;) αγοράκι της που παρουσιάζει συμπτώματα παράξενα. Από τους ανθρώπους εκπορεύεται και στους ανθρώπους επιστρέφει ο τρόμος.
Ω βέβαια, δεν θα είναι η πρώτη φορά που μπορεί κάποιος να έχει «αντιρρήσεις» περί «πειστικότητας». Τις ίδιες αντιρρήσεις θυμάμαι κι ως πιτσιρικάς θεατής κι ως ενήλικας θεατής κι αργότερα ως κριτικός, για τα περισσότερα εκ των παραπάνω, πριν τα καταξιώσει ο χρόνος, ειδικά όταν το είδος ακόμα δεν είχε γίνει cult. Μα και τώρα που έχει παρουσιάσει τέτοιες τάσεις αναγνώρισης, παρόμοια ακούω. Η λέξη «πειστικότητα» είναι μια ευκολία για όποιον δεν ξέρει να αναλύσει ή να εξηγήσει. Ειδικά όταν διαβάζω για ερμηνείες ηθοποιών με μόνη λέξη το «πειστική» λέω μέσα μου «άντε γειά».
Η «πειστικότητα» στην Τέχνη έχει ΠΑΝΤΑ να κάνει με το εκάστοτε είδος. Το θρίλερ έχει δικούς του κανόνες πειστικότητας , ανάλογα βέβαια και με το τι θρίλερ είναι μια και στο είδος υπάρχουν διαβαθμίσεις.
Η Αυστραλή σκηνοθέτης δείχνει σε τούτο το έργο ότι μέσα από το είδος κάτι θέλει να πει. Όταν λέμε «κάτι θέλει να πεί», επειδή κι αυτή η φράση είναι παρεξηγημένη άρα και παρεξηγήσιμη, δεν εννοούμε το ιδεολογικό περιεχόμενο, όπως κάνουν κάποιοι θεωρητικοί. Εννοώ, πως κάτι θέλει να πει πάνω στο είδος. Να βάλει μια δική της πινελιά σε αυτό με το οποίο καταπιάστηκε .
Κι ήδη, η πρώτη υπέρ της παρατήρηση, ή κι επισήμανση, είναι πως διαφοροποιείται από τα ανάλογα ισπανικά της περασμένης 15ετίας, που τα θυμίζει έντονα αλλά και στο πόσο και στο πως διαφοροποιείται από εκείνα.
Το θέμα είναι τι θα κάνει όταν θα την καλέσουν από τη βιομηχανία για να εκμεταλλευτούν τη διεύρυνση των ορίων του είδους που την είδαν έμπρακτα πραγματοποιημένη στο «Babadook». Το τι θα κάνει, το θέτω κι αυτό σε καλλιτεχνική βάση. Όχι στο αν θα ανταποκριθεί στην πρόσκληση αλλά στο τι είδος θρίλερ θα της ζητήσουν να κάνει.
Αυτό, όμως, δεν αφορά την παρούσα ταινία!